Οικονομία

Κομισιόν: Πάει καλά η ελληνική οικονομία, βραχνάς τα κόκκινα δάνεια των servicers


Την ανησυχία τους εκφράζουν οι ευρωπαϊκοί Θεσμοί για τους αργούς ρυθμούς διευθέτησης δανείων 71 δισ. ευρώ

Ανθεκτικό ρυθμό ανάπτυξης, μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα στον προϋπολογισμό και χαμηλούς κινδύνους για τη βιωσιμότητα του χρέους διαπιστώνουν οι ευρωπαϊκοί Θεσμοί μετά το τελευταίο τους «τσεκάπ» στην ελληνική οικονομία. Ταυτόχρονα, όμως, εκφράζουν με τον πιο έντονο τρόπο από κάθε προηγούμενη έκθεση μετα-προγραμματικής εποπτείας τις ανησυχίες τους για τους αργούς ρυθμούς διευθέτησης από τους servicers του μεγάλου αποθέματος κόκκινων δανείων, ύψους 71 δισ., που έχουν φύγει από τους τραπεζικούς ισολογισμούς με το σχέδιο «Ηρακλής».

Στον έλεγχο που έγινε στην Αθήνα στις αρχές Οκτωβρίου από στελέχη της Κομισιόν, της ΕΚΤ και του ESM με συμμετοχή και εκπροσώπων του ΔΝΤ επιβεβαιώθηκε η καλή πορεία της ελληνικής οικονομίας, που θα διατηρήσει ρυθμούς ανάπτυξης άνω του 2% την περίοδο 2023 - 2025, ενώ προβλέπεται να επιτύχει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα (1,1% του ΑΕΠ το 2023). Η βιωσιμότητα του χρέους δεν αμφισβητείται, αν και τονίζεται ότι μακροπρόθεσμα οι κίνδυνοι είναι υψηλοί.

Το πρόβλημα που εντοπίζουν με έμφαση, όμως, οι ευρωπαϊκοί Θεσμοί στη νέα έκθεση εποπτείας είναι οι πολύ αργοί ρυθμοί διευθέτησης των μη εξυπηρετούμενων δανείων που πέρασαν από τις τράπεζες στα funds και τους servicers, με το Δημόσιο να έχει αναλάβει κινδύνους λόγω των εγγυήσεων που δόθηκαν για τις τιτλοποιήσεις του σχεδίου «Ηρακλής». Σημειώνεται ότι η κυβέρνηση έλαβε τα μηνύματα των ευρωπαϊκών Θεσμών και ήδη προχώρησε, μέσα από τον νέο νόμο για τους servicers, σε θεσμικές αλλαγές για να επιταχυνθούν οι διευθετήσεις δανείων.

Οι Θεσμοί σκιαγραφούν με μελανά χρώματα την κατάσταση που είχε διαμορφωθεί μέχρι τον χρόνο της επίσκεψής τους στην Αθήνα (αρχές Οκτωβρίου) με δάνεια που «λιμνάζουν», εν μέρει εξαιτίας των προβλημάτων στους πλειστηριασμούς και εμποδίζουν την επαναφορά επιχειρήσεων και νοικοκυριών στην κανονικότητα, ενώ θέτουν σε κίνδυνο την ομαλή υλοποίηση του σχεδίου «Ηρακλής». Ειδικότερα, αναφέρουν ότι:

  • Το παλαιό μη εξυπηρετούμενο χρέος εξακολουθεί να υπάρχει στην οικονομία και η ρύθμισή του παραμένει ένα δύσκολο έργο. Το μεγαλύτερο μέρος των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων εξήλθε από τους ισολογισμούς των τραπεζών στο πλαίσιο τιτλοποιήσεων του «Ηρακλή» και οριστικών πωλήσεων ΜΕΔ. Οι διαχειριστές πιστώσεων διατηρούσαν χρέος ύψους 71,2 δισ. ευρώ (εξαιρουμένων των εξωλογιστικών απαιτήσεων) τον Ιούνιο του 2023. Οι διαχειριστές αναμένεται να προχωρήσουν στην επίλυση και αναδιάρθρωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
  • Ορισμένα από αυτά τα τιτλοποιημένα χαρτοφυλάκια υπολείπονται των αρχικών τους στόχων, κυρίως λόγω των χαμηλότερων ανακτήσεων από ρευστοποιήσεις εξασφαλίσεων. Αυτό οφείλεται εν μέρει στην αναστολή των διαδικασιών εκτέλεσης και στις καθυστερήσεις στις δικαστικές διαδικασίες κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19, αλλά αντικατοπτρίζει επίσης το ακόμη υψηλό ποσοστό ανεπιτυχών πλειστηριασμών.
  • Η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου της 16ης Φεβρουαρίου 2023 διέλυσε την ανασφάλεια δικαίου που επισκίαζε τις διαδικασίες εκτέλεσης, αλλά οι διαχειριστές εξακολουθούν να αμφισβητούνται στα δικαστήρια για τεχνικές πτυχές, γεγονός που με τη σειρά του επιβραδύνει τις διαδικασίες εκτέλεσης (σ.σ.: για αυτό το θέμα ήδη έχει περάσει η κυβέρνηση σχετική ρύθμιση).
  • Για την επίτευξη των αρχικών στόχων, οι διαχειριστές πιστώσεων λαμβάνουν συγκεκριμένα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων των πωλήσεων χαρτοφυλακίων ΜΕΔ στη δευτερογενή αγορά, γεγονός που τους προσφέρει εμπροσθοβαρείς ταμειακές ροές. Ωστόσο, οι πωλήσεις αυτές έχουν το δυνητικό κόστος χειρότερων επιδόσεων στο μέλλον, χωρίς απαραίτητα να έχουν ως αποτέλεσμα την αποτελεσματική διευθέτηση των πωληθέντων δανείων.
  • Η αποτελεσματική αναδιάρθρωση χρέους από τους διαχειριστές πιστώσεων και η αποτελεσματική λειτουργία της αναγκαστικής είσπραξης οφειλών και της δευτερογενούς αγοράς ΜΕΔ θα είναι καίριας σημασίας για τις μελλοντικές οικονομικές επιδόσεις και θα μειώσουν τον κίνδυνο προσφυγής στις κρατικές εγγυήσεις που χορηγούνται στο πλαίσιο του προγράμματος «Ηρακλής».

Η οικονομία σε καλό δρόμο

Πάντως, πέρα από αυτές τις επισημάνσεις κινδύνων, η γενική εικόνα που δίνεται από την έκθεση εποπτείας είναι πολύ καλή. Ειδικότερα, όπως σημειώνεται στην έκθεση:

  • Μετά από ισχυρή ανάπτυξη το 2022, η οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να μετριαστεί. Η αύξηση του ΑΕΠ θα συνεχίσει να υπερβαίνει το μακροπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό. Η ελληνική οικονομία αποδείχθηκε ανθεκτική απέναντι σε εξωτερικούς κλυδωνισμούς και επεκτάθηκε κατά 5,6% το 2022. Το πραγματικό ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά 2,4% το 2023, 2,3% το 2024 και 2,2% το 2025, σύμφωνα με τις φθινοπωρινές προβλέψεις της Επιτροπής. Εκτός από την κατανάλωση, ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου αναμένεται να αποτελέσει βασική κινητήρια δύναμη της ανάπτυξης, καθώς η εφαρμογή του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας στηρίζει τις επενδύσεις. Οι πρόσφατες φυσικές καταστροφές αναμένεται να έχουν σχετικά μικρό αντίκτυπο στην αύξηση του ΑΕΠ το 2023, δεδομένου ότι οι πληγείσες περιοχές αντιπροσωπεύουν περιορισμένο μερίδιο της συνολικής προστιθέμενης αξίας.
  • Μετά την απότομη πτώση το α' ́ εξάμηνο του 2023, ο πληθωρισμός αναμένεται να συνεχίσει να μειώνεται, αν και με βραδύτερο ρυθμό, λόγω της εξασθένησης της αρνητικής επίδρασης της βάσης σύγκρισης των προηγούμενων διαταραχών στις τιμές της ενέργειας και της ισχυρής αύξησης των μισθών, εν μέσω αυστηρότερων συνθηκών στην αγορά εργασίας. Η απασχόληση αναμένεται, βάσει των προβολών, να αυξηθεί περαιτέρω, αν και με πιο συγκρατημένο ρυθμό, συμβαδίζοντας με την οικονομική δραστηριότητα. Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μειώθηκε το 2023 και αναμένεται να μειωθεί τα επόμενα χρόνια. Ωστόσο, το εξωτερικό ισοζύγιο είναι πιθανό να παραμείνει σε σημαντικό έλλειμμα.
  • Το δημοσιονομικό αποτέλεσμα προβλέπεται να καταγράψει σταθερό πρωτογενές πλεόνασμα μετά το 2023. Το πρωτογενές ισοζύγιο αναμένεται να βελτιωθεί περαιτέρω σε σύγκριση με το 2022 και να διαμορφωθεί σε πλεόνασμα 1,1% του ΑΕΠ το 2023, λόγω της σημαντικής μείωσης του κόστους των μέτρων δημοσιονομικής στήριξης για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης. Για την αντιμετώπιση των έκτακτων αναγκών που σχετίζονται με τις πρόσφατες φυσικές καταστροφές, η κυβέρνηση παρείχε άμεση στήριξη σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, αυξάνοντας έτσι τις δημοσιονομικές δαπάνες. Το πρωτογενές πλεόνασμα αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω την περίοδο 2024-2025, χάρη στη συγκρατημένη αύξηση των δαπανών και τη συνεπή αύξηση των εσόδων. Το απόθεμα των ληξιπρόθεσμων οφειλών μειώθηκε, αλλά η μείωση ήταν άνιση: ενώ η πρόοδος ήταν ικανοποιητική στον συνταξιοδοτικό τομέα, το επίμονα υψηλό απόθεμα ληξιπρόθεσμων οφειλών στα νοσοκομεία και τα πρόσθετα κονδύλια του προϋπολογισμού απαιτούν διαρθρωτικές βελτιώσεις.
  • Η κερδοφορία των τραπεζών παραμένει ισχυρή. Το 2022 και το α ́ εξάμηνο του 2023, οι τράπεζες επωφελήθηκαν από την αύξηση των επιτοκιακών περιθωρίων, η οποία ενίσχυσε την κερδοφορία των τραπεζών, επιτρέποντάς τους να ενισχύσουν τους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειάς τους. Ωστόσο, τα περιθώρια επιτοκίου αναμένεται να περιοριστούν λόγω της αύξησης του κόστους χρηματοδότησης, συμπεριλαμβανομένων των υψηλότερων επιτοκίων καταθέσεων. Η προγραμματισμένη επανεκκίνηση του Ελληνικού Σχεδίου Προστασίας Περιουσιακών Στοιχείων (HAPS) αναμένεται να συμβάλει στην περαιτέρω μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
  • Οι πολιτικές του χρηματοπιστωτικού τομέα για την άρση διαφόρων εμποδίων στην αντιμετώπιση του παλαιού μη εξυπηρετούμενου χρέους λειτουργούν σταθερά, παρά τις καθυστερήσεις στην υλοποίηση των προγραμματισμένων πρωτοβουλιών. Ο ρυθμός εκκαθάρισης των συσσωρευμένων υποθέσεων αφερεγγυότητας των νοικοκυριών είναι σταθερός. Έως τον Σεπτέμβριο του 2023, αναμένεται να έχει εκδικαστεί το 96,5% των δικαστικών υποθέσεων αφερεγγυότητας νοικοκυριών (σ.σ.: εκκρεμείς υποθέσεις του νόμου Κατσέλη) και να έχουν εκδοθεί τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις για το 75% των υποθέσεων. Οι εξωδικαστικές αναδιαρθρώσεις έχουν κερδίσει έδαφος και οι αρχές σκοπεύουν να εισαγάγουν νέα χαρακτηριστικά στην πλατφόρμα. Ωστόσο, υπάρχει περιθώριο περαιτέρω διευκόλυνσης της χρήσης των άλλων εργαλείων του νέου πτωχευτικού κώδικα, όπως η πλατφόρμα δεύτερης ευκαιρίας. Η διαδικασία για τη σύσταση του οργανισμού πώλησης και επαναμίσθωσης (SLBO) δεν αναμένεται να ολοκληρωθεί πριν από τον Σεπτέμβριο του 2024. Ως εκ τούτου, το προσωρινό καθεστώς στήριξης για την προστασία της πρώτης κατοικίας ευάλωτων νοικοκυριών πρόκειται να παραταθεί για άλλους 15 μήνες ή μέχρι τη θέσπιση του SLBO, παρόλο που η απορρόφηση αυτού του καθεστώτος ήταν πολύ περιορισμένη μέχρι στιγμής.
  • Οι περισσότερες αιτήσεις που σχετίζονται με καταβληθείσες κρατικές εγγυήσεις έχουν διεκπεραιωθεί, αλλά οι πληρωμές παραμένουν σημαντικά χαμηλότερες από τις τιμές-στόχο. Ανάλογα με τις δικαστικές αποφάσεις, σημαντικό μέρος των ζητούμενων κρατικών εγγυήσεων μπορεί να καθυστερήσει ή να μην καταβληθεί καθόλου, ιδίως στον τομέα των εταιρικών δανείων.
  • Η διαχείριση της δημόσιας περιουσίας γίνεται πιο αποτελεσματική χάρη στον νέο νόμο για τη διακυβέρνηση των κρατικών επιχειρήσεων. Το πρώτο εξάμηνο του 2023, η Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας πέτυχε τα υψηλότερα έσοδα από τα μερίσματα των εταιρειών του χαρτοφυλακίου της. Οι συναλλαγές ιδιωτικοποίησης προχωρούν σε γενικές γραμμές σύμφωνα με το σχέδιο.
  • Έως το τέλος Οκτωβρίου 2023, η Ελλάδα είχε αναβαθμιστεί σε επενδυτική βαθμίδα από δύο από τους τέσσερις οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που αναγνωρίζονται από την ΕΚΤ στο πλαίσιο εφαρμογής της νομισματικής πολιτικής της. Οι κύριοι λόγοι για τις αναβαθμίσεις ήταν η σταθερή δέσμευση για δημοσιονομική υπευθυνότητα, μια ανθεκτική οικονομία και η εφαρμογή οικονομικών μεταρρυθμίσεων. Η Ελλάδα βρίσκεται μία βαθμίδα κάτω από την επενδυτική βαθμίδα στους άλλους δύο οίκους αξιολόγησης.
  • Η Ελλάδα διατηρεί την ικανότητα να εξυπηρετήσει το χρέος της. Παρά τις διάφορες προκλήσεις, η ελληνική οικονομική, δημοσιονομική και χρηματοπιστωτική κατάσταση εξακολουθεί να είναι ανθεκτική. Σύμφωνα με την ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους, η Ελλάδα εκτιμάται ότι αντιμετωπίζει χαμηλούς κινδύνους βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, ενώ οι μεσοπρόθεσμοι κίνδυνοι φαίνεται να είναι υψηλοί λόγω του ακόμη υψηλού λόγου χρέους προς ΑΕΠ.
  • Οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες του δημόσιου τομέα για την περίοδο 2023-2025 είναι χαμηλές, λόγω των προβλεπόμενων σημαντικών πρωτογενών πλεονασμάτων και της μέτριας απόσβεσης του χρέους. Η Ελλάδα ζήτησε την πρόωρη αποπληρωμή 5,3 δισ. ευρώ της ελληνικής δανειακής διευκόλυνσης το 2023. Οι αποπληρωμές του κεφαλαίου των δανείων του EFSF ξεκίνησαν φέτος, ενώ η αποπληρωμή των δανείων του ESM θα ξεκινήσει μόλις το 2034. Η Ελλάδα διαθέτει ένα πολύ μεγάλο ταμειακό απόθεμα ασφαλείας και έχει συνεχή πρόσβαση στις αγορές και τακτικές επιτυχημένες δημοπρασίες ομολόγων.
Ακολουθήστε το Sofokleousin.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις