Τουλάχιστον 64 άνθρωποι, 49 πολίτες και 15 στρατιωτικοί, σκοτώθηκαν χθες Πέμπτη σε δυο επιθέσεις «τρομοκρατών», την ευθύνη για τις οποίες ανέλαβε οργάνωση που ανήκει στη δίκτυο της Αλ Κάιντα, με στόχους επιβατικό πλοίο και βάση του στρατού στο βόρειο Μαλί, όπου η μεταβατική κυβέρνηση στην οποία κυριαρχούν αξιωματικοί του στρατού κήρυξε τριήμερο εθνικό πένθος από σήμερα.
Οι δυο χωριστές επιθέσεις είχαν στόχους πλοίο που ταξίδευε στον Νίγηρα ποταμό και «θέση του στρατού» στην Μπαμπά, στην περιφέρεια Γκαό (βόρεια), με τον ακόμη «προσωρινό» απολογισμό των θυμάτων που δημοσιοποίησαν οι αρχές να κάνει λόγο για «49 πολίτες και 15 στρατιωτικούς νεκρούς», σύμφωνα με ανακοίνωση της μεταβατικής κυβέρνησης, που δεν διευκρινίζει πόσοι ακριβώς πέθαναν στο πλοίο και πόσοι στη βάση, πάντως αναφέρει πως την ευθύνη «ανέλαβε» οργάνωση προσκείμενη στην Αλ Κάιντα.
Κατά την ανακοίνωση, που αναγνώστηκε στην κρατική τηλεόραση, υπάρχουν επίσης πολλοί τραυματίες.
Πάντα σύμφωνα με την μεταβατική κυβέρνηση, περίπου 50 από τους δράστες των επιθέσεων επίσης σκοτώθηκαν.
Το Μαλί έχει βρεθεί αντιμέτωπο από το 2012 με βαθιά κρίση ασφαλείας εξαιτίας του ανταρτοπόλεμου οργανώσεων που ορκίζονται πίστη είτε στην Αλ Κάιντα, ή στο Ισλαμικό Κράτος, στον οποίο μεταμορφώθηκε η εξέγερση αυτονομιστών Τουαρέγκ στον βορρά.
Η δράση των τζιχαντιστών σταδιακά εξαπλώθηκε στο κεντρικό τμήμα της χώρας και σε γειτονικά κράτη του Σαχέλ, στην Μπουρκίνα Φάσο και στον Νίγηρα. Χιλιάδες άνθρωποι σκοτώθηκαν και εκατομμύρια αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους.
Μετά την ανατροπή του προέδρου Ιμπραήμ Μπουμπακάρ Κεϊτά τη 18η Αυγούστου 2020, η στρατιωτική χούντα απαίτησε να φύγει η γαλλική στρατιωτική Μπαρχάν, που έδρασε στη χώρα από το 2012, και κατόπιν να αποχωρήσει η ειρηνευτική αποστολή του ΟΗΕ (η MINUSMA) ως το τέλος της τρέχουσας χρονιάς.
Το στρατιωτικό καθεστώς, που δεν σταματά να επαναλαμβάνει πως βασικός σκοπός του είναι η αποκατάσταση της εθνικής κυριαρχίας και της ανεξαρτησίας της χώρας, τερμάτισε τη συμμαχία με τη Γαλλία και τους δυτικούς εταίρους της για την αντιμετώπιση των τζιχαντιστικών οργανώσεων και στράφηκε στη Ρωσία για στρατιωτική και πολιτική υποστήριξη.