Για «πολιτική τυμβωρυχία» κατηγορεί ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, τον πρόεδρο του Ιατρικού Συλλόγου και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του Υπουργείου Υγείας Αθανάσιο Εξαδάκτυλο και την αναπληρώτρια υπουργό Υγείας, καθηγήτρια Ιατρικής Μίνα Γκάγκα, με αφορμή τα όσα είπαν στο 14ο Συνέδριο της ΝΔ.
Στην ανακοίνωσή του αναφέρει: «Τείνει να γίνει τάση στο συνέδριο της κυβερνώντος κόμματος η παρέλαση δελφίνων που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο λένε αυτά που θέλει να ακούσει πρωτίστως ο Αρχηγός. Δεν εξηγείται αλλιώς η απώλεια κάθε επαφής με την πραγματικότητα και η πολιτική τυμβωρυχία στην οποία επιδίδονται ακόμη και πολιτικά στελέχη της ΝΔ με επιστημονικό (;) υπόβαθρο και κρίσιμο θεσμικό ρόλο. Στον χώρο της υγείας δύο μέχρι στιγμής χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι o κ. Εξαδάκτυλος και η κ. Γκάγκα. Ο πρώτος σε παρέμβασή του τόνισε ότι είναι ευτύχημα που η πανδημία δεν ήρθε νωρίτερα (επί Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ δηλαδή) και αναζητώντας εξήγηση για τις 29.369 απώλειες μίλησε για μικρά λάθη, για άθλια αντιπολίτευση και για έλλειψη πολιτικής ευθύνης εμπεδωμένη για πολιτικούς λόγους στην ελληνική κοινωνία. Η δεύτερη επισήμανε ότι "γίνεται έργο στο ΕΣΥ που όμοιό του δεν έχει γίνει από τη δημιουργία του", "έργο που θα προσφέρει την αναγκαία ασφάλεια και ικανοποίηση στους πολίτες"».
Απαντώντας το γραφείο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζει: «Προφανώς α) δεν υπάρχει νοήμων άνθρωπος σε αυτή τη χώρα που να πιστεύει ότι για τους περίπου 30.000 νεκρούς της πανδημίας φταίει η Αντιπολίτευση, β) η συντριπτική πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας έχει κατανοήσει ότι αν δεν είχε προηγηθεί η προσπάθεια διάσωσης και ενίσχυσης του ΕΣΥ από την Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ οι δυνατότητες του δημόσιου συστήματος θα ήταν πολύ μικρότερες και η εξέλιξη της πανδημίας πολύ χειρότερη και γ) είναι απόλυτα ακριβές ότι τέτοιο "έργο" διάλυσης του ΕΣΥ, πόσο μάλλον σε μία κρίσιμη υγειονομική συγκυρία, δεν έχει γίνει από τη δημιουργία του το 1983. Συνέπεια αυτού του "έργου" είναι η διόγκωση των ακάλυπτων υγειονομικών αναγκών του πληθυσμού από 8% που ήταν το 2019 στο 24% σήμερα, η εκτίναξη της υπερβάλλουσας θνησιμότητας (αριθμός θανάτων από όλες τις αιτίες που μετράται κατά τη διάρκεια μιας κρίσης και ο οποίος ξεπερνά εκείνον που θα μπορούσε να έχει καταγραφεί σε κανονικές συνθήκες) και η αύξηση της οικονομικής επιβάρυνσης των πολιτών για υπηρεσίες υγείας».
Καταλήγοντας αναφέρει: «Για το σύστημα Μητσοτάκη και τους ανθρώπους του τα όρια μεταξύ επιστήμης και πολιτικής είναι πράγματι δυσδιάκριτα…».