Το ακροδεξιό κόμμα "Εναλλακτική για τη Γερμανία" (AfD) παραμένει πρώτο σε αρκετές δημοσκοπήσεις, καταγράφοντας 20,8% στις τελευταίες ομοσπονδιακές εκλογές. Παρά την εκλογική του άνοδο, αντιμετωπίζει πλέον αυξανόμενες πιέσεις για να τεθεί εκτός νόμου.
Τον Μάιο, η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία για την Προστασία του Συντάγματος (BfV) χαρακτήρισε επίσημα το AfD ως εξτρεμιστική οργάνωση, κάνοντας λόγο για ρατσιστικές και αντιδημοκρατικές θέσεις. Η απόφαση άνοιξε τον δρόμο για πιθανή απαγόρευση, προκαλώντας πολιτική συζήτηση στη χώρα.
Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) προτείνει επίσημα την έναρξη της διαδικασίας απαγόρευσης. Η νομική οδός, ωστόσο, είναι περίπλοκη: απαιτείται αίτημα από την κυβέρνηση ή το κοινοβούλιο προς το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο εξετάζει αν το κόμμα απειλεί ενεργά τη δημοκρατία και έχει τη δυναμική να την υπονομεύσει.
Αν τελικά κριθεί αντισυνταγματικό, το AfD θα διαλυθεί και θα αποκλειστεί από κάθε πολιτική δραστηριότητα, ενώ οι βουλευτές του θα χάσουν τις έδρες τους. Σε περιοχές όπου έχει εκλεγεί με απευθείας ψήφο, θα απαιτηθούν επαναληπτικές εκλογές, ενώ οι έδρες λίστας θα μείνουν κενές μέχρι τις επόμενες κάλπες.
Η Γερμανία έχει απαγορεύσει μόλις δύο κόμματα μεταπολεμικά – το φιλοναζιστικό Σοσιαλιστικό Κόμμα του Ράιχ (1952) και το Κομμουνιστικό Κόμμα (1956). Οι νεότερες προσπάθειες για απαγόρευση του νεοναζιστικού NPD απέτυχαν, λόγω έλλειψης απειλής.
Παρά τις διεθνείς αντιδράσεις, όπως από Αμερικανούς αξιωματούχους και τον Ίλον Μασκ, η πολιτική και νομική πίεση στο AfD εντείνεται, με τη Γερμανία να δοκιμάζει τα όρια της "μαχητικής δημοκρατίας" της.