Οικονομία

Γιατί διευρύνεται το εμπορικό έλλειμμα


Ποιοι είναι οι κύριοι παράγοντες που διογκώνουν το έλλειμμα - O ρόλος της εγχώριας οικονομικής μεγέθυνσης και των εισαγωγών κεφαλαιουχικού εξοπλισμού

Μια από τις βασικές πηγές ανησυχίας για την ελληνική οικονομία, η οποία σε ανάπτυξη και δημοσιονομική εικόνα παίρνει εξαιρετικό βαθμό, είναι η συνεχής διεύρυνση του εμπορικού ελλείμματος. Το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο πήρε για τα καλά την ανιούσα το 2022 και έκτοτε παραμένει συγκριτικά υψηλό, εξαιτίας της αξιοσημείωτης ανόδου των εισαγωγών, παρά το γεγονός ότι και οι ελληνικές εξαγωγές έχουν αυξηθεί, αλλά με βραδύτερο ρυθμό. 

Η αρνητική αυτή συνθήκη που έχει δημιουργηθεί και απασχολεί ευλόγως το οικονομικό επιτελείο, έχει σύνθετες αιτίες-παράγοντες που την προκαλούν και την ενισχύουν. Για τους αναλυτές της Alpha Bank, τρεις είναι οι βασικοί πυλώνες που διογκώνουν το εμπορικό έλλειμμα:

  • Ο πρώτος είναι η υποχώρηση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων στο στίβο του διεθνούς ανταγωνισμού για λόγους κόστους παραγωγής ή ποιότητας
  • Ο δεύτερος συνδέεται με την ισχυρή εγχώρια ενεργό ζήτηση, όπου οι εισαγωγές αυξάνουν ταχύτερα από τις εξαγωγές, καθώς η Ελλάδα αναπτύσσεται ταχύτερα από τους κύριους εμπορικούς μας εταίρους, τους Ευρωπαίους.
  • Ο τρίτος αφορά την υλοποίηση επενδύσεων στο πλαίσιο της απορρόφησης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης που προϋποθέτει την πραγματοποίηση εισαγωγών κεφαλαιουχικού εξοπλισμού, για την υλοποίηση άμεσων ξένων επενδύσεων.

Το ενεργειακό κόστος εκτόξευσε την αξία των εισαγωγών αγαθών

Οι εισαγωγές αγαθών διαμορφώθηκαν κατά μέσο όρο την τριετία 2022-2024 στα 87 δισ. ευρώ (τρέχουσες τιμές), έναντι περίπου  50 δισ. την περίοδο 2010-2021. Δεδομένου ότι η Ελλάδα είναι καθαρός εισαγωγέας ενέργειας, η άνοδος της αξίας των εισαγωγών αγαθών οφείλεται, πρωτίστως στις τιμές της ενέργειας, οι οποίες αυξήθηκαν απότομα μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία. Παρά το γεγονός ότι το ενεργειακό κόστος έχει αποκλιμακωθεί (2023: -13,4%, 2024: -1,4%, 5μ 2025: -0,4%) , παραμένει υψηλότερο σε σύγκριση με τα προ της ενεργειακής κρίσης επίπεδα. 

Ισχυρότερη Εγχώρια οικονομική μεγέθυνση έναντι των εμπορικών εταίρων

Παράλληλα, η χώρα βρίσκεται σε φάση οικονομικής μεγέθυνσης και μάλιστα με ρυθμούς υψηλότερους των κύριων εμπορικών εταίρων της. Το πρώτο τρίμηνο του 2025 το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδας  αυξήθηκε κατά 2,2%, έναντι 1,6% κατά μέσο όρο στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ-27), με την άνοδο αυτή να προέρχεται πρωτίστως από την ιδιωτική κατανάλωση (+1,9%). Επιπρόσθετα, οι επενδύσεις κινούνται ανοδικά τα τελευταία χρόνια, αυξάνοντας σταδιακά το ποσοστό τους περί του 15%, από 12% κατά μέσο όρο κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης. Το πρώτο τρίμηνο του έτους, αν και οι συνολικές επενδύσεις μειώθηκαν σε ετήσια βάση κατά 3,2%, η κατηγορία μηχανολογικός και τεχνολογικός εξοπλισμός κατέγραψε ετήσια άνοδο ύψους 1,7%. 

Οι επενδύσεις υποστηρίζονται, μεταξύ άλλων, από τη σταδιακή υλοποίηση του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Σημειώνεται ότι μέχρι τον Μάιο του 2025, η Ελλάδα έχει λάβει Ευρώ 21,3 δισ., δηλαδή 59% του συνολικού προϋπολογισμού. Επιπρόσθετα, σε ό,τι αφορά στο δανειακό σκέλος του προγράμματος, έως τον Απρίλιο είχαν υπογραφεί 435 δανειακές συμβάσεις συνολικού προϋπολογισμού Ευρώ 16,15 δισ., με το μεγαλύτερο μέρος αυτών να αφορά έργα σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και ενεργειακή αναβάθμιση (47%) και ψηφιακό μετασχηματισμό (22%).
Τα ανωτέρω από κοινού συνεπάγονται αυξημένες εισαγωγές τόσο καταναλωτικών, όσο και κεφαλαιουχικών προϊόντων, καθώς η εγχώρια παραγωγή (π.χ. διαρκών αγαθών και μηχανημάτων) δεν επαρκεί για να καλύψει την εγχώρια ζήτηση. Αυτό αποτυπώνεται ενδεικτικά στην ανοδική πορεία που ακολουθεί η κατανάλωση διαρκών αγαθών, η οποία υποστηρίζεται αφενός από την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος, αφετέρου από την καταναλωτική πίστη, της οποίας ο δωδεκάμηνος ρυθμός μεταβολής επέστρεψε σε θετικό έδαφος από το 2022 και μετά. 

Άνοδος Εξαγωγών και διατήρηση ανταγωνιστικότητας κόστους

Παράλληλα και οι εξαγωγές αγαθών, από το 2022 και έπειτα, έχουν διαμορφωθεί σε σημαντικά υψηλότερο επίπεδο σε σύγκριση με την προηγούμενη δεκαετία (Ευρώ 51 δισ., από Ευρώ 28 δισ. κατά μέσο όρο, την περίοδο 2010-2021, σε τρέχουσες τιμές), γεγονός που οφείλεται, μεταξύ άλλων, στην ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων. Το πρώτο τρίμηνο του 2025 οι δείκτες συναλλαγματικής ισοτιμίας της Ελλάδας μειώθηκαν κατά 1,4% με βάση τον ΕνΔΤΚ και 3,5% με βάση το ΜΚΕ, αντίστοιχα, γεγονός που συνεπάγεται περαιτέρω βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας.

Αβεβαιότητα εμπορικών πολιτικών

Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, οι συναλλαγματικές ισοτιμίες ενδέχεται να αντιμετωπίσουν αυξημένη μεταβλητότητα το τρέχον έτος εξαιτίας της αβεβαιότητας που δημιουργούν οι πολιτικές εμπορικού προστατευτισμού σε παγκόσμιο επίπεδο και οι οποίες μπορεί να έχουν επιπτώσεις στις σχετικές τιμές, σύμφωνα με την ελαστικότητα της ζήτησης για εισαγωγές βασικών υλών και ενδιάμεσων αγαθών. 

Οι επιπτώσεις αυτές εκτιμάται ότι θα είναι πιο σημαντικές για χώρες όπως η Ελλάδα με υψηλή εξάρτηση από εισαγωγές σε καταναλωτικά και ενδιάμεσα αγαθά, καθώς οι δυνατότητες υποκατάστασης αυτών είναι σχετικά περιορισμένες. Σε ότι αφορά στην ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας με βάση το μοναδιαίο κόστος εργασίας προβλέπεται ότι θα διατηρηθεί, καθώς το κόστος εργασίας εκτιμάται ότι θα αυξηθεί περισσότερο στους σημαντικότερους εμπορικούς εταίρους της χώρας.
 

Ακολουθήστε το Sofokleousin.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Σχετικά Άρθρα