Πολιτική

Ήλθε το τέλος της λιτότητας;


Αλλαγή μείγματος πολιτικής μετά το 2019 με... συνταγή Τόμσεν και ουδέτερο δημοσιονομικό αποτέλεσμα. Υπαρκτός ο κίνδυνος να ζητηθεί... βουνό μέτρων από το ΔΝΤ.

 

Μια τεράστια «γκρίζα ζώνη» αφήνει η συμφωνία των Βρυξελλών για την επάνοδο των κλιμακίων των θεσμών στην Αθήνα, την ώρα που η κυβέρνηση επιμένει ότι από χθες σηματοδοτήθηκε το τέλος της λιτότητας, αφού, όπως τόνισε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δ. Τζανακόπουλος, «οποιοδήποτε μέτρο παρθεί, θα αντισταθμισθεί από κάποιο άλλο μέτρο αντίστοιχου ποσού».

Σύμφωνα με την ερμηνεία που δίδεται από κυβερνητικής πλευράς στη χθεσινή, εποικοδομητικά (;) ασαφή συμφωνία, τα μέτρα που θα συζητηθούν με τους Θεσμούς για να νομοθετηθούν εκ των προτέρων και να τεθούν σε ισχύ το 2019, ανταποκρίνονται στο πρωθυπουργικό... δόγμα «ούτε ευρώ επιπλέον λιτότητα».

Το «πακέτο» μέτρων που θα συμφωνηθεί, κατά την κυβέρνηση, θα οδηγήσει σε μια αλλαγή του μείγματος της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής, αλλά το τελικό αποτέλεσμα θα είναι δημοσιονομικά ουδέτερο, όπως συνηθίζουν να λένε οι οικονομολόγοι, δηλαδή το τελικό άθροισμα του αποτελέσματος των μέτρων θα είναι μηδενικό.

Αυτό ανταποκρίνεται πλήρως στην κατ’ επανάληψη εκπεφρασμένη απαίτηση του Πόουλ Τόμσεν να «ξηλωθεί», ουσιαστικά, το πρόγραμμα που συμφωνήθηκε με τους Ευρωπαίους το καλοκαίρι του 2015 και να εφαρμοσθεί ένα μείγμα μέτρων πολιτικής, που θα είναι «πιο φιλικό στην ανάπτυξη», κατά τη γνωστή έκφραση του επικεφαλής του ευρωπαϊκού τμήματος του Ταμείου.

"Δόγμα Τόμσεν"

Σε αυτό το πλαίσιο, ο κ. Τόμσεν έχει ζητήσει αλλαγές στο μείγμα πολιτικής, που ως τώρα προκαλούσαν ανατριχίλες στην Αθήνα, αλλά πλέον τίθενται υπό συζήτηση με τους Θεσμούς, με βάση τη χθεσινή απόφαση του Eurogroup.

Ο κ. Τόμσεν έχει προτείνει να εξοικονομηθεί τουλάχιστον 1% του ΑΕΠ από τη μείωση του αφορολόγητου ορίου και άλλο 1% από την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς στις ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις. Τα ποσά που θα εξοικονομηθούν εισηγείται να αξιοποιηθούν για να μη χρειασθεί άλλη μείωση λειτουργικών και επενδυτικών δαπανών του Δημοσίου, αλλά και για να ενισχυθούν περαιτέρω οι άνεργοι και οι κοινωνικά ασθενέστεροι, μέσω του εγγυημένου εισοδήματος.

Ακόμη και αν η κυβέρνηση καταφέρει να ξεπεράσει τους αναπόφευκτους κραδασμούς που θα προκαλέσει η συζήτηση τέτοιων προτάσεων, υπό την απειλή μάλιστα να τιναχθεί στον αέρα η τεχνική συμφωνία και να μπλοκαρισθεί εκ νέου η διαπραγμάτευση, προβληματισμό δημιουργεί η «γκρίζα ζώνη» που αφήνεται από τη χθεσινή συμφωνία και αφορά τις (απαισιόδοξες) προβλέψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την εκπλήρωση του δημοσιονομικού στόχου (πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ) μετά το 2018.

"Αντίδοτο" στα πρόσθετα μέτρα

Η κυβέρνηση θεωρεί ότι η μεγάλη υπέρβαση που ήδη καταγράφεται στην εκπλήρωση του δημοσιονομικού στόχου και θα επιβεβαιωθεί πλήρως, όταν οριστικοποιηθούν τα στοιχεία για το 2016, διαψεύδει οριστικά τις απαισιόδοξες προβλέψεις Τόμσεν, σύμφωνα με τις οποίες, στην καλύτερη περίπτωση, η Ελλάδα μπορεί να φθάσει μεσοπρόθεσμα σε ένα πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ, ενώ για να σταθεροποιήσει το 3,5% θα χρειασθούν πρόσθετα μέτρα.

Αυτό το θέμα, παρότι και χθες ο επίτροπος Μοσκοβισί εμφανίσθηκε ιδιαίτερα αισιόδοξος, δεν έχει οριστικά διευθετηθεί. Η αποστολή του Ταμείου θα ελέγξει εξονυχιστικά όλα τα διαθέσιμα στοιχεία για το 2016, για να καταλήξει στη νέα εκτίμηση του ΔΝΤ, τόσο για το δημοσιονομικό κενό του 2018, όσο και για το εκτιμώμενο «άνοιγμα» μετά το τέλος του προγράμματος.

Πληροφορίες που μετέδωσε η γερμανική εφημερίδα "Süddeutsche Zeitung", οι οποίες πιθανότατα «διέρρευσαν» από την πλευρά του Ταμείου, ανέφεραν ότι θα χρειασθούν μέτρα 1,5 δισ. ευρώ ως το τέλος του 2018 και άλλα τόσα μετά τη λήξη του προγράμματος. Προφανώς πρόκειται για μια απαισιόδοξη εκτίμηση, αλλά το Ταμείο δεν φαίνεται να έχει διάθεση να υιοθετήσει την αισιοδοξία των ευρωπαϊκών Θεσμών και, ως εκ τούτου, ο κίνδυνος να ζητήσει πρόσθετα μέτρα λιτότητας, πέραν της δημοσιονομικά ουδέτερης αλλαγής μείγματος πολιτικής, παραμένει υπαρκτός.

Απαιτείται πολιτικό deal

Είναι προφανές ότι η έναρξη μιας τεχνικής διαπραγμάτευσης με την ομάδα Τόμσεν, μετά την Καθαρή Δευτέρα, ουδόλως εγγυάται ότι το τελικό αποτέλεσμα θα είναι αυτό που προσπαθεί να «επικοινωνήσει» η κυβέρνηση («τέλος της λιτότητας»).

Για να είναι αίσια η κατάληξη της τεχνικής διαπραγμάτευσης, απαιτείται μια πολιτική συμφωνία, στην οποία, καλώς εχόντων των πραγμάτων, θα καταλήξουν την Τετάρτη η Άνγκελα Μέρκελ με την Κριστίν Λαγκάρντ και τον Ζαν Κλωντ Γιούνκερ, στις ξεχωριστές συναντήσεις που θα έχουν στο Βερολίνο. Αυτή η συμφωνία θα πρέπει να φέρει το ΔΝΤ σε συντονισμό με την Κομισιόν, σε ό,τι αφορά εκτιμήσεις και προβλέψεις για την ελληνική οικονομία, αλλιώς οι γνωστές, ακραίες τακτικές του Π. Τόμσεν μπορεί να οδηγήσουν εκ νέου τη διαπραγμάτευση σε αδιέξοδο, εάν η ελληνική πλευρά βρεθεί αντιμέτωπη με ένα «βουνό» μέτρων.

Η κυβέρνηση, πάντως, επείγεται να κλείσει την τεχνική συμφωνία το συντομότερο και να μην αφήσει τη διαπραγμάτευση να «συρθεί» ως το καλοκαίρι, όπως άφησε να εννοηθεί ο Γ. Ντάισελμπλουμ ότι θα μπορούσε να γίνει. Αμέσως μετά, περιμένει μια διευθέτηση για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, που θα επιτρέψει στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να εντάξει τα ομόλογα στην ποσοτική χαλάρωση, ει δυνατόν στις 27 Απριλίου, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για την επάνοδο στις αγορές. Κάθε καθυστέρηση σε αυτή τη διαδικασία φέρνει πιο κοντά το τέταρτο μνημόνιο, που η Αθήνα θέλει πάση θυσία να αποφύγει...

Ακολουθήστε το Sofokleousin.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις