Σε θρίλερ εξελίσσεται η ανακοίνωση των νέων, αυξημένων τιμολογίων λιανικής για το ρεύμα, καθώς οι αυξήσεις που θα αποφασίσουν οι προμηθευτές έχουν πλέον συναρτηθεί απόλυτα με ένα σημαντικό ορόσημο της ενεργειακής κρίσης στην Ευρώπη: στις 22 Ιουλίου θα γίνει γνωστό αν οι Ρώσοι θα επαναφέρουν τις ροές φυσικού αερίου προς τη Γερμανία μέσω του αγωγού Nord Stream, ή αν θα κορυφώσουν την αναταραχή, προχωρώντας στο κλείσιμο της στρόφιγγας.
Οι κρίσιμες εξελίξεις στη Γερμανία υποχρέωσαν την κυβέρνηση να μεταθέσει αργότερα την υποχρεωτική, βάσει νόμου, ανακοίνωση νέων τιμολογίων από τους προμηθευτές, τα οποία δεν θα περιλαμβάνουν ρήτρα χονδρικής αλλά μόνο τη χρέωση της κιλοβατώρας. Η ανακοίνωση έπρεπε να γίνει αυτή την Κυριακή, 10 Ιουλίου, μέσα από τις ιστοσελίδες των εταιρειών, αλλά ο υπουργός Ενέργειας, Κώστας Σκρέκας, περνά κατεπείγουσα τροπολογία στη Βουλή για να μετατεθούν οι ανακοινώσεις στις 25 Ιουλίου.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι προμηθευτές είχαν ενημερώσει νωρίτερα την κυβέρνηση ότι είναι πρακτικά αδύνατο να προχωρήσουν στη νέα τιμολόγηση, με βάση την οποία οι καταναλωτές θα έχουν δυνατότητα να λύσουν τη σύμβαση με την εταιρεία με την οποία συνεργάζονται χωρίς πέναλτι και ανεξάρτητα αν έχουν οφειλές, αν διαπιστώσουν ότι είναι πολύ υψηλές οι νέες τιμές που θα ανακοινωθούν.
Οι εταιρείες βρέθηκαν σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, καθώς κινδύνευαν να κάνουν εντελώς άστοχες τιμολογήσεις που θα τους προκαλέσουν μεγάλες ζημιές: αν οι τιμές διαμορφωθούν με τα σημερινά δεδομένα της ευρωπαϊκής αγοράς φυσικού αερίου, οι χρεώσεις της ΔΕΗ θα πρέπει να κινηθούν προς τα 50 λεπτά ανά κιλοβατώρα και να ξεπεράσουν τα 40 λεπτά οι χρεώσεις των εναλλακτικών παρόχων. Ωστόσο, αν τα τιμολόγια ανακοινώνονταν στις 10 Ιουλίου και στις 22 η Ρωσία διέκοπτε την παροχή στη Γερμανία, στέλνοντας την τιμή του φυσικού αερίου στη... στρατόσφαιρα, ακόμη και αυτές οι αυξημένες χρεώσεις θα ήταν υπερβολικά χαμηλές για να καλύψουν την άνοδο της τιμής χονδρικής που θα προκαλούσε η εκτίναξη της τιμής του αερίου.
Με αυτά τα δεδομένα, κρίθηκε απαραίτητο να αναβληθούν ανακοινώσεις, ώστε οι προμηθευτές να μπορούν να κάνουν την τιμολόγηση γνωρίζοντας τι πραγματικά θα έχει συμβεί στην αγορά φυσικού αερίου στις 22 του μήνα. Έτσι, αν η κρίση πάρει τη χειρότερη τροπή, δηλαδή διακοπεί η παροχή από τη Ρωσία, οι τιμές λιανικής θα εκτοξευθούν πολύ υψηλότερα από τον σημερινό σχεδιασμό. Βέβαια, οι καταναλωτές δεν επηρεασθούν άμεσα, αφού ο νέος μηχανισμός επιδότησης θα καλύψει τις διαφορές, όμως ο κρατικός προϋπολογισμός θα δεχθεί ένα ισχυρό πλήγμα, αφού η επιβάρυνσή του, που σήμερα υπολογίζεται σε 1 δισ. ευρώ για τον Ιούλιο, θα αυξηθεί πολύ περισσότερο.
Διπλωματικό θρίλερ για μια... τουρμπίνα
Στην παρούσα φάση, βρίσκεται σε εξέλιξη ένα διπλωματικό θρίλερ, από την έκβαση του οποίου θα κριθεί αν η Ρωσία θα επαναφέρει τις ροές αερίου στη μεγαλύτερη αγορά της Ευρώπης, τη Γερμανία, μετά την προγραμματισμένη συντήρηση στον Nord Stream, που αρχίζει στις 11 του μήνα και ολοκληρώνεται στις 21 Ιουλίου.
Από την πλευρά της Μόσχας, δεν έχουν γίνει δηλώσεις σχετικά με τη στάση προτίθεται να κρατήσει. Επίσημα, οι Ρώσοι διαβεβαιώνουν ότι η Gazprom είναι ένας αξιόπιστος προμηθευτής φυσικού αερίου και αποδίδουν τα προβλήματα σε τεχνικούς λόγους, οι οποίοι όμως συνδέονται με το αυστηρό καθεστώς κυρώσεων που έχει επιβάλει η Δύση στη Ρωσία και οι οποίες καλύπτουν έναν κρίσιμο τομέα ρωσικού ενδιαφέροντος, τον εξοπλισμό της βιομηχανίας φυσικού αερίου.
Στις 24 Ιουνίου, οι Ρώσοι προκάλεσαν σοκ στην ευρωπαϊκή αγορά, οδηγώντας σε εκτίναξη της τιμής του φυσικού αερίου πάνω και από τα 180 ευρώ/κιλοβατώρα, όταν ανακοίνωσαν μείωση των παρεχόμενων ποσοτήτων μέσω του Nord Stream στο 40% της δυναμικότητας του αγωγού, επικαλούμενοι το γεγονός ότι μία τουρμπίνα της Siemens, που είχε σταλεί για επισκευή στον Καναδά, δεν είχε επιστραφεί στην Gazprom, επειδή πρόκειται για εξοπλισμό που εμπίπτει στις διεθνείς κυρώσεις.
Σύμφωνα με αναλυτές, αυτή η επιθετική κίνηση της Gazprom εγγράφεται στη γενικότερη πολιτική της Ρωσίας για το «ξήλωμα» των διεθνών κυρώσεων. Ουσιαστικά, οι Ευρωπαίοι πιέζονται να δημιουργήσουν ένα προηγούμενο παραβίασης του σημερινού καθεστώτος, το οποίο αργότερα οι Ρώσοι θα εκμεταλλευθούν για να δημιουργήσουν και άλλες «ρωγμές», ώστε να ξεφύγουν από τις απαγορεύσεις εξαγωγής δυτικού εξοπλισμού με τεράστια σημασία για την ενεργειακή τους βιομηχανία.
Καθώς πλησιάζει η ώρα για να κλείσει ο αγωγός για συντήρηση, η Ευρώπη προετοιμάζεται για το χειρότερο σενάριο, δηλαδή την πλήρη διακοπή των ρωσικών εξαγωγών αερίου. Δεν είναι τυχαίο ότι έχει προγραμματισθεί έκτακτη συνάντηση των υπουργών Ενέργειας, ενώ η Κομισιόν καταρτίζει, με βάση τα εθνικά αντίστοιχα σχέδια, ένα ευρωπαϊκό σχέδιο αντιμετώπισης της πλήρους διακοπής της τροφοδοσίας από τη Ρωσία.
Στο διπλωματικό παρασκήνιο, το μεγάλο θέμα συζήτησης είναι η τύχη της τουρμπίνας που βρίσκεται στον Καναδά. Το Reuters αποκάλυψε σήμερα ότι στο θέμα έχει παρέμβει η κυβέρνηση της Ουκρανίας, που υποστηρίζει ότι η επιστροφή της τουρμπίνας θα αποτελούσε παραβίαση των κυρώσεων και καλεί την κυβέρνηση του Καναδά και τις εμπλεκόμενες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να μην την επιτρέψουν. Μάλιστα, οι Ουκρανοί τονίζουν ότι η συζήτηση για την τουρμπίνα από πλευράς Μόσχας γίνεται προσχηματικά, γιατί είναι μόνο μία από τις επτά εγκατεστημένες για τη λειτουργία του Nord Stream και ο αγωγός μπορεί να επανέλθει σε πλήρη λειτουργία ακόμη και χωρίς να επιστραφεί η συγκεκριμένη τουρμπίνα.
Οι κινήσεις αυτές της ουκρανικής κυβέρνησης γίνονται επειδή υπάρχουν πληροφορίες ότι η κυβέρνηση του Καναδά προσανατολίζεται να εγκρίνει την επιστροφή της τουρμπίνας, με τη σύμφωνη γνώμη της γερμανικής κυβέρνησης, κάτι που θα σήμαινε ότι ανοίγει μια μεγάλη «τρύπα» στο καθεστώς των κυρώσεων. Αρμόδιες κυβερνητικές πηγές στον Καναδά και στη Γερμανία δεν σχολίασαν το θέμα, όπως μετέδωσε το Reuters. Σε κάθε περίπτωση, η παρέμβαση των Ουκρανών περιπλέκει την κατάσταση, καθώς το Κιέβο έχει αυξημένο ηθικό και πολιτικό βάρος σε αυτή τη συζήτηση και οι δυτικές κυβερνήσεις εκτιμάται ότι θα ήθελαν να αποφύγουν δημόσιες καταγγελίες από τον πρόεδρο Ζελένσκι περί χαλάρωσης των κυρώσεων.
Έτσι, το διπλωματικό θρίλερ φαίνεται ότι θα παραταθεί και μόνο στις 22 Ιουλίου θα γνωρίζουμε αν το χειρότερο σενάριο για την ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας θα επιβεβαιωθεί...