Οι συνεχείς τρομακρατικές επιθέσεις επαναφέρουν συνεχώς στο προσκήνιο ένα ερώτημα. Πώς θα τελειώσει η ισλαμική τρομοκρατία; Η απάντηση σήμερα είναι εξαιρετικά θολή και αβέβαιη. Η απειλή του βίαιου σουνιτικού ισλαμισμού ήταν ουσιαστικά ανύπαρκτη μέχρι το 1979, όταν η Ιρανική Επανάσταση και η αφγανική τζιχάντ έγιναν σύμβολα μιας δυνητικής δύναμης του πολιτικού Ισλάμ.
Αφότου Σουνίτες ένοπλοι κατέλαβαν το Μεγάλο Τζαμί στην Μέκκα και απαίτησαν την ανατροπή της μοναρχίας, η Σαουδική Αραβία έδωσε πολλά χρήματα σε ισλαμιστικές φιλανθρωπικές οργανώσεις, σχολεία και θρησκευτικά ιδρύματα για την ενίσχυση των θρησκευτικών διαπιστευτηρίων της μοναρχίας.
Ο ριζοσπαστισμός άρχισε να ριζώνει. Λίγα χρόνια αργότερα, μετά τον πόλεμο του Κόλπου, η σύγχρονη αλ Κάιντα γεννήθηκε, με τα μέλη της ήδη να έχουν σοβιετικά λάφυρα στην ζώνη τους. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι η ήττα του ISIS θα φέρει μόνο μια προσωρινή ανάπαυλα. Πριν από μια δεκαετία, Σουνίτες ριζοσπάστες εξέφραζαν πίστη στην αλ Κάιντα. Σε μια δεκαετία από τώρα, θα μπορούσαν κάλλιστα να κάνουν το ίδιο στον διάδοχο του ISIS.
Πλέον πολλά απο τα κράτη που έχουν άμεσες επιπτώσεις απο τον ισλαμικό εξτρεμισμό έχουν να αντιμετωπίσουν και ένα κλίμα θρησκευτικού φανατισμού το οποίο δεν μπορούν να αγνοούν και το οποίο επηρεάζει και την αποτελεσματικότητα αντιμετώπισης του. Για παράδειγμα, Για παράδειγμα, οι πολιτικοί του Πακιστάν είναι πλήρως ανίκανοι να συλλάβουν τους υπό ποινική δίωξη ηγέτες των ριζοσπαστικών ομάδων όπως η Jamaat-ud-Dawa γιατί φοβούνται την δημόσια κατακραυγή.
Οι Αρχές της Σαουδικής Αραβίας και των Εμιράτων δεν μπορούν να αποτρέψουν την διοχέτευση εκατομμυρίων δολαρίων σε ριζοσπαστικές ομάδες σε όλη την Μέση Ανατολή, επειδή τα ριζοσπαστικά πρότυπα έχουν διαχυθεί προς τα κάτω στον λαό. Σύμφωνα με μια δημοσκόπηση σημαντική μερίδα των Αιγυπτίων και Πακιστανών Μουσουλμάνων υποστηρίζουν την θανατική ποινή για αποστασία από την θρησκεία.