Με το… τσεκούρι έκανε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο την αναθεώρηση των προβλέψεών του για την οικονομική ανάπτυξη στην Ελλάδα τη διετία 2018-2019, που συμπίπτει με την έξοδο από το μνημόνιο, προκαλώντας νέες και σοβαρές επιπλοκές στη συζήτηση με τους Ευρωπαίους δανειστές για τη βιωσιμότητα του χρέους και με την ελληνική κυβέρνηση για τα μέτρα που θα εφαρμοσθούν τη διετία 2019-2020.
Στην έκθεση World Economic Outlook που δόθηκε προ ολίγου στη δημοσιότητα, διατυπώνονται προβλέψεις ιδιαίτερα απαισιόδοξες -ακόμη και για τα δεδομένα του Ταμείου- όσον αφορά τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας.
Οι δυσοίωνες προβλέψεις δημοσιοποιούνται λίγα 24ωρα πριν από την κρίσιμη συνάντηση του Washington Group την Παρασκευή, στο περιθώριο της εαρινής συνόδου του Ταμείου όπου θα συζητηθεί το θέμα του χρέους, αλλά και πριν από την προγραμματισμένη για το Σάββατο συνάντηση Τσακαλώτου – Λαγκάρντ.
Ενώ η κυβέρνηση εκτιμά ότι η ελληνική οικονομία θα επιτύχει ανάπτυξη 2,5% και 2,4% το 2018 και 2019, το ΔΝΤ χαμηλώνει τον πήχυ σε 2% και 1,8% αντίστοιχα, λαμβάνοντας υπόψη τον χαμηλότερο από το αρχικά προβλεπόμενο ρυθμό ανάπτυξης του 2017 (1,4%) και πιθανόν άλλους παράγοντες, τους οποίους δεν εξηγεί αναλυτικά η έκθεση.
Η διαφορά εκτιμήσεων από την αμέσως προηγούμενη έκδοση του WEO είναι τεράστια: σε αυτή, το Ταμείο προέβλεπε ότι ρυθμός ανάπτυξης του 2018 θα έφθανε το 2,6%, ενώ η τελευταία έκδοση τον περιορίζει σε 2%, όπως προαναφέρθηκε. Στην προηγούμενη έκθεση δεν υπήρχε πρόβλεψη για το 2019, αλλά υπήρχε η εκτίμηση ότι το 2022 ο ρυθμός ανάπτυξης θα έπεφτε στο 1%, που αποτελεί και την εκτίμηση του ΔΝΤ για το μακροπρόθεσμο ρυθμό ανάπτυξης (long term growth rate), ένα μέγεθος – κλειδί για την ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους.
Η μείωση των εκτιμήσεων γίνεται ακόμη πιο σοκαριστική, αν ληφθεί υπόψη ότι το Ταμείο αναθεωρεί ανοδικά την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη στην ευρωζώνη, ανεβάζοντας τον εκτιμώμενο ρυθμό στο 2,4% το 2018 (προηγούμενη εκτίμηση: 2,2%), ενώ το 2017 είχε φθάσει το 2,4%, δηλαδή βρισκόταν σε μεγάλη απόσταση από το «καχεκτικό» 1,4% της Ελλάδας.
Το αναπτυξιακό σχέδιο
Οι νέες εκτιμήσεις περιπλέκουν τη συζήτηση για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, καθώς, αντί να μικραίνει το χάσμα εκτιμήσεων Ευρωπαίων – ΔΝΤ για την ανάπτυξη της Ελλάδας, άρα και για τη δυνατότητα εξυπηρέτησης του χρέους, το χάσμα διευρύνεται σημαντικά.
Οι κυβερνήσεις της ευρωζώνης υπολόγιζαν -και έχει γίνει σχετική δήλωση από το Eurogroup- ότι το νέο αναπτυξιακό σχέδιο της ελληνικής κυβέρνησης, που θα εφαρμοσθεί μετά τη λήξη του προγράμματος, θα βελτιώσει σημαντικά τις αναπτυξιακές προοπτικές της Ελλάδας και θα διευκολύνει τη σύγκλιση απόψεων Ευρωπαίων – ΔΝΤ για τη βιωσιμότητα του χρέους, ώστε το Ταμείο να σταματήσει να απαιτεί δραστικά μέτρα ελάφρυνσης, που δεν είναι αποδεκτά από τις κυβερνήσεις της ευρωζώνης, με πρώτη την Γερμανία.
Προς το παρόν, το αναπτυξιακό σχέδιο παραμένει υπό διαμόρφωση, με τους Ευρωπαίους δανειστές να αμφισβητούν την αξιοπιστία του, γι’ αυτό και δεν έχει ληφθεί υπόψη από το Ταμείο στους υπολογισμούς που γίνονται στο τελευταίο WEO. Όμως, οι τεχνοκράτες του Ταμείου αμφισβητούν με πολύ έντονο τρόπο τη δυνατότητα της ελληνικής οικονομίας να ανεβάζει με γρήγορους ρυθμούς την παραγωγικότητα μεσομακροπρόθεσμα. Στην καλύτερη περίπτωση, όπως εκτιμάται, με ένα «καλό» αναπτυξιακό σχέδιο, ο μακροπρόθεσμος ρυθμός ανάπτυξης θα αυξηθεί οριακά από το Ταμείο, δηλαδή από 1% σε 1,25%, όσο δηλαδή ήταν εκτίμησή του ως το καλοκαίρι του 2015, όταν την αναθεώρησε καθοδικά, μετά τις εξελίξεις του α’ εξαμήνου του έτους.
Το σκηνικό που έχει στηθεί από τους τεχνοκράτες του Ταμείου, πριν περάσει η συζήτηση στους πολιτικούς αξιωματούχους, δηλαδή στην Κριστίν Λαγκάρντ, τον Πιερ Μοσκοβισί και τους υπουργούς Οικονομικών των μεγαλύτερων οικονομιών της ευρωζώνης, που συγκροτούν το άτυπο Washington Group, έχει γκρίζα όψη.
Η Κριστίν Λαγκάρντ αναμένεται να επιμείνει, την Παρασκευή, στην ανάγκη ενεργοποίησης σοβαρών μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, προσκρούοντας στις αντιρρήσεις του Γερμανού υπουργού Οικονομικών. Στη συνάντηση με τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, το Σάββατο, είναι δύσκολο να φαντασθεί κανείς πώς η γενική διευθύντρια του Ταμείου θα αποφύγει τον πειρασμό να ζητήσει ενεργοποίηση της μείωσης του αφορολόγητου ορίου από το 2019, όταν οι υπηρεσιακοί παράγοντες του Ταμείου προβλέπουν τόσο χαμηλό ρυθμό ανάπτυξης για το ίδιο έτος (μόλις 1,8%).
Σήμα κινδύνου για τα δάνεια
Εκτός από τις προβλέψεις για το ΑΕΠ, έκθεση του Ταμείου έχει άλλη μια σημαντική αναφορά ελληνικού ενδιαφέροντος. Το ΔΝΤ προειδοποιεί ότι, αν δεν μειωθούν δραστικά τα «κόκκινα» δάνεια στην ευρωζώνη και, πρωτίστως, σε Ελλάδα, Ιταλία και Πορτογαλία θα παραμείνουν σοβαροί περιορισμοί στη δυνατότητα των τραπεζών να χρηματοδοτούν τις οικονομίες.
Σε μια γενική αναφορά για τα τραπεζικά συστήματα της ευρωζώνης, που βεβαίως αφορά περισσότερα τα ασθενή τραπεζικά συστήματα, όπως το ελληνικό, το Ταμείο τονίζει ότι «η κατάλληλη και προβλέψιμη χρήση του bail-in των πιστωτών των τραπεζών, όπως και οι προληπτικές ανακεφαλαιοποιήσεις θα είναι ζωτικής σημασίας για τη μείωση της αβεβαιότητας και του ρίσκου αντισυμβαλλόμενου σε καταστάσεις χρηματοπιστωτικού στρες, αλλά και για τον περιορισμό των βαρών που θα σηκώσουν οι φορολογούμενοι».