Εξίσωση με δύο αγνώστους είναι η σημερινή έκδοση 7ετών ομολόγων του Δημοσίου, καθώς ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους «δοκιμάζει τα νερά» της αγοράς, έχοντας τις «πλάτες» για πρώτη φορά της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, και ανάλογα με τις προσφορές που θα γίνουν για το κόστος δανεισμού θα διαμορφώσει και το τελικό ποσό που θα αντληθεί.
Το βιβλίο προσφορών άνοιξε νωρίτερα σήμερα για το ομόλογο λήξης 2027 με εντολή του ΟΔΔΗΧ σε κοινοπραξία έξι μεγάλων διεθνών τραπεζών: Citi, Commerzbank, Credit Suisse, Morgan Stanley, Nomura και Societe Generale.
Ο ΟΔΔΗΧ εκδίδει 7ετές ομόλογο για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια και προσβλέπει σε μια απόδοση διάθεσης όχι υψηλότερη του 2%. Η αρχική καθοδήγηση των αναδόχων ήταν για 230 μονάδες βάσεις (2,3%) πάνω από τα mid term swaps του ευρώ, που είναι αρνητικά (-0,16%), δηλαδή για μια απόδοση γύρω στο 2,1%.
Όσο υποβάλλονται οι προσφορές η απόδοση μειώνεται, αλλά παραμένει αβέβαιο αν θα είναι τελικά κάτω από 2%. Ανάλογα με τις αποδόσεις που θα προσφερθούν από τους επενδυτές θα διαμορφωθεί και το ποσό που τελικά θα αντληθεί και αναμένεται ότι θα είναι τουλάχιστον 2 δισ. ευρώ.
Η έκδοση του Δημοσίου ευνοείται από τα μέτρα της ΕΚΤ, καθώς τα ελληνικά ομόλογα έχουν περιληφθεί στο QE και αγοράζονται από την κεντρική τράπεζα, ενώ έχουν επανέλθει και στο παράθυρο χρηματοδότησης με την πρόσφατη επαναφορά του waiver, κάτι που σημαίνει ότι οι τράπεζες μπορούν να τα χρησιμοποιούν ως ενέχυρο για φθηνό δανεισμό. Ακόμη σημαντικότερο, ίσως, είναι το γεγονός ότι έχουν αρθεί οι περιορισμοί στις αγορές ελληνικών ομολόγων από τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες μπορούν να υποστηρίξουν τη σημερινή έκδοση.
Πάντως, το περιβάλλον για τις χώρες της περιφέρειας της ευρωζώνης δεν είναι θετικό. Οι πρόσφατες αποφάσεις του Eurogroup, όπως σημειώνει η Rabobank, έδειξαν ότι κάθε χώρα θα αναλάβει μόνη της να χρηματοδοτήσει το κόστος της κρίσης του κορονοϊού, αφού αποκλείσθηκαν οι κοινές εκδόσεις ομολόγων, κάτι που έχει ανεβάσει το spread ιταλικών και γερμανικών ομολόγων στο 2,25%, ενώ ανοδικά κινούνται σήμερα και οι αποδόσεις των ελληνικών τίτλων στη δευτερογενή αγορά, με το 10ετές να επανέρχεται σε απόδοση άνω του 2%.
Η κυβέρνηση προχωρά σε αυτή την έκδοση για να ενισχύσει τα διαθέσιμα και να μη χρειασθεί να «πειράξει» άμεσα το μαξιλάρι των 20 δισ. ευρώ που διαχειρίζεται ελεύθερα (για τα άλλα 16 δισ. ευρώ του μαξιλαριού χρειάζεται ειδική άδεια από τους Ευρωπαίους). Για τον ίδιο σκοπό, εξετάζεται το ενδεχόμενο να προχωρήσει και σε έκτακτες εκδόσεις εντόκων γραμματίων.