Ανατιμήσεις «μαμούθ» που κατά περιπτώσεις θα προσεγγίσουν το 30%, αναμένουν πολλές επιχειρήσεις το επόμενο διάστημα, εξαιτίας του υψηλού ενεργειακού κόστους, που προκαλεί σημαντικές δυσχέρειες και μεγεθύνει τα λειτουργικά τους έξοδα. Οι επιχειρήσεις, τουλάχιστον στην Αττική, είναι κατά τη συντριπτική τους πλειοψηφία (95%) εξαρτημένες ενεργειακά από το ηλεκτρικό ρεύμα και αυτό σημαίνει πρακτικά ότι επηρεάζονται άμεσα, σφόδρα και κυρίως αρνητικά από το ράλι των ενεργειακών τιμών, διεθνώς αλλά και στην Ελλάδα.
Πόσω μάλλον όταν η ενέργεια αποτελεί κυρίαρχο συντελεστή κόστους (άνω του 20%) για το ένα τρίτο των βιοτεχνικών επιχειρήσεων. Συνεπώς, όπως προκύπτει και από την έρευνα που πραγματοποίησε το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο της Αθήνας, ο αντίκτυπος στις τελικές τιμές των προϊόντων που θα παραδώσουν οι επιχειρήσεις στους καταναλωτές θα είναι ισχυρός και… εξόχως επιβαρυντικός για τους τελευταίους. Σχεδόν οι μισές επιχειρήσεις εκτιμούν ότι οι τιμές των προϊόντων / υπηρεσιών τους θα αυξηθούν γύρω στο 10% εξαιτίας των ανατιμήσεων στην ενέργεια, ενώ το 15% των εταιρειών εκτιμούν ότι θα υπάρξει αύξηση άνω του 30%. Ο παράγων που ορίζει το τελικό μέγεθος αύξησης στη τιμή του προϊόντος, είναι ο βαθμό εξάρτησης της επιχείρησης από το ενεργειακό κόστος.
Το 68% των ΜμΕ, εκτιμούν ότι οι διεθνείς αυξήσεις θα επηρεάσουν πολύ το κόστος παραγωγής, ενώ πάνω από τις μισές επιχειρήσεις που έλαβαν μέρος στην έρευνα, θεωρούν ανεπαρκή τα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση, για να αναχαιτίσει την ενεργειακή κρίση και δη τα «πλήγματα» προς το επιχειρείν.
Αυτό που είναι αξιοσημείωτο από την έρευνα και αποτυπώνει το μέγεθος του προβλήματος που θα μετακυλιστεί στους καταναλωτές, είναι πως ακόμη σημαντικές αυξήσεις τιμών στα προϊόντα τους, ετοιμάζουν επιχειρήσεις που δεν εξαρτώνται υπέρμετρα από το ενεργειακό κόστος.
Όπως, μάλιστα, αναφέρεται στην έρευνα, τρεις στους τέσσερις επιχειρηματίες δεν έχουν ακόμη αναζητήσει τρόπους για παραγωγή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας –έναντι ενός 10% που το έχει ήδη κάνει. Παράλληλα, τρεις στους τέσσερις επιχειρηματίες σχεδιάζουν την αγορά μηχανημάτων χαμηλότερης ενεργειακής κλάσης ή παραγωγής ΑΠΕ, με χρηματοδοτικές ενισχύσεις.