Σε αχαρτογράφητα μονοπάτια κινείται το λιανεμπόριο, με τους εμπόρους να καλούνται το επόμενο διάστημα σε ασκήσεις ισορροπίας, καθώς η ενεργειακή κρίση και ο υψηλός πληθωρισμός πυροδοτούν εκτίναξη των τιμών, επηρεάζοντας την καταναλωτική ζήτηση και πιέζοντας προς τα κάτω πωλήσεις και τζίρο.
Οι προσδοκίες των εμπόρων για την καλοκαιρινή σεζόν με την άνοδο του τουρισμού και τις θερινές εκπτώσεις αποδείχθηκαν μάλλον υπερβολικές: Μόνο τα καταστήματα και οι εμπορικές επιχειρήσεις που βρίσκονται κοντά σε σημεία τουριστικού ενδιαφέροντος, καθώς και τα μεγάλα εμπορικά κέντρα φάνηκαν να κεφαλαιοποιούν κέρδη από την αυξημένη τουριστική κίνηση.
Όσο για τις εκπτώσεις και στην περίπτωση αυτή είχαμε χαμηλές πτήσεις αφού οι έμποροι είδαν καλύτερους τζίρους από πέρυσι - όταν υπήρχε ακόμη ο ανασταλτικός παράγων της πανδημίας, σίγουρα όμως δεν έπιασαν τα επίπεδα του 2019.
Τα στοιχεία για τις επιδόσεις
Την εκτίμηση αυτή επιβεβαιώνει έρευνα του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών και του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών που πραγματοποιήθηκε με την συμμετοχή 417 σημείων πώλησης. Σύμφωνα με τις διαπιστώσεις και τα συμπεράσματα της έρευνας:
- 6 στις 10 επιχειρήσεις κατέγραψαν μικρότερες πωλήσεις φέτος σε σύγκριση με τις εκπτώσεις του 2019 (59,8%),
- 6 στις 10 επιχειρήσεις (57,7%) είδαν καλύτερες επιδόσεις από πλευράς τζίρου σε σύγκριση με το 2021.
- 3 στις 10 επιχειρήσεις επηρεάστηκαν άμεσα και θετικά ως προς τις πωλήσεις τους από τον τουρισμό
- 52% των καταστημάτων διαπίστωσε υποχώρηση στην επισκεψιμότητα, ενώ για το 24% η κίνηση ήταν στα ίδια επίπεδα με πέρυσι
- 4 καταστήματα στα 10 που ασκούν δραστηριότητα σε σημεία που προσελκύουν τουριστική ροή, είτε στο κέντρο της Αθήνας κοντά στον κύκλο της Ακρόπολης, είτε σε εμπορικά κέντρα (malls), ενίσχυσαν σημαντικά τον τζίρο τους από τους ξένους επισκέπτες.
Την ίδια περίοδο οι συνοικιακές αγορές της Αθήνας καθώς και οι περιφερειακές αγορές που αντιπροσωπεύουν το 63,5% του δείγματος και δεν επηρεάζονται από τον τουρισμό, αντιμετώπισαν σοβαρό πρόβλημα αφού το περιορισμένο πλέον διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών δεν μπόρεσε να τονώσει τον τζίρο.
Η εξέλιξη της ζήτησης και οι τζίροι
Οι παράγοντες που περιορίζουν την κατανάλωση σύμφωνα με την έρευνα είναι:
- Η συρρίκνωση της αγοραστικής δύναμης και των διαθέσιμων εισοδημάτων
- Η έλλειψη ρευστότητας,
- Η άνοδος κόστους ενέργειας και μεταφορών,
- Η άνοδος των τιμών στα είδη πρώτης ανάγκη
Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ στον τομέα του εμπορίου (χονδρικό και λιανικό)
- Καταγράφεται μεν αύξηση του τζίρου κατά το β΄ τρίμηνο του 2022 σε σύγκριση με το β΄ τρίμηνο του 2021, στα 42,02 δισ. ευρώ
- όμως η αύξηση αυτή είναι σχετικά μικρή (21,9%), δεδομένου μάλιστα ότι φέτος δεν ισχύουν περιοριστικά μέτρα στα εμπορικά καταστήματα ενώ σημαντικό μέρος, μάλιστα, της αύξησης του τζίρου οφείλεται στις αυξημένες τιμές.
Τεστ αντοχής για ένδυση – υπόδηση
Δοκιμασία καλείται να διαχειριστεί ο κλάδος ένδυσης και υπόδησης που λανσάρει τις φθινοπωρινές συλλογές με υψηλότερες τιμές κατά 8-15%, ενώ στο πίσω μέρος του μυαλού τους οι επιχειρηματίες έχουν τις αφίξεις των νέων ξένων σημάτων, αλλά κυρίως τις επιπτώσεις του πληθωρισμού στο εισόδημα των καταναλωτών, που αποτελούν τέστ αντοχής για τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων του κλάδου.
Σε δύσκολη θέση τα συνοικιακά μαγαζιά
Το μεγαλύτερο πρόβλημα αντιμετωπίζουν οι μικροί και μεσαίοι επιχειρηματίες, καθώς καλούνται να διαχειριστούν μια δυναμική κατάσταση κρίσης σε πολλά μέτωπα:
Από τη μια την περιορισμένη πλέον καταναλωτική δαπάνη αφού οι πολίτες έχουν ήδη αρχίσει να κόβουν ακόμα και βασικά είδη πρώτης ανάγκης και από την άλλη τα αυξημένα κόστη λειτουργίας με επιπλέον έναν τεράστιο όγκο οφειλών και υποχρεώσεων που είτε παραμένουν αρρύθμιστες είτε δεν υπάρχει η απαιτούμενη ρευστότητα για να διευθετηθούν.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τέσσερις στις δέκα µικρομεσαίες επιχειρήσεις φοβούνται ότι θα αναγκαστούν να διακόψουν τη δραστηριότητά τους στο μέλλον, ενώ το 6,5% αντιμετωπίζει άμεσα τον κίνδυνο «λουκέτου».
Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, , το πρώτο εξάμηνο του 2022 αυξήθηκαν μεσοσταθμικά:
– το κόστος ενέργειας κατά 76%,
– το κόστος προμήθειας πρώτων υλών και εμπορευμάτων κατά 43,5%,
– το κόστος καυσίμων οχημάτων κατά 57,8%,
– το κόστος προμήθειας εξοπλισμού και μηχανημάτων κατά 26,2%.
Περισσότερες από μία στις τρεις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις (37,1%), μάλιστα, δήλωσαν ότι έχουν μηδενικά ρευστά διαθέσιμα (27,8%) ή διαθέσιμα που επαρκούν λιγότερο από μήνα (9,2%), με τα μεγαλύτερα προβλήματα να εντοπίζονται στις μικρότερες, με βάση τον αριθμό εργαζομένων και τον κύκλο εργασιών, επιχειρήσεις.
Σε καλύτερη θέση τα malls και τα πολυκαταστήματα
Εκτός από την ώθηση λόγω τουρισμού, τα εμπορικά κέντρα και τα πολυκαταστήματα διαθέτουν επιπλέον όπλα για να διαχειριστούν την κατάσταση κι αυτό δεν είναι άλλο από τις πρακτικές είτε των συγχωνεύσεων είτε των επεκτάσεων είτε και των επενδύσεων.
Και η κινητικότητα στον χώρο είναι γεγονός.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα η νέα επέκταση των χώρων του πολυκαταστήματος Attica στο κέντρο της Αθήνας υλοποιεί η εταιρεία Αττικά Πολυκαταστήματα, ενώ στον σχεδιασμό της για την φετινή χρονιά συμπεριλαμβάνεται και η προσθήκη νέων εταιρειών μόδας, ως αποκλειστικός αντιπρόσωπος.
Tην ίδια ώρα τα βρεφικά Πολυκαταστήματα Λητώ και Ήρα ενώνουν τις δυνάμεις τους συνενώνοντας κάτω από την ίδια στέγη πολυάριθμα επώνυμα ελληνικά και ξένα brands όλων των προϊοντικών κατηγοριών.
Κραυγή αγωνίας από τους μικρούς - Ορατός ο κίνδυνος για λουκέτα
Ο φόβος των μικρομεσαίων εμπόρων είναι υπαρκτός και πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψιν: Φοβούνται πως πολλές επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου δε θα αντέξουν το αυξημένο λειτουργικό κόστος και ταυτόχρονα τη μείωση τζίρου λόγω ακρίβειας και θα αναστείλουν τη λειτουργία τους με σημαντικές απώλειες στις θέσεις εργασίας.
Μάλιστα παρά το αρχικό μούδιασμα για την απουσία μέτρων εκ μέρους του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ προτείνουν:
- Να ξαναδεί η κυβέρνηση μια σειρά ζητημάτων όπως η ρύθμιση χρεών και οι φορολογικές ελαφρύνσεις με κατάργηση του φόρου επιτηδεύματος και πλήρη κατάργηση της προκαταβολής φόρου εισοδήματος επόμενου έτους,
- να ξεπαγώσει η ρευστότητα με τη βοήθεια των τραπεζών και
- να δοθεί στήριξη για την ενεργειακή λαίλαπα με μέτρα όπως η κατάργηση του ΕΦΚ στα καύσιμα και η απαλλαγή των λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος από τέλη και φόρους υπέρ τρίτων.