«Το οικονομικής φύσεως πλημμέλημα δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν έγκλημα» σημειώνει ο Εμπορικός Σύλλογος Αθηνών σε ανακοίνωσή του με αφορμή τις διατάξεις του νέου Ποινικού Κώδικα.
Συγκεκριμένα, ο Εμπορικός Σύλλογος Αθηνών σημειώνει τα εξής:
«Οι νέες αλλαγές στον ποινικό κώδικα σκοπό έχουν την πάταξη της μεσαίας μικροεγκληματικότητας και, όπως δήλωσε ο αρμόδιος υπουργός, πρέπει να τερματιστεί η λογική ότι επειδή κάποιος κάνει πλημμέλημα δεν πρέπει να πάει φυλακή, και έφερε ως παράδειγμα τις κλοπές που γίνονται ξανά και ξανά από τα ίδια άτομα.
Καταρχάς, είμαστε ικανοποιημένοι που ένα χρόνιο αίτημα του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών έγινε πραγματικότητα, και περιμένουμε ότι η σωστή εφαρμογή του νέου μέτρου θα μετριάσει το μεγάλο πρόβλημα της παραβατικότητας στο εμπορικό κέντρο και τις περιφερειακές αγορές της Αθήνας.
Επιπροσθέτως όμως, οι νέες διατάξεις επηρεάζουν δυστυχώς και την επιχειρηματική δραστηριότητα και κινδυνεύουν πλέον, κατόπιν καταδίκης για οικονομικά αδικήματα πλημμεληματικής φύσεως, με εγκλεισμό σε σωφρονιστικό κατάστημα, επιχειρηματίες, έμποροι και νόμιμοι εκπρόσωποι εταιρειών. Εάν εστιάσουμε λοιπόν στο άρθρο 21 του νέου Ποινικού Κώδικα, περισσότερο μοιάζει η αλλαγή να στοχεύει στην εντατικοποίηση της καταστολής όσων έχουν οφειλές προς το Δημόσιο και "όπλο" του κράτους στην προσπάθεια είσπραξης των προς αυτό οφειλών, παρά προσπάθεια εξορθολογισμού των ποινών και στήριξης των επιχειρήσεων.
Ειδικότερα, βασική αλλαγή που επιφέρει η νέα νομοθεσία είναι η δυνατότητα αναστολής μιας ποινής μόνο εάν αυτή είναι μικρότερη του ενός έτους. Ποινές μεγαλύτερες του ενός έτος και μέχρι τα δύο έτη θα εκτίονται πρωτίστως με εναλλακτικούς τρόπους έκτισης, δηλαδή είτε με μετατροπή της ποινής φυλάκισης σε χρηματική ποινή είτε με κοινωφελή εργασία, ενώ για τις ποινές που υπερβαίνουν τα δύο έτη θα υπάρχει μερική, πραγματική, έκτιση της ποινής φυλάκισης σε σωφρονιστικό κατάστημα, για τις περιπτώσεις που η ποινή φυλάκισης είναι έως τρία έτη, και έκτιση για τις ποινές που υπερβαίνουν τα τρία έτη.
Παράλληλα, οι νόμιμοι εκπρόσωποι εταιρειών που έχουν εκ του νόμου αντικειμενική ευθύνη, σε περίπτωση τέλεσης μιας σειράς αδικημάτων βρίσκονται περισσότερο εκτιθέμενοι, όσο μεγαλύτερη είναι η επιχείρηση που διοικούν, σε μια πιθανή διάπραξη σημαντικών αδικημάτων. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι ένα εργατικό ατύχημα μπορεί πλέον να οδηγήσει σε εγκλεισμό σε σωφρονιστικό κατάστημα του νόμιμου εκπροσώπου μιας εταιρείας έστω και εάν αυτός δεν είχε καμία σχέση με τη τήρηση ή μη των μέτρων ασφαλείας σε ένα εργοτάξιο.
Μετά την πάροδο σχεδόν δεκαπέντε ετών που η επιχειρηματική κοινότητα της χώρας ήρθε αντιμέτωπη με μια ανυπέρβλητη οικονομική κρίση, με μια πρωτοφανή υγειονομική βόμβα και η συνέχεια του χρόνου έφερε στο προσκήνιο πολέμους στη γειτονιά μας, με άμεσο αποτέλεσμα σε όλη την ευρωζώνη την ενεργειακή κρίση, την αύξηση του πληθωρισμού και την ακρίβεια, η επιβίωση των επιχειρήσεων επιτεύχθηκε χάρις στην οξυδέρκεια και το εμπορικό δαιμόνιο του Έλληνα, αλλά και τα αποτελεσματικά κυβερνητικά μέτρα στήριξης της επιχειρηματικότητας.
Όμως, η συσσώρευση οφειλών προς το δημόσιο και τις τράπεζες έχουν φορτώσει με υπερβολικά χρέη τις εταιρείες και μόνο το μέτρο των συνεχών ρυθμίσεων μπορεί και τις κρατά ακόμα όρθιες, γιατί διάθεση φθηνού χρήματος από τα τραπεζικά ιδρύματα δεν υπάρχει ούτε σαν σκέψη για το εγγύς μέλλον.
Είναι λοιπόν τουλάχιστον άδικο να δούμε συναδέλφους σε σωφρονιστικό κατάστημα για πλημμελήματα, που ουσιαστικά δεν φέρουν καμία ευθύνη για την οικονομική κατάσταση που ήρθαν, είτε γιατί δεν μπόρεσαν λόγω συνθηκών να ανταπεξέλθουν στα ανυπέρβλητα εμπόδια και έκλεισαν στο μνημονιακό παρελθόν τις επιχειρήσεις τους είτε γιατί μπόρεσαν να επιβιώσουν συσσωρεύοντας οφειλές.
Σίγουρα οι κακουργηματικές οικονομικές πράξεις πρέπει να τιμωρούνται δια φυλάκισης, αλλά είναι σίγουρο ότι η κυβέρνηση πρέπει να ξανασκεφτεί τις μελλοντικές επιπτώσεις του άρθρου 21 του νέου Ποινικού Κώδικα που θα στέλνει μέλη οικογενειακών επιχειρήσεων στη φυλακή και θα γκρεμίσει ό,τι πετύχαμε τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια για την επιβίωση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και τη δυνατότητα δεύτερης ευκαιρίας σε όλους όσοι δεν κατόρθωσαν να επιβιώσουν στις κρίσεις».