Σοβαρό πλήγμα στις φιλοδοξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αναδειχθεί σε αυτόνομη γεωοικονομική δύναμη αποτελεί η νέα αναβολή της εμπορικής συμφωνίας με τη Mercosur, καθώς εσωτερικές αντιδράσεις και πολιτικοί υπολογισμοί μπλοκάρουν ένα deal-ορόσημο που θα μπορούσε να μειώσει την εξάρτηση της Ευρώπης από ΗΠΑ και Κίνα.
Αντί για την υπογραφή της μεγαλύτερης συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου στην ιστορία της, η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται και πάλι αντιμέτωπη με τις εσωτερικές της αντιφάσεις. Η πολυαναμενόμενη εμπορική συμφωνία με τη Mercosur, την οικονομική ένωση της Αργεντινής, της Βραζιλίας, της Ουρουγουάης και της Παραγουάης, δεν υπεγράφη εντός της αυτοεπιβαλλόμενης προθεσμίας της 20ής Δεκεμβρίου, παρά τις προσδοκίες ότι θα αποτελούσε απόδειξη της ευρωπαϊκής γεωοικονομικής ισχύος.
Οι διαπραγματεύσεις, που εκτείνονται σε βάθος 25 και πλέον ετών, έχουν προκαλέσει έντονη δυσαρέσκεια στις χώρες της Νότιας Αμερικής. Η αποτυχία τήρησης του χρονοδιαγράμματος εντείνει την αμφισβήτηση για το κατά πόσο η Ε.Ε. μπορεί να λειτουργήσει ως αξιόπιστος εμπορικός εταίρος σε έναν κόσμο αυξανόμενων γεωπολιτικών εντάσεων.
Παρά τις διαβεβαιώσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι καταβάλλεται προσπάθεια για να ολοκληρωθεί η συμφωνία, το εγχείρημα παραμένει πολιτικά εύθραυστο. Η επόμενη απόπειρα τοποθετείται χρονικά για τα μέσα Ιανουαρίου, χωρίς καμία εγγύηση επιτυχίας.
Ανησυχία για τον αγροτικό τομέα
Κεντρικό εμπόδιο παραμένουν οι έντονες αντιδράσεις κρατών-μελών που ανησυχούν ότι η συμφωνία θα πλήξει τους εγχώριους αγροτικούς τους τομείς. Οι ανησυχίες αυτές αποτυπώθηκαν και στις πρόσφατες κινητοποιήσεις αγροτών πανευρωπαϊκά, που καταγγέλλουν ότι η απελευθέρωση των εισαγωγών θα συμπιέσει τις τιμές και τα εισοδήματά τους.
Ιδιαίτερο βάρος αποκτά ο ρόλος της Ιταλίας, η οποία εμφανίζεται ως ρυθμιστής της τελικής έκβασης. Η Ρώμη ζητά επιπλέον χρόνο και εγγυήσεις για την προστασία της αγροτικής παραγωγής, ενώ άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες εκτιμούν ότι επιχειρεί να αποσπάσει περισσότερες παραχωρήσεις.
Το γεωπολιτικό διακύβευμα
Η αποτυχία της συμφωνίας δεν είναι απλώς εμπορικό ζήτημα. Για τις Βρυξέλλες, το άνοιγμα προς τη Mercosur θα μπορούσε να αποτελέσει κρίσιμο βήμα απεξάρτησης από τις ΗΠΑ και την Κίνα, σε μια περίοδο όπου οι σχέσεις της Ε.Ε. και με τις δύο υπερδυνάμεις χαρακτηρίζονται από έντονες τριβές.
Η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με αυξανόμενες εμπορικές πιέσεις από το Πεκίνο, αλλά και με μια πιο σκληρή γραμμή από την Ουάσιγκτον, η οποία έχει επιβάλει δασμούς σε ευρωπαϊκά προϊόντα και έχει εξασφαλίσει όρους, που πολλοί στις Βρυξέλλες θεωρούν δυσμενείς.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η Mercosur θα μπορούσε να προσφέρει μια εναλλακτική αλυσίδα εφοδιασμού και μια ενιαία αγορά περίπου 780 εκατ. καταναλωτών.
Κίνδυνος απώλειας αξιοπιστίας
Αναλυτές προειδοποιούν ότι μια νέα αποτυχία θα υπονομεύσει σοβαρά την αξιοπιστία της Ε.Ε. ως παγκόσμιου εμπορικού παίκτη. Άλλες αναδυόμενες οικονομίες παρακολουθούν στενά, αξιολογώντας πόσο δύσκολο είναι να κλείσει κανείς συμφωνίες με την Ένωση, ακόμη και μετά από δεκαετίες διαπραγματεύσεων.
Την ίδια στιγμή, οι χώρες της Mercosur εξετάζουν εναλλακτικές κατευθύνσεις, ανοίγοντας διαύλους συνεργασίας με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, τον Καναδά, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιαπωνία, γεγονός που αυξάνει την πίεση προς τις Βρυξέλλες.
Παρά την αισιοδοξία που εκφράζεται επισήμως, ότι η συμφωνία μπορεί ακόμη να «σωθεί», το ζήτημα δείχνει να καταλήγει σε μια κρίσιμη δοκιμασία πολιτικής βούλησης.
Χωρίς αποφάσεις και συμβιβασμούς, η ΕΕ κινδυνεύει να χάσει μια ιστορική ευκαιρία, να αποδείξει ότι μπορεί να χαράξει τη δική της στρατηγική, σε έναν κόσμο που αναδιατάσσεται γύρω από νέους πόλους ισχύος.
Από την άλλη πλευρά, βέβαια, τυχόν λανθασμένες αποφάσεις και δυσμενείς συμβιβασμοί θα μπορούσαν να στοιχίσουν στην Ε.Ε την εσωτερική της συνοχή, αποδυναμώνοντας περαιτέρω τη θέση της.
Α.Ν