Τράπεζες

Πάρτι στα καταναλωτικά δάνεια με «καπέλο» 3% στα επιτόκια


Τι δείχνει η σύγκριση των επιτοκίων στην Ελλάδα με τους μέσους όρους της ευρωζώνης

Δυναμικά επανέρχονται στο προσκήνιο τα καταναλωτικά δάνεια, με τον ρυθμό αύξησης των χορηγήσεων να ξεπερνά το 6% σε ετήσια βάση, ενώ μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η πολιτική που ακολουθούν οι τράπεζες σε σχέση με τα επιτόκια δανεισμού, καθώς στα δάνεια για καταναλωτικούς σκοπούς το «καπέλο» επιτοκίων σε σχέση με τον μέσο όρο της ευρωζώνης ξεπερνά το 3%, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Σε αντίθεση με τα στεγαστικά δάνεια, που εξακολουθούν να παρουσιάζουν αρνητικούς ρυθμούς μεταβολής, τα καταναλωτικά δάνεια καταγράφουν συνεχώς θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης ήδη από τα μέσα του 2022, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος. Τον Αύγουστο του 2025, ο ετήσιος ρυθμός αύξησης των καταναλωτικών δανείων ανήλθε στο 6,3%. Έτσι, παρά το αρνητικό πρόσημο στα στεγαστικά, ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής της συνολικής χρηματοδότησης των νοικοκυριών έγινε θετικός τον Ιούνιο του 2025 για πρώτη φορά μετά από 15 έτη.

Σύμφωνα με την Έρευνα Τραπεζικών Χορηγήσεων για το β' τρίμηνο του 2025, η ζήτηση για καταναλωτικά δάνεια αυξήθηκε ως ένα βαθμό λόγω χρηματοδοτικών αναγκών. Ωστόσο, δεν αναμενόταν αξιόλογη μεταβολή της ζήτησης για καταναλωτικά δάνεια το γ' τρίμηνο του 2025.

Σε αυτό το κλίμα, οι τράπεζες φαίνεται ότι αποφεύγουν να επιβάλλουν επιτόκια πολύ υψηλότερα από την ευρωζώνη για τα στεγαστικά δάνεια, όπου η ζήτηση είναι «αναιμική». Το μέσο επιτόκιο των στεγαστικών στην Ελλάδα διαμορφώνεται σε 3,55%, έναντι μέσου όρου 3,32% στην ευρωζώνη. Κάτι ανάλογο παρατηρείται και στις πιστωτικές κάρτες, όπου οι διαφορές επιτοκίων είναι μικρές (0,27% υψηλότερα στην Ελλάδα), δεδομένου ότι η χρήση πιστωτικών καρτών από τους Έλληνες καταναλωτές είναι υποτονική.

Στα δάνεια για καταναλωτικούς σκοπούς, όπου η ζήτηση είναι αυξημένη, οι τράπεζες επιβάλλουν τα μεγαλύτερα «καπέλα» σε σχέση με τον μέσο όρο της ευρωζώνης, καθώς το ελληνικό επιτόκιο φθάνει το 10,45%, έναντι 7,4% στην ευρωζώνη, με τη διαφορά να υπερβαίνει το 3%. Ακόμη μεγαλύτερη, στο 3,34%, είναι η διαφορά της συνολικής επιβάρυνσης (ΣΕΠΠΕ) στην ίδια κατηγορία δανείων.

Τα επιτόκια των δανείων για τα νοικοκυριά

Κατηγορία Δανείου Ευρωζώνη Ελλάδα
Διαφορά (%)
Ανακυκλούμενα δάνεια και υπεραναλήψεις, διευκολύνσεις και πιστώσεις πιστωτικών καρτών 7,73 10,32 2,59
Ανακυκλούμενα δάνεια και υπεραναλήψεις 7,35 8,34 0,99
Πιστωτικές κάρτες 16,42 16,69 0,27
Δάνεια εξαιρουμένων των ανακυκλούμενων δανείων και υπεραναλήψεων, διευκολύνσεων και πιστωτικών καρτών
     
Για καταναλωτικούς σκοπούς 7,4 10,45 3,05
Για αγορά κατοικίας 3,32 3,55 0,23
Για άλλους σκοπούς 4,11 5,38 1,27
ΣΕΠΠΕ σε δάνεια προς νοικοκυριά για καταναλωτικούς σκοπούς 8,18 11,52 3,34
ΣΕΠΠΕ σε δάνεια προς νοικοκυριά για αγορά κατοικίας 3,61 3,81 0,2

Πιο ασφαλή τα δάνεια σε νοικοκυριά

Οι τράπεζες ανοίγουν και πάλι τον βηματισμό τους στην καταναλωτική πίστη, καθώς σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος (Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας), οι κίνδυνοι των δανείων στα νοικοκυριά είναι μειωμένοι. Ειδικότερα, ο κίνδυνος επιτοκίου για τα νοικοκυριά μειώθηκε οριακά, καθώς οι διαδοχικές μειώσεις των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ (σωρευτικά κατά 200 μονάδες βάσης από τον Ιούνιο του 2024) αντανακλώνται εν μέρει στα επιτόκια των δανείων.

Ο κίνδυνος εισοδήματος για τα νοικοκυριά παραμένει περιορισμένος , παρά τη μείωση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος λόγω του πληθωρισμού. Η αγορά εργασίας συνεχίζει να παρουσιάζει βελτίωση, καθώς το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε στο 8,6% το β' τρίμηνο του 2025 (από 9,8% το αντίστοιχο τρίμηνο του 2024). Ο δείκτης προσδοκιών για την απασχόληση διατηρήθηκε σε υψηλά επίπεδα (114,4 τον Αύγουστο του 2025).

Σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, η χρηματοοικονομική κατάσταση των νοικοκυριών δεν εγείρει ανησυχίες για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, τονίζει η ΤτΕ. Ο προσαρμοσμένος καθαρός πλούτος ανά κάτοικο στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά 8,0% (σε 87,6 χιλ. ευρώ) το α' τρίμηνο του 2025 σε ετήσια βάση, κυρίως λόγω της ανόδου της αξίας των κατοικιών. Ο δείκτης Χρέους προς Περιουσιακά Στοιχεία βελτιώθηκε σε 9,1% το α' τρίμηνο του 2025 (από 9,6% το 2024), παραμένοντας χαμηλότερος από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ (10,7%).

Ακολουθήστε το Sofokleousin.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις