«Οι Έλληνες στις ευρωεκλογές αναπόφευκτα δεν θα ψηφίσουν μόνο για το ποια Ευρώπη προτιμούν. Πιστεύω ακράδαντα ότι θα αποδοκιμάσουν και την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ για την εξουθένωση και τη φτωχοποίηση της μεσαίας τάξης, την ιδεοληπτική πολιτική της στο χώρο των αξιών και της παιδείας και την απαράδεκτη και ανάλαφρη υποχωρητικότητα στα εθνικά θέματα».
Αυτό είπε ο πρώην υπουργός και υποψήφιος βουλευτής Ροδόπης της ΝΔ Ευρυπίδης Στυλιανίδης στη συνέντευξή του στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, σημειώνοντας επίσης ότι «αυτό που πρέπει να καταλάβουν οι κυβερνώντες είναι ότι στην πολιτική το φινάλε αξίζει περισσότερο από την πρεμιέρα».
Ερωτηθείς για τα προβλήματα που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η Ευρώπη με δεδομένο το κύμα λαϊκισμού και ευρωσκεπτικισμού που εμφανίζεται έντονο, ο κ. Στυλιανίδης υποστηρίζει ότι «το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι η ΕΕ απομακρύνθηκε από τη μεγάλη ιδέα της ευρωπαϊκής κοινοπολιτείας που είχαν αναδείξει οι οραματιστές της» και σημείωσε ότι «το στοίχημα είναι να αναχαιτίσουμε αυτή την επικίνδυνη τάση και να αναδείξουμε πραγματική πολιτική ευρωπαϊκή ηγεσία που θα έχει τη δύναμη να ξαναεμπνεύσει τους λαούς και να οριοθετήσει ένα νέο ευρωπαϊκό όραμα».
Τέλος, ο κ. Στυλιανίδης δηλώνει ότι «η ψήφος των Ελλήνων υπέρ της Νέας Δημοκρατίας και του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος είναι βαρύ πιστοποιητικό προσήλωσης στις ευρωπαϊκές αξίες και έγκρισης σύγχρονων πολιτικών που έχει ανάγκη η Ευρώπη».
Η συνέντευξη
Κύριε Στυλιανίδη απομένει ένας μήνας από τις ευρωεκλογές και θα ήθελα να σας ρωτήσω εάν εκτιμάτε ότι ασχοληθήκαμε αρκούντως ως χώρα με το διακύβευμα των ευρωπαϊκών εκλογών
Οι ευρωεκλογές αυτές είναι ιδιαίτερα κρίσιμες για όλους τους λαούς, αλλά νομίζω ότι δυστυχώς δεν το έχουμε συνειδητοποιήσει. Τις αντιμετωπίζουμε με λογική τοπικής και μικροκομματικής αντιπαράθεσης, ενώ θα κρίνουν το μέλλον μας, καθιστώντας ζητούμενες τις αξίες, που η νεότερη γενιά μέχρι τώρα θεωρούσε δεδομένες. Η μεγάλη ιδέα των οραματιστών μιας ευρωπαϊκής κοινοπολιτείας μπορεί να μην ολοκληρώθηκε ακόμα, ωστόσο τα πεδία των αιματηρών πολέμων τα αντικατέστησαν, τις προηγούμενες δεκαετίες, τα τραπέζια των διαπραγματεύσεων.
Τα φασιστικά και ολοκληρωτικά καθεστώτα έδωσαν τη θέση τους σε ώριμες και λειτουργικές Δημοκρατίες. Οι ρατσισμοί και οι αυταρχισμοί εκτοπίστηκαν σε μεγάλο βαθμό από το σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα. Εδραιώθηκε στις Συνθήκες, χάρη κυρίως στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, η έννοια κοινωνική οικονομία της αγοράς, δηλαδή μια πολιτική που διαχέει την ανάπτυξη παντού, ευνοεί την κοινωνική κινητικότητα, ενισχύει τα φτωχότερα κράτη της Ένωσης και εδραιώνει τις ίσες ευκαιρίες για όλους και την κοινωνική δικαιοσύνη.
Όλα αυτά κλονίζονται συθέμελα και εμείς δεν το συνειδητοποιούμε. Επαναπαυόμαστε. Αδιαφορούμε. Λες και δεν είμαστε επιβάτες στο ίδιο καράβι. Ασχολούμαστε μόνο με τα «δικά μας», γιατί προφανώς δεν καταλαβαίνουμε ότι κι αυτά εξαρτώνται πλήρως από την έκβαση της Ευρώπης.
Πέραν αυτών, ποια θα λέγατε ότι είναι τα μεγάλα προβλήματα που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η Ευρώπη με δεδομένο το κύμα λαϊκισμού και ευρωσκεπτικισμού που εμφανίζεται έντονο;
Το μεγαλύτερο πρόβλημα που επισημαίνω είναι ότι η ΕΕ απομακρύνθηκε από την μεγάλη ιδέα της «Ευρωπαϊκής Κοινοπολιτείας» που είχαν αναδείξει οι οραματιστές της. Περιορίστηκε σε μια νομισματική και τραπεζική ένωση, χωρίς να τολμήσει να προχωρήσει σε δημοσιονομική, οικονομική και εντέλει πολιτική ενοποίηση. Δεν ψήφισε το 2003 το δικό της Ευρωπαϊκό Σύνταγμα. Αυτό είχε ως συνέπεια να φτιαχτεί ένα όμορφο κοινό καράβι που όμως δεν εξοπλίστηκε κατάλληλα για καταιγίδες και όταν αυτές ήλθαν με την οικονομική κρίση του 2009, τότε κινδύνεψε να μείνει ακυβέρνητο και να καταστραφεί.
Την οραματική πολιτική ηγεσία των εμπνευσμένων πολιτικών την αντικατέστησε μια γραφειοκρατική τεχνοκρατική υπαλληλία των Βρυξελλών, απομακρυσμένη από τους λαούς και τα προβλήματα της καθημερινότητας τους. Αυτή λειτουργώντας τεχνοκρατικά, ίσως ήξερε τι πρέπει να γίνει. Δεν ήξερε όμως, όπως οι οραματιστές εκλεγμένοι πολιτικοί, πώς, πόσο και πότε μπορεί να γίνει. Πόσο δηλαδή αντέχουν τις αλλαγές και πόσο εμπιστεύονται την ηγεσία τους οι Ευρωπαίοι πολίτες.
Αυτό κλόνισε την εμπιστοσύνη των λαών της Ευρώπης προς τις Βρυξέλλες. Τους απομάκρυνε από το κοινό όραμα που μεταπολεμικά τους είχε συγκλονίσει. Όταν δε είδαν τη σταθμισμένη εθνική ψήφο που κατοχύρωνε την αρχή της ισοτιμίας στην Ευρώπη των πατρίδων, να την αντικαθιστά το διευθυντήριο των μεγάλων κρατών ή η ηγεμονική νοοτροπία κάποιων, όταν είδαν το σπάσιμο της αρχής της αλληλεγγύης με τις συζητήσεις περί Grexit, κλονίστηκαν πραγματικά. Θα φανταζόταν κανείς τις ΗΠΑ να μιλούν στο Κογκρέσσο τους για έξοδο της Καλιφόρνια, όταν αυτή πτώχευσε; Έτσι εκτός από τα δύο κυρίαρχα ρεύματα των Ευρωπαϊστών/Φεντεραλιστών και των Ευρωσκεπτικιστών, εμφανίστηκε και ένα επικίνδυνο τρίτο ρεύμα, αυτό των Ευρωαρνητών που οδήγησε στο Brexit, στην αναβίωση του εθνικισμού, του νεοναζισμού και του εθνοαπομονωτισμού.
Το στοίχημα τώρα είναι να αναχαιτίσουμε αυτή την επικίνδυνη τάση. Να επαναφέρουμε την Ευρώπη στις ράγες της ευρωπαϊκής κοινοπολιτείας. Να αναδείξουμε πραγματική πολιτική ευρωπαϊκή ηγεσία που θα έχει τη δύναμη να ξαναεμπνεύσει τους λαούς και να οριοθετήσει ένα νέο ευρωπαϊκό όραμα, μέσα στο οποίο θα χωρά το μικρό όνειρο του κάθε Ευρωπαίου πολίτη και της κάθε τοπικής ή εθνικής κοινωνίας.
Στη χώρα μας οι ευρωεκλογές θα είναι, θεωρείτε, πρόκριμα των εθνικών εκλογών;
Επί 4 χρόνια δεν είχαμε καμία πολιτική αναμέτρηση. Αυτό δημιούργησε φορτίσεις και αντιπαραθέσεις, που τώρα έχουν την ευκαιρία να εκφρασθούν εκλογικά. Οι Έλληνες στις ευρωεκλογές αναπόφευκτα δεν θα ψηφίσουν μόνο για το ποια Ευρώπη προτιμούν. Πιστεύω ακράδαντα ότι θα αποδοκιμάσουν και την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ για την εξουθένωση και την φτωχοποίηση της μεσαίας τάξης, την ιδεοληπτική πολιτική της στο χώρο των αξιών και της παιδείας και την απαράδεκτη και ανάλαφρη υποχωρητικότητα της στα εθνικά θέματα.
Εάν η διαφορά μεταξύ της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖA είναι μεγάλη πιστεύετε ότι η χώρα πρέπει να οδηγηθεί άμεσα σε εθνικές εκλογές;
Αυτό θα συμβεί ούτως ή άλλως. Αυτό που πρέπει να καταλάβουν οι κυβερνώντες είναι ότι στην πολιτική το φινάλε αξίζει περισσότερο από την πρεμιέρα. Όποιος δεν το συνειδητοποίησε, τον κατάπιε η ιστορία και τον λησμόνησε ο λαός.
Τι σημαίνει για την Ελλάδα και κυρίως για τη ΝΔ το γεγονός ότι ο υποψήφιος για την Κομισιόν, προερχόμενος από το ΕΛΚ, Μάνφρεντ Βέμπερ ξεκίνησε την προεκλογική του εκστρατεία από την Αθήνα τη Μ. Τρίτη;
Ο Μάνφρεντ ξέρει και ακολουθεί τη διαδρομή της ευρωπαϊκής ιστορίας, γι΄ αυτό ξεκινά συμβολικά από την πατρίδα που γέννησε την Ευρώπη και τη δημοκρατία. Παράλληλα έχει μεγάλη σημασία για έναν Γερμανό και μάλιστα Βαυαρό Χριστιανοδημοκράτη, να κερδίσει την ψήφο εμπιστοσύνης του λαού που δοκιμάστηκε πιο σκληρά από όλους, από την ανετοιμότητα της ΕΕ και την ατολμία της ευρωπαϊκής ηγεσίας των καιρών μας να επιδείξει αμέσως αλληλεγγύη και άντεξε. Η ψήφος των Ελλήνων υπέρ της Νέας Δημοκρατίας και του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος είναι βαρύ πιστοποιητικό προσήλωσης στις ευρωπαϊκές αξίες και έγκρισης σύγχρονων πολιτικών που έχει ανάγκη η Ένωση.
Σας προβληματίζει το κλίμα σκανδαλολογίας που έχει αναπτυχθεί έντονα στην πορεία προς τις εθνικές κάλπες;
Είναι άθλιο να προσπαθούν οι πολιτικοί να ψηλώσουν, κοντύνοντας, υβρίζοντας και συκοφαντώντας τους αντιπάλους τους. Αυτό δημιουργεί ένα φαύλο κύκλο εθνικού διχασμού που συνήθως καταλήγει, όπως μας διδάσκει η ιστορία μας, σε εθνικές τραγωδίες. Αυτό δεν το λέω τώρα. Το υποστήριξα με κόστος και όταν κάποιοι που σήμερα το επικαλούνται, το χρησιμοποιούσαν από θέση ισχύος. Θυμίζω την υπόθεση του Βατοπεδίου. Ανήκω σε αυτούς που πάντα διαφωνούσαν με αυτή τη νοοτροπία, είτε «βοηθούσε», είτε «έπληττε» την παράταξη μου ή εμένα προσωπικά και σε πολλές περιπτώσεις το πλήρωσα. Πιστεύω ότι οι μάχες κερδίζονται στρατηγικά όταν υπερέχεις στην πρόταση, στις ιδέες και στα επιχειρήματα από τον αντίπαλο σου. Υποστηρίζω δε όλα τα χρόνια που πολιτεύομαι, ότι σημασία σε αυτό το πολιτικό παιχνίδι εντέλει δεν έχει μόνο ο στόχος, αλλά και ο τρόπος που επιλέγεις να τον προσεγγίσεις.
Εύχομαι το γρηγορότερο να ξεφύγουμε από αυτό το κλίμα. Να αφήσουμε τη Δικαιοσύνη ανενόχλητη να κάνει τη δουλειά της δίχως να τη φορτώνουμε με τις διαφορές και τις ανεπάρκειες της πολιτικής. Χωρίς να την επαινούμε, ούτε να την μεμφόμαστε, να σεβαστούμε την ανεξαρτησία της.
Ποια είναι η εκτίμησή σας για την αποτυχία Ερντογάν να εκλέξει τους δικούς του δημάρχους στην Άγκυρα και την Κωνσταντινούπολη και τι σημαίνει αυτό για το πολιτικό μέλλον του Τούρκου πρωθυπουργού;
Ο χειρότερος σύμβουλος για έναν πολιτικό είναι η ανασφάλεια και η αλαζονεία.
Αυτά μπορούν να τον φέρουν αντιμέτωπο με τον ίδιο του το λαό κι αυτό είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να του συμβεί, διότι ξεραίνουν τη ρίζα που τον τροφοδοτεί και τον δυναμώνει. Δυστυχώς ο Ταγίπ Ερντογάν απομακρύνεται συνεχώς από τον δρόμο προς την Ευρώπη, κάτι που σταδιακά τον απομονώνει και κλονίζει τις σχέσεις του με τη Δύση αλλά και την πολιτική του κυριαρχία.
Ο νέος δήμαρχος Κωνσταντινούπολης διακρίνεται για πιο φιλελληνικά αισθήματα;
Ο Ιμάμογλου, λένε, ότι έχει έντονα αυτοδιοικητικό προφίλ. Είναι από τη Ριζούντα, δηλαδή ενδεχομένως με ποντιακή ρίζα, αλλά αυτό δε λέει τίποτε, αν δε δούμε τις θέσεις και κυρίως τις πράξεις του σε θέματα που αφορούν στην Ελλάδα.
Ωστόσο, όμως, σε πολιτικό επίπεδο συνεχίζονται αμείωτες οι προκλήσεις αναφορικά με τη χώρα μας. Πιστεύετε ότι σε συνδυασμό με τα ενεργειακά στην Κύπρο υπάρχει ο φόβος ενός θερμού επεισοδίου- τον οποίο εξέφρασε κατά τη διάρκεια της πρόσφατη επίσκεψης στη χώρα μας και ο Αμερικανός γερουσιαστής Ρόμπερτ Μενέντεζ;
Η Τουρκία είναι μια χώρα με σταθερή εξωτερική πολιτική και με ξεκάθαρη διάθεση να εμφανιστεί ως περιφερειακή δύναμη. Όσον αφορά στην ΑΟΖ είναι φυλακισμένη στη γεωγραφία της, την οποία προσπαθεί να σπάσει παραβιάζοντας όμως προκλητικά το διεθνές δίκαιο. Η προκλητικότητα της σε Κύπρο και Αιγαίο στοχεύει στο να δημιουργήσει ετεροβαρή τετελεσμένα, καταστρέφοντας τις καλές σχέσεις που πήγαν να δημιουργηθούν τα προηγούμενα χρόνια.
Η Ελλάδα δεν θέλει την οικονομική και πολιτική αποδόμηση της γείτονος, αλλά και δεν μπορεί να παρακολουθεί παθητικά την προκλητικότητα της. Έχει χρέος να υπερασπιστεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα, και το κάνει διαρκώς. Το νέο στοιχείο είναι το θερμό ενδιαφέρον Αμερικανών και Γάλλων για την περιοχή, κάτι που μετά τις πρόσφατες αποφάσεις του αμερικανικού Κογκρέσου αποκτά ενδιαφέρον. Πάντως πιστεύω ακράδαντα ότι την ειρήνη και την ασφάλεια στη περιοχή μας, εκτός από την επιδίωξη καλών σχέσεων, την εγγυάται κυρίως η ισχυρή αποτρεπτική μας δύναμη και η ταύτιση μας με τα συμφέροντα των χωρών της Ευρωατλαντικής Συμμαχίας, όπως εκφράστηκε στην Κύπρο με τη συνεκμετάλλευση των θαλάσσιων ενεργειακών κοιτασμάτων.
Με αφορμή το γεγονός ότι ως καθηγητής στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο της Κύπρου υποδεχθήκατε πρόσφατα τον Κυριάκο Μητσοτάκη στην έδρα του πανεπιστημίου, θα ήθελα το σχόλιό σας για τη μη αναθεώρηση του άρθρου 16 για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην Κύπρο είδε από κοντά και ανέδειξε την ορθότητα των επιχειρημάτων που με πάθος υποστήριξε κατά την αναθεωρητική διαδικασία του άρθρου 16 του Συντάγματος στην Ελληνική Βουλή. Εντός του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου, στο Innovation Center της Microsoft -ένα από τα 100 του κόσμου-, συνάντησε Ελλαδίτες φοιτητές και συζήτησε μαζί τους, τους προβληματισμούς τους για το μέλλον. Διαπίστωσε ότι η Κύπρος πέτυχε αυτό που αρνήθηκε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ λόγω της ιδεοληψίας της για την Ελλάδα, δηλαδή το σπάσιμο του κρατικού μονοπωλίου στην ανώτατη εκπαίδευση. Γι΄ αυτό σήμερα φιλοξενεί δεκάδες χιλιάδες Ελλαδίτες και ξένους φοιτητές από 60 διαφορετικές εθνικότητες. Διασφαλίζει το 5% του ΑΕΠ της από την εκπαίδευση, η οποία προσφέρεται σε υψηλότατο επίπεδο, τόσο από τα ιδιωτικά, όσο και από τα δημόσια ιδρύματα. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης με μια κίνηση ισχυρού συμβολισμού από την Κύπρο, έδειξε νομίζω το δρόμο του μέλλοντος για την Ελλάδα και πιστεύω εξέφρασε την ισχυρή βούληση της Νέας Δημοκρατίας να επενδύσει στην εκπαίδευση και στη νέα γενιά της πατρίδας μας υιοθετώντας την αντίληψη ότι όλα είναι θέμα παιδείας.
Το νομοσχέδιο για την Παιδεία που ψηφίστηκε τη Μεγάλη Εβδομάδα πώς το κρίνετε;
Η έκτακτη νομοθέτηση του κ. Γαβρόγλου για την εκπαίδευση Μεγαλοβδομαδιάτικα δείχνει την προχειρότητα και τον ψηφοθηρικό μικροκομματισμό με τον οποίο αντιμετωπίζει ο ΣΥΡΙΖΑ την παιδεία. Αποτελεί δε πισώπλατο μαχαίρωμα του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου και της Θράκης η ίδρυση 4ης Νομικής στην Πάτρα, παρά την αντίθεση των υφιστάμενων Νομικών Σχολών της χώρας και του συνόλου σχεδόν των Δικηγορικών Συλλόγων.