Οι αλλαγές στον δικαστικό χάρτη της χώρας, που προωθούνται ύστερα από καθυστερήσεις πολλών ετών από το υπουργείο Δικαιοσύνης, αναμφίβολα αποτελούν μια μεταρρύθμιση ιστορικής σημασίας. Όμως, το υπουργείο που έχει αναλάβει αυτή την κρίσιμη νομοθετική πρωτοβουλία οφείλει και να αποφύγει σφάλματα ιστορικής σημασίας στη διαμόρφωση του νέου δικαστικού χάρτη, τα οποία αναίτια θα προκαλέσουν ταλαιπωρία των πολιτών και επιβάρυνση των επιχειρήσεων.
Στην εισηγητική έκθεση του σχετικού νομοσχεδίου, που έχει δοθεί σε δημόσια διαβούλευση, αναφέρεται ότι:
«Επιδιώκεται ο λελογισμένος περιορισμός του αριθμού των υφιστάμενων δικαστηρίων, με τη διατήρηση του αναγκαίου και χρήσιμου αριθμού δικαστηρίων πρώτου βαθμού. Ειδικότερα, ορίζονται οι κεντρικές και οι τυχόν παράλληλες και περιφερειακές έδρες των πρωτοδικείων κάθε περιφερειακής ενότητας (πρώην νομού), καθώς και η κατά τόπο αρμοδιότητά τους. Για τον καθορισμό των εδρών εφαρμόστηκαν αντικειμενικοί κανόνες χωροταξίας, ώστε ορθολογικά να μειωθούν τα δικαστήρια που δεν έχουν λόγο ύπαρξης πλέον, με απόλυτο σεβασμό στις συνταγματικές επιταγές».
Ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει την ορθότητα αυτών των γενικών αρχών. Ωστόσο, είναι αδύνατο να γίνει κατανοητό με βάση την κοινή αντίληψη ποιους «αντικειμενικούς κανόνες χωροταξίας» μπορεί να εξυπηρετεί η απόφαση να δημιουργηθεί περιφερειακή έδρα του Πρωτοδικείου Πειραιά στα Μέγαρα, αντί της Ελευσίνας, όπου λειτουργεί έως τώρα ένα από τα αρχαιότερα Ειρηνοδικεία της χώρας, το οποίο ιδρύθηκε το 1840.
Υπάρχουν τουλάχιστον έξι λόγοι που επιβάλλουν να επανεξετασθεί αυτή η απόφαση από το αρμόδιο υπουργείο και μπορούν να γίνουν άμεσα κατανοητοί ακόμη και από μη ειδικούς:
- Η Ελευσίνα, ο Ασπρόπυργος και η Μάνδρα – Ειδυλλία, αποτελούν περιοχές της Δυτικής Αττικής με μεγάλη συγκέντρωση πληθυσμού, που υπολογίζεται σε 85.000 κατοίκους και είναι υπερδιπλάσιος του πληθυσμού των Μεγάρων (περίπου 37.000).
- Η Ελευσίνα και οι όμοροι δήμοι αποτελούν την «καρδιά» της οικονομικής δραστηριότητας όχι μόνο της Αττικής αλλά και σε εθνικό επίπεδο, συγκεντρώνοντας μεγάλες βιομηχανικές μονάδες, εμπορευματικό κέντρο, λιμένα και μεγάλο πλήθος μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Στον δε γειτονικό Ασπρόπυργο θα μεταφερθεί σύντομα και το Σωφρονιστικό Κατάστημα Κορυδαλλού.
Ακόμη η Ελευσίνα
- αποτελεί το Κέντρο της Περιφερειακής Ενότητας Δυτικής Αττικής με όλες τις υπηρεσίες (έδρα Αντιπεριφέρειας, ΔΟΥ, Υποθηκοφυλακείο - Κτηματολόγιο, ΕΦΚΑ και το Ειρηνοδικείο που λειτουργεί, όπως προαναφέρθηκε, από το 1840).
- διαθέτει επαρκέστερη Αστυνομική Δύναμη που θα δικαιολογούσε την κάλυψη των ζητημάτων ασφαλείας ενός Πρωτοδικείου σε αντίθεση με το Δήμο Μεγαρέων.
- διαθέτει όλα τα δίκτυα Αστικών Συγκοινωνιών και Προαστιακού (αντίθετα με την πόλη των Μεγάρων που διαθέτει μόνο ΚΤΕΛ).
- διαθέτει ακίνητα με τις κατάλληλες προδιαγραφές για την εγκατάσταση της έδρας του Πρωτοδικείου.
Το ερώτημα, λοιπόν, είναι ποιοι «αντικειμενικοί κανόνες χωροταξίας» μπορεί να υπαγορεύουν αυτή την ακατανόητη απόφαση, που μάλιστα πρέπει να τονισθεί ότι αποτέλεσε κεραυνό εν αιθρία για όσους παρακολουθούσαν το θέμα, δεδομένου ότι μέχρι και τη δημοσιοποίηση του νομοσχεδίου αναμενόταν ότι η περιφερειακή έδρα του Πρωτοδικείου θα έμενε στην Ελευσίνα.
Το αρμόδιο υπουργείο οφείλει να λάβει σοβαρά υπόψη του τις αντιρρήσεις που εκφράζουν οι δήμοι της περιοχής και να αναθεωρήσει τις αποφάσεις του, πριν να κατατεθεί το νομοσχέδιο στη Βουλή.
Μια έδρα Πρωτοδικείου στα Μέγαρα θα δημιουργούσε μόνο εμπόδια, ταλαιπωρία και οικονομικό κόστος στους κατοίκους, τους επαγγελματίες και τους δικηγόρους της ευρύτερης περιοχής. Ακόμη και για ένα απλό πιστοποιητικό, οι 85.000 πολίτες της περιοχής θα χρειάζεται να μετακινούνται σε απόσταση άνω των 20 χιλιομέτρων.
Σημειώνεται ότι η μετάβαση στον Δήμο Μεγαρέων, στα σύνορα με τον Νομό Κορινθίας, μπορεί να γίνει μόνο με υπεραστική συγκοινωνία και όχι αστική, μέσω του Προαστιακού σιδηρόδρομου, του οποίου δεν υπάρχει κοντινός σταθμός. Αυτός ήταν, άλλωστε, και ο λόγος που αποφασίσθηκε η μεταφορά της ΔΟΥ από τα Μέγαρα στην Ελευσίνα.
Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης, δείχνει την τόλμη και αποφασιστικότητα να προωθήσει μια μεγάλη και αναγκαία από δεκαετίες μεταρρύθμιση. Έχει αποδείξει ότι αφουγκράζεται τις ανάγκες της κοινωνίας και όχι ειδικών συμφερόντων και ενεργεί πάντα με οδηγό τον ορθολογισμό.
Μια απόφαση που προφανώς αντιβαίνει τους αντικειμενικούς κανόνες χωροταξίας, αλλά και την κοινή λογική, μπορεί και πρέπει να διορθωθεί.