Ένα 24ωρο πριν από την κρίσιμη συνεδρίαση του ΔΣ του ΔΝΤ, οι πληροφορίες και οι ενδείξεις δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικές για την ελληνική πλευρά. Απόφαση για τη (χρηματοδοτική) συμμετοχή ή μη του Ταμείου μάλλον δεν πρόκειται να ληφθεί, η αβεβαιότητα θα παραταθεί, η κυβέρνηση θα βρίσκεται σε «αναμμένα κάρβουνα» τις επόμενες δύο εβδομάδες μέχρι τη συνεδρίαση του Eurogroup.
Τη λήψη αποφάσεων δυσχεραίνει όχι μόνο η αλλαγή ισορροπιών στους κόλπους του ΔΝΤ μετά την ανάληψη της προεδρίας των ΗΠΑ από τον Τραμπ, αλλά και οι εσωτερικές διαφωνίες στα ανώτερα κλιμάκια του Ταμείου ως προς την ακολουθητέα γραμμή στα ευρωπαϊκά ζητήματα – και εν προκειμένω στο ελληνικό.
Σύμφωνα με πληροφορίες, διάσταση απόψεων υπάρχει μεταξύ της Κριστίν Λαγκάρντ και του επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Τμήματος Πολ Τόμσεν. Ενώ η Γενική Διευθύντρια του ΔΝΤ έχει εξαφανισθεί τον τελευταίο καιρό από το προσκήνιο στην πιο κρίσιμη φάση της διαπραγμάτευσης, ο σκληροπυρηνικός τεχνοκράτης του Ταμείου που ανέβηκε θέσεις στην ιεραρχία χειριζόμενος το ελληνικό ζήτημα, φαίνεται ότι διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της στάσης όχι μόνον του του ΔΝΤ αλλά των δανειστών συνολικά.
Βρήκαν modus vivendi
Παράγοντες στην Αθήνα και στις Βρυξέλλες που γνωρίζουν εκ των έσω τα τεκταινόμενα, εκτιμούν ότι κινούμενος ερήμην της Λαγκάρντ – ή με την ανοχή της, ο Τόμσεν έχει βρει modus vivendi με τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών. Διαφωνούν βέβαια στο θέμα της ελάφρυνσης χρέους και για το ύψος των αναγκαίων πρωτογενών πλεονασμάτων αν δεν υπάρξει ουσιαστική ελάφρυνση.
Συμφωνούν όμως ότι οι δανειστές πρέπει να τηρήσουν ενιαία, σκληρή και ανυποχώρητη γραμμή απέναντι στην Ελλάδα, απαιτώντας απρέγκλιτη εφαρμογή όλων των συμφωνηθέντων και λήψη όποιων νέων μέτρων κρίνονται αναγκαία.
Η συνεννόηση ολοκληρώθηκε κατά την πρόσφατη επίσκεψη Τόμσεν στο Βερολίνο και τη συνάντηση του με τον Β. Σόιμπλε. Σε δηλώσεις του μετά από αυτή τη συνάντηση αυτή ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ έδειξε ότι «κατανοεί» τους λόγους για τους οποίους το ΔΝΤ δεν αποφασίζει να μπει στο ελληνικό πρόγραμμα.
Δεν συμμερίσθηκε βέβαια τις απόψεις του Ταμείου περί μη βιωσιμότητας του χρέους και αναγκαίας ελάφρυνσης του – τις οποίες «κατανοεί» αλλά δεν μπορεί να αποδεχθεί εν μέσω προεκλογικής περιόδου στη χώρα του.
Οι απαιτήσεις για μέτρα
Εδειξε όμως ότι συμμερίζεται τι απόψεις και τι απαιτήσεις του ΔΝΤ για πρόσθετο μέτρα εφ’ όσον δεν μειώνεται δραστικά το χρέος και απαιτούνται μεγαλύτερα πρωτογενή πλεονάσματα: Περαιτέρω περικοπές συντάξεων, ψαλίδισμα του αφορολόγητου, περιστολή κρατικών δαπανών, αλλαγές στα εργασιακά κλπ.
Βρίσκοντας πεδίο συνεννόησης, Σόιμπλε και Τόμσεν κατορθώνουν να συσπειρώσουν όλους τους Θεσμούς σε μία κοινή γραμμή έναντι της Ελλάδας, η οποία συνίσταται στην απαίτηση να νομοθετηθούν εκ των προτέρων τα μέτρα λιτότητας που ενδέχεται να χρειασθούν από το 2019 – όπως ζητά το ΔΝΤ.
Ετσι, η ελληνική κυβέρνηση βρίσκεται πάλι «κατηγορούμενη»: Εμφανίζεται ως ευθυνόμενη για τις καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης, επειδή δεν δέχεται να υπογράψει ό,τι ζητούν από κοινού οι δανειστές…