Πολιτική

Μητέρα και φαλλικός λόγος. Η επίδραση του μητρικού λόγου στο νεογνό


Στο ξεκίνημα της ζωής, η ηρεμία και η ικανοποίηση των αναγκών ήσαν λειτουργίες ¨αυτοματικές¨, συνδεδεμένες με ενδογενείς ή εξωτερικούς ερεθισμούς. Σιγά-σιγά, στο νεογνό, δημιουργούνται τα ¨μορφώματα¨ που έχουν την αξία σημάτων και προαγγέλλουν μια ικανοποίηση (προγραμματισμός του Marty). Τα μορφώματα αυτά έχουν μια σχετική ποιοτική ειδίκευση και ονομάζονται πρωτοαντικείμενα.Είναι μη αναπαραστάσιμα, με την μη αναπαράστασή των να περιγράφει τον ¨μοναδικό ατομικό χρόνο¨, του οποίου η αναπαράσταση υπονομεύει τη ¨πνευματική¨ αντίληψη της πραγματικότητας, με όρους εξωτερικού μη ατομικού χρόνου. Τα πρωτοαντικείμενα ανήκουν στα φαινόμενα της αντι-εξελικτικής ¨αποδιοργάνωσης¨. Το αντιεξελικτικό είναι αντίθετο σύστημα από το της ψυχοσεξουαλικής εξέλιξης. Έτσι, ενώ το της ψυχοσεξουαλικής ανάπτυξης που λειτουργεί αντίθετα από την αδράνεια της ενδομήτριας ζωής, οπισθοδρομεί και αναδιοργανώνει χωρίς να προσβάλλει το σύστημα των ψυχικών αναπαραστάσεων το αντιεξελικτικό δεν οπισθοδρομεί και δεν αναδιοργανώνει, με την αντιεξέλιξη να τελειώνει όταν η επιθυμία αφήνει τη θέση της στην ανάγκη.
Η ¨πρώιμη αναπαράσταση¨ της μητέρας, δηλαδή η πρώιμη ωμή πραγματικότητα, είναι το ¨αντιερεθιστικό¨ σύστημα που οργανώνεται βασικά από τη μητέρα, εμπεριέχοντας και την ίδια, κι έχει σαν στόχο να απομονώσει το νεογνό από το σύνολο των ερεθισμάτων της πραγματικότητας. Αν κι έχει σαν σκοπό να ενδυναμώσει την αντίσταση του ατόμου εναντίον της δυσαρέσκειας, μερικές φορές είτε μετασχηματίζει ένα εξωτερικό ερέθισμα σε libido, είτε αντίθετα ενδυναμώνει το ένστικτο του θανάτου. Εάν το σύστημα λόγω ζημιών μειώσει τις αντιστάσεις του, θα δημιουργηθούν δυσεπανόρθωτες ρωγμές. Αυτή η αναπαράσταση του ¨αντιερεθιστικού συστήματος¨, επεμβαίνει σαν στοιχείο διαχωρισμού στη δυαδική σχέση μητέρας-παιδιού κατά τον πρώτο χρόνο του ευνουχισμού, όπου κάθε ¨επίθεση¨ αφορά το ¨είναι¨ πριν από την απόκτηση του βιώματος του ¨έχειν¨ ( 2ος χρόνος του συμπλέγματος του ευνουχισμού, σημαίνει την υλοποίηση στο επίπεδο του σεξουαλικού σώματος του φαλλικού νόμου του Οιδιποδείου συμπλέγματος).
Ο ψυχοβιολογικός προγραμματισμός μεταξύ μητέρας-παιδιού, τοποθετείται πριν από κάθε συμβολική εξεργασία έστω και στοιχειώδη και θεωρείται σαν ¨το ύστατο σημείο ατομικότητας¨. Είναι η περίοδος που δεν έχει αρχίσει η ερμηνεία του λόγου και δεν μπορεί το άτομο να συμβολοποιήσει. Έτσι, όταν το νεογνό δεν είναι ακόμα ώριμο για να συλλάβει τα μηνύματα της μητέρας, κάθε ερέθισμα που δεν ανταποκρίνεται στις βιολογικές ανάγκες, βιώνεται ως τραυματικό. Αυτό συμβαίνει γιατί δεν τροφοδοτείται η libido και έχει μεγάλη ευαισθησία για πιθανούς τραυματισμούς. Σε αυτή την αποδιοργανωτική περίοδο τοποθετείται το τεμαχισμένο μη αναγνωρίσιμο ΑΣΔ, χωρίς προσωπική δομή και ¨ανθρωπολογική¨ ποιότητα  με αποτέλεσμα να κυριαρχεί το ID.

Γλώσσα  (γλωξ = αιχμή)
Τα πρώτα μέσα επικοινωνίας πριν τη γλώσσα, αποτελούσαν η όραση, η ακοή και η αφή. Η γλώσσα έχεi σαν κύριο σκοπό της τη δράση κι όχι τις ¨επεξηγήσεις¨. Είναι η ¨ενωτική γραμμή¨ μεταξύ μητέρας- παιδιού και λειτουργεί σαν φαλλικό σύμβολο, που η μητέρα προσφέρει στο νεογνό στη θέση του ελλείποντός της πέους. Η άρνηση της απουσίας του πέους καλύπτει φυσικά, την άρνηση της παρουσίας του αιδοίου της μητέρας. Η ερμηνεία της γλώσσας με πρώτο εκφραστή τη μητέρα είναι η αρχική βιαιότητα που θίγει την ελευθερία του υποκειμένου. Η βιαιότητα αυτή μετατρέπει την κραυγή σε επίκληση και τον θηλασμό από προσφορά θερμίδων σε επιθυμία ζωής. Η ομιλούμενη γλώσσα είναι η της μητέρας, ενώ η εγγράψιμη είναι αυτή που μπορεί να προσεγγίσει ο πατέρας, με τον ¨φαλλό¨ εν δυνάμει να συμβολίζει τον πατρικό λόγο. 
Ο φλοιός ή το περίβλημα της μητρικής γλώσσας (το σημαίνον) χρησιμεύει σαν αμυντική πρόθεση του πυρήνα της μητρικής γλώσσας και σαν χώρος μεταφοράς της φαλλικής πατρικής μεταβίβασης, δηλαδή της απαγόρευσης. Το σημαίνον είναι η ακουστική εικόνα ή μορφοφωνητική πλευρά της μητρικής γλώσσας. Ο πυρήνας (το σημαινόμενο) δηλώνει την εικόνα του σώματος της μητέρας, έτσι ώστε, κάθε τι που είναι μόνο μητρικό να μεταφέρει μόνο το πραγματικό ή το φανταστικό και όχι το συμβολικό, που προϋποθέτει ένα βαθμό φαλλικής επένδυσης της γονεϊκής ένωσης από την οιδιπόδεια αμφιβολία. Ο βαθμός της έντασης της επένδυσης της γλώσσας που δίνει η μητέρα, θα εξαρτηθεί από το βαθμό της ¨φαλλικότητας¨, δηλαδή της οιδιποποίησής της. Αυτή περιγράφει το μέγεθος της πίστης, ότι ¨οι άντρες πρέπει να απορρίπτονται μόλις εκπληρώσουν τον αναπαραγωγικό τους ρόλο¨.
Η μητρική γλώσσα, στοιχείο χωρισμού και ένωσης ταυτόχρονα, θεωρείται σαν αντισυγχωνευτικό στοιχείο στη σχέση μητέρας-παιδιού, αν και αφορά περισσότερο τη φάση της ¨ένωσης¨, που βιώθηκε σαν ¨καταβροχθιστική¨ σε στοματικό επίπεδο. Όμως οι στοματικές εκδηλώσεις επηρεάζουν και το γεννητικό επίπεδο, πιθανολογώντας έτσι, έναν παραδεγμένο από τη μητέρα και το γιο οργασμό σαν μεθύστερο βίωμα, τον οποίο ο γιος  ¨ζει τρομαχτικά¨. Μόνη του άμυνα είναι το βούλωμα των αυτιών, για την αποφυγή μιας καταστροφικής ¨μαγνητικής¨ ένωσης (Σειρήνες ή Προοιδιπόδειες Σφίγγες).
Οι πικτογραφικές αναπαραστάσεις (π.χ. ιδεόγραμμα)  δηλώνουν τη πρωταρχική λειτουργία του ψυχισμού, όπου κάθε αναπαράσταση είναι πάντα αυτοαναφερόμενη και παραμένει για πάντα ανέκφραστη. Η ιερογλυφική γραφή (συλλαβική) εκφράζει τη πρωτογενή εξεργασία, γιατί η αναπαράσταση των πραγμάτων και των λέξεων δεν είναι ακόμα επαρκώς διαφοροποιημένη. Κατά τη περίοδο του περάσματος από τις αναπαραστάσεις πραγμάτων στις αναπαραστάσεις λέξεων, η γλώσσα προκαλεί βιώματα ¨χωρισμού- ένωσης¨ από τη μάνα. Η ιδεογραμμική (περιέχει έννοιες) και η ιερογλυφική (μιμική, χειρονομίες, στάσεις) σχέση μητέρας-παιδιού εγκαθιστά ένα είδος μόνιμης έλξης προς την ¨εικόνα¨. Με αυτόν τον τρόπο, συντομεύεται η διάρκεια του βιώματος πριν από κάθε εμπειρία, δηλαδή το ¨πρωθύστερο βίωμα¨, με αποτέλεσμα να επιβραδύνεται η εξεργασία της γλωσσικής σκέψης. Το επισπευτικό αυτό βίωμα γίνεται ένα ¨παιχνίδι¨ ενορμητικής επανάληψης του παιδιού, προς το πρώτο κάτοπτρο που είναι το σώμα της μητέρας.
Η ιερογλυφική γραφή και γλώσσα δεν έχει ακόμα συμβολοποιηθεί και θεωρείται ¨ψευδαισθητικό- παραληρητικό¨ μέσο επικοινωνίας, σε σύγκριση με το συμβολικό της αλφαβητικής γλώσσας. Στο όνειρο μάλιστα, εκφράζει την άρνηση και την αντίθεση χωρίς να χρησιμοποιεί το ¨όχι¨. Έτσι, όπως η γλώσσα που χρησιμοποιεί τις χειρονομίες σαν μεταθέσεις στο σωματικό επίπεδο, έτσι και αυτός ο ονειρικός συμβολισμός είναι συνδεδεμένος με τον πρώτο χρόνο της απειλής του ευνουχισμού, όπου χειρονομίες και σωματικές εκφράσεις χωρίς τη στήριξη του λόγου μεταφέρουν ένα ακρωτηριασμένο μήνυμα.

Ομιλία  (¨συναναστροφή¨,  ¨συνουσία¨)

Μεταξύ 9-12 μηνών, αρχίζει η μιμητική χειρονομία παράλληλα με τη δυνατότητα της κατανόησης και εκτέλεσης συμβολικών παραγγελιών. Η αναγνώριση της ενοποιημένης μορφής του σώματος, συνιστά ένα γραφικό πρότυπο για μελλοντικές εκφράσεις του γλωσσικού συστήματος, ώστε ο τρόπος που μιλάς και γράφεις να προέρχεται από τον τρόπο αυτής της ενοποίησης.
Η αυτονομία της ομιλίας από την εικόνα αρχίζει από τη στιγμή όπου το υποκείμενο αποκτά την ικανότητα της αφηρημένης σκέψης που είναι συνέπεια της απόκτησης της συμβολικής αξίας των λέξεων. Αυτό συμπίπτει με τη περίοδο ¨όπου μια φαντασίωση που πραγματοποιεί μια πολύπλοκη συμπύκνωση αναπαραστάσεων των πραγμάτων, οφείλει να βασιστεί σε πολυσημικά στοιχεία και όχι σε μια απλή εικόνα που είναι ανίκανη να τα εκφράσει¨. 
Η οπτική σκέψη (αναπαράσταση πράγματος) είναι πολύ πιο ασυνείδητη από τη λεκτική σκέψη (αναπαράσταση λέξεως) και πιο αρχαία τόσο φυλογενετικά, όσο και οντογενετικά. Η οπτική σκέψη παράγει σύμβολα που η λεκτική σκέψη καταναλώνει, με την ομιλία υπό αυτή την έννοια να είναι εκτυπωμένη πάνω σε ίχνη. Η ομιλία αρχίζει με τη συμβολική έκφραση των εικόνων-πραγμάτων και των στοιχειωδών εννοιών, παράλληλα ή εναλλακτικά με τις προαναφερόμενες γλωσσικές εκφράσεις (χειρονομίες, μιμική κλπ/ πλακίδιο Πύλου αρ.641).
Η ιερογλυφική ανάγνωση δηλώνει τη προσπάθεια του υποκειμένου να αναγνωρίσει τα χρώματα, τις εικόνες, τις μορφές των σχεδίων και το είδος της γραφής, αποφεύγοντας έτσι να ¨κοιτάξει¨ τις λέξεις που αναπαριστούν το μητρικό ¨πράγμα¨. Οι λέξεις θεωρούνται επικίνδυνες, αν όχι δηλητηριασμένες, με το ¨πράγμα¨ να δηλώνει τη μητρική γλώσσα την εποχή που άσκησε τη λειτουργία διαχωρισμού- ένωσης, στη σχέση μητέρας-παιδιού.
Ο ομιλών ξένη γλώσσα δύσκολα αγγίζει την ιερογλυφική υποδομή της. Προστατεύεται έτσι, η υποδομή του ¨είναι¨ του,  που έχει σφυρηλατηθεί από την ¨ιερογλυφική¨ πλευρά της μητρικής του γλώσσας. Η ιερογλυφική πλευρά της μητρικής γλώσσας είναι ο ¨μη αναλυόμενος βράχος¨ του Freud, που δηλώνει την ταυτόχρονη παρουσία της ¨θηλυκότητος¨ και της ¨επιθυμίας του πέους¨. Είναι μη συμβολιζόμενο βίωμα, που δεν έχει να κάνει με την αμφισεξουαλικότητα και τη διπλή ταυτοποίηση. Στηρίζεται σε μορφοείδωλα ή εικόνες μόλις συμβολικές, ιερογλυφικής υποδομής, που εργάζονται στην υπηρεσία των καταστροφικών ενορμήσεων. Κατά τον Freud, ¨ο βράχος¨ συνίσταται στην ¨απέχθεια του γυναικείου φύλου και για τα δύο φύλα¨. Για να μην αντιμετωπίσουν ο αναλυτής και ο αναλυόμενος τα ¨αντίποινα¨ των ιερογλυφικών εικόνων του ¨βράχου¨, κατασκευάζουν σαν μια κοινή αντίσταση- άμυνα , ένα ψυχαναλυτικό ¨μη γνήσιο είναι¨.

Γραφή  (Χαράσσω)
Η αρχή του συμβολισμού τοποθετείται στην ανασύνδεση που ακολουθεί την αποσύνδεση της ¨συγχωνευτικής¨ σχέσης μητέρας- παιδιού, όταν το παιδί αναγνωρίζει (ανασυνδέει) το πρωταρχικό αντικείμενο (κυρίως τη μητέρα) σαν ¨άλλο και αλλέως¨. Η πρώτη συμβολικότης εισάγεται με τη γλωσσική λειτουργία, που εγκαθίσταται μετά από τις πρώτες απόπειρες του διαχωρισμού μητέρας-παιδιού.
Η γραφή αποτελεί τα μνημονικά ίχνη που είναι διαρκώς διαθέσιμα για αναπαράσταση, ενώ η ανάγνωση αφήνει μια αμφιβολία, μια αβεβαιότητα. Η γραφή μας οδηγεί σε μια εικονική πεποίθηση που είναι αναπώθητη, μιας και η έννοια του μηχανισμού της απώθησης προϋποθέτει τη δυνατότητα της αλλαγής του συναισθήματος. Έτσι φαίνεται, ότι η γραφή παράγει πραγματικότητα, ενώ η ανάγνωση παράγει σύμβολα. Απόλυτη διαχωριστική γραμμή μεταξύ ανάγνωσης (λόγος, ομιλία) και γραφής, δεν υπάρχει και είναι μόνο τεχνητή.
Με την εμφάνιση του αλφαβήτου η Γεωμετρική τέχνη (μορφή μιας ιδεοληπτικής άμυνας με προδιάθεση κυριαρχίας), οπισθοχωρεί προς όφελος της εικονικής τέχνης. Η Ελληνική γλώσσα υιοθετεί το αλφάβητο και προσαρμόζει τα φωνήματα που διαθέτει λόγω σημασιολογικού πλούτου. Επιτρέπει αυτή η ομιλούμενη γλώσσα, να αφήνει μνημονικά ίχνη, και να αναπαριστά και να αναπαράγει την ποσότητα των συναισθηματικών ερεθισμών και σκέψεων που μεταφέρει. Στην αλφαβητική γραφή το σημαινόμενο δεν αναπαριστά μόνο το αντικείμενο- πράγμα όπως η μυκηναϊκή συλλαβική, αλλά επίσης και έννοιες. Έτσι, η μεταφορική και εννοιολογική ικανότητα του σημαίνοντος εμπλουτίζεται στο άπειρο.
Τέλος, το κοινό σημείο των διεργασιών στη γλώσσα και στη τέχνη θεωρείται, ότι είναι η απόπειρα ολοκλήρωσης του μερικού αντικειμένου σε ολοκληρωμένο.

Νεογνό-Βρέφος-Παιδί
Ο τρόπος ύπαρξης του νεογνού είναι βασικά υστερικός. Το βρέφος πριν απωθήσει, προβάλλει τις πρώτες επιθετικές του ενορμήσεις δηλώνοντας έτσι, μια κρίσιμη διαδικασία για το περιβάλλον και τον τρόπο ανάπτυξης της προσωπικότητάς του. Το παιδί μπορεί να χρησιμοποιήσει την άρνηση πληρέστερα, μιας και δεν σκέπτεται μόνο, αλλά μπορεί και δρα. Μπορεί να ταυτιστεί με την επιθετικότητα του άλλου και όχι με το πρόσωπο φορέα αυτής, ώστε να γίνει ο ίδιος επιθετικός στην καθημερινότητά του. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, μετατρέπει τον εαυτό του από απειλούμενο πρόσωπο στο πρόσωπο που απειλεί, με μεταλλαγή του παθητικού ρόλου σε ενεργητικό. Όταν δε μορφάζει προκαλώντας γέλια, ταυτίζεται με την επιτιθέμενη μητέρα, για να ελέγξει το άγχος του.
Στη παιδική ηλικία εμφανίζονται υστερικά συμπτώματα λόγω της απώθησης, ενώ λόγω σπανιότητος της στροφής της ενόρμησης ενάντια στο Εγώ, δεν προκύπτουν γνήσια μαζοχιστικά φαινόμενα. Η απώθηση και η προβολή εμποδίζουν την ενορμητική διακίνηση να γίνει αντιληπτή, ενώ οι άλλοι μηχανισμοί επηρεάζουν την ίδια την ενορμητική διαδικασία, χωρίς να συνδέονται με καμία ιδιαίτερη κατάσταση άγχους.
Ο συναγωνισμός του παιδιού με τους συμμαθητές του υποδηλώνει το μάταιο ανταγωνισμό της οιδιπόδειας φάσης ή τη δυσάρεστη συνειδητοποίηση της διαφοράς των φύλων. Η ανώτερη επίδοση κάποιου άλλου, σημαίνει για το παιδί μεγαλύτερα γεννητικά όργανα. Τέλος, η μεταξύ των δύο φύλων διαφορά, οδηγεί τη κοπέλα στο να μειώνει και τελικά να απέχει από τον κλειτοριδικό αυνανισμό για να μη θυμάται διαρκώς, ότι τα αγόρια είναι καλύτερα εφοδιασμένα για αυτόν. Η απαγόρευση στη πρώιμη παιδική ηλικία της διερεύνησης των μυστηρίων του σεξ, το κάνει ταμπού, με συνέπεια η απαγόρευση και η αναστολή να επεκτείνονται και σε άλλους τομείς της σκέψης.
Κατά τη βρεφονηπιακή ηλικία, οι ξεχωριστές τραυματικές καταστάσεις είναι: η πρωταρχική σκηνή, το άγχος αποχωρισμού, το άγχος ευνουχισμού και το οιδιπόδειο ψυχοσύμπλεγμα.
Ο χωρισμός με το μητρικό αντικείμενο, κτίζει ουσιαστικά το άγχος ευνουχισμού και το αίσθημα κατάρρευσης- θανάτου. Η πρώτη ρωγμή που προκλήθηκε από τη πρώτη απώλεια πρωτογενούς αντικειμένου, είναι υπεύθυνη για την εμφάνιση της πατρικής παρουσίας-απουσίας κατά τη περίοδο του ευνουχισμού και των λόγω ¨μεθύστερου βιώματος¨ θανατηφόρων και καταστροφικών αναπαραστάσεων.
                                       
Αυτοερωτισμός
Ο αυτοερωτισμός, είναι μορφοποιητική δύναμη που προηγείται της συγκρότησης του Εγώ και μεταβαίνει στο ναρκισσισμό αυτό καθαυτό. Οι πρώτες σχέσεις του υποκειμένου με τον κόσμο, δημιουργούνται υπό την επήρεια των αισθημάτων του τεμαχισμού και της καταβρόχθισης, πράγμα που οδηγεί στο συναίσθημα του θανάτου. Η φαντασίωση του κατακερματισμένου σώματος αντιστοιχεί στον αυτοερωτισμό και το στάδιο του καθρέφτη στον πρωτογενή ναρκισσισμό. Μεταξύ φαντασίωσης κατακερματισμένου σώματος και καθρέπτη, υπάρχει διαλεκτική σχέση με την απώλεια του ενός να πυροδοτεί τον άλλο.
     Ο πρώτος καθρέπτης για το νεογνό είναι το σώμα της μητέρας. Μέσα σε αυτοερωτικές στιγμές στο στάδιο του καθρέφτη, στιγμές προσωποποίησης- αποπροσωποποίησης, το Εγώ παίζει ¨κορώνα- γράμματα¨ την ύπαρξη του ψυχισμού του. Το άτομο παγιδευμένο με τις χωρικές ταυτοποιήσεις, κατασκευάζει φαντασιώσεις που διαδέχονται την τεμαχισμένη εικόνα του σώματος, σε μια μορφή που ονομάζουμε ορθοπεδική της ολότητας. Έτσι η εικόνα, είναι πλέον επηρεασμένη από την ηδονή, την κυριαρχία, την επανάληψη και τον θάνατο.

Νεολογισμός
Οι πιο κοινές λέξεις κινούνται μεταξύ ενός ναρκισσιστικού πόλου και ενός πόλου σχέσης αντικειμένου, ώστε να κρατηθεί ένα ελάχιστο επαφής με τον κόσμο που έχει ανάγκη. Ο νεολογισμός είναι αυτοερωτισμός και ανάγκη, ενώ το λογοπαίγνιο είναι επιθυμία. Παράγεται από το ΠΣΔ, που αμύνεται στον ναρκισσιστικό πόλο της σχιζοφρενικής οικονομίας, και έχει για σκοπό την επικοινωνία με τον Άλλον. Επιτυγχάνεται δε, με λανθασμένες συνδέσεις μεταξύ αναπαραστάσεων πραγμάτων και λέξεων.
Οι σχιζοφρενείς, αρνούνται τη μητρική γλώσσα και προσπαθούν να μιλήσουν μια άλλη, που δοκιμάζουν να την επενδύσουν λιμπιντικά. Ο νεολογισμός επιβεβαιώνει την άρνηση της αναγνώρισης του ευνουχισμού της μητέρας και η ξένη γλώσσα χρησιμεύει σαν νεολογική πρόθεση, που αντικαθιστά το φαλλικό λόγο αυτής. Για τον σχιζοφρενή, ο ¨Άλλος¨ μοιάζει σαν μια ξένη χώρα, στην οποία απελπισμένα προσπαθεί να βρει την ύπαρξη του μέσω των νεολογισμών. Προσπαθεί μ΄ αυτό το τρόπο, να καλύψει το ¨κενό¨ που του προκαλεί η μη οικειότητα του άλλου. Έτσι, φαίνεται να μην τον ενοχλεί η έννοια (το σημαινόμενο) που μεταφέρει η γλώσσα, αλλά η ακουστική της ταυτότητα (το σημαίνον) που δομεί αυτή τη σημασία.

                                                                                                                                                                         Δήμος Παπαδόπουλος

Βιβλιογραφία:

Laplanche, J., Pontalis, J.B. (1973): ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗΣ

ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ ΝΙΚΟΣ :  Η ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ
ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΔΟΚΙΜΙΟ - ΑΠΟ ΤΟ ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΣΤΗ ΣΥΜΒΟΛΙΚΗ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ

ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ ΝΙΚΟΣ: ΘΕΟΦΑΓΙΑ

 

 

Ακολουθήστε το Sofokleousin.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις