Αμέτρητοι πόλεμοι έχουν καταγραφεί στις μαύρες σελίδες της ιστορίας, όμως μόνο ένας είχε... ποδοσφαιρικό περιεχόμενο. Πράγματι, δύο αγώνες μεταξύ της Ονδούρας και του Ελ Σαλβαδόρ το 1969, στάθηκαν αφορμή για να καταστραφούν περιουσίες και πόλεις, και να πεθάνουν άνθρωποι... Μία ημέρα σαν σήμερα, τα δύο κράτη υπέγραψαν συνθήκη ειρήνης δίνοντας τέλος στον «Πόλεμο του Ποδοσφαίρου» ή αλλιώς στον «Πόλεμο των 100 ωρών».
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 οι δύο χώρες δεν είχαν τις καλύτερες σχέσεις. Τα πάντα ήταν θέμα πληθυσμιακής συμφόρησης, αφού τα 3.000.000 κάτοικοι της Ονδούρας ζούσαν σε 43.277 τετραγωνικά μίλια, τη στιγμή που 4.000.000 πολίτες του Ελ Σαλβαδόρ ήταν συνωστισμένοι σε 8.260. Η μετοίκιση στη γειτονική χώρα ήταν αναμενόμενη, πήρε φρενήρεις ρυθμούς και ξεσήκωσε τις έντονες αντιδράσεις των συντηρητικών παρατάξεων στην Ονδούρα.
To μίσος που είχε δημιουργηθεί ανάμεσα στους δύο λαούς, κλιμακώθηκε επικίνδυνα το 1969 όταν οι εθνικές ποδοσφαιρικές ομάδες τέθηκαν αντιμέτωπες στους προκριματικούς του παγκοσμίου κυπέλλου του 1970 και η ομάδα του Ελ Σαλβαδόρ ταξίδευσε για τον πρώτο αγώνα στην Τεγκουσιγκάλπα, που εκείνες τις ημέρες είχε να αντιμετωπίσει φοβερές απεργιακές κινητοποιήσεις των εκπαιδευτικών. Η πόλη καιγόταν από καμένα λάστιχα, οι σπασμένες βιτρίνες ήταν καθημερινό φαινόμενο και επεισόδια σημειώνονταν παντού.
Στις 8 Ιουνίου, στο γήπεδο η ατμόσφαιρα ήταν εκρηκτική, καθώς χιλιάδες ήταν κι οι οπαδοί των φιλοξενούμενων, κυρίως μετανάστες που έβγαζαν το ψωμί τους στην Ονδούρα. Δυστυχώς, ακόμη κι η εξέλιξη του παιχνιδιού ήταν τέτοια που... ευνοούσε την πιθανότητα επεισοδίων, αφού οι γηπεδούχοι πήραν τη νίκη 1-0 με γκολ στο τελευταίο λεπτό. Στη συνέχεια η κατάσταση ξέφυγε από κάθε έλεγχο και για πολύ ώρα έπεφτε... ανελέητο ξύλο. Λένε, μάλιστα, ότι ήταν πολύ εύκολο να μάθει κανείς ποιοι είχαν παρακολουθήσει τον αγώνα, αφού για αρκετές ημέρες μετά κυκλοφορούσαν με επίδεσμους!
Ο τρόπος που έχασε το Σαλβαδόρ προκάλεσε την αυτοκτονία της 18χρονης Αμέλια Μπολάνιος. Η νεαρή κοπέλα χρίστηκε μάρτυρας από τους συμπατριώτες της, οι οποίοι ζητούσαν εκδίκηση στον επαναληπτικό.
Η ρεβάνς θα γινόταν μία εβδομάδα αργότερα (15 Ιουνίου) στο Σαν Σαλβαδόρ κι οι οπαδοί των γηπεδούχοι είχαν όλον τον καιρό στη διάθεσή τους, για να ετοιμάσουν την εκδίκηση. Όταν η αποστολή της Ονδούρας έφτασε στο Σαν Σαλβαδόρ, στο αεροδρόμιο τους περίμενε ένα πανό το οποίο έγραφε: «Χαιρόμαστε πολύ που βρίσκεστε εδώ. Σύντομα θα μάθετε το γιατί!», χαιρετισμός που θύμιζε τα πάθη των Χριστιανών στο Κολοσσαίο.
Η πρώτη κίνηση των φανατικών ήταν να βάλουν φωτιά στο ξενοδοχείο που διέμενε η αποστολή των φιλοξενούμενων, οι παίκτες όμως φρόντισαν να εκκενώσουν γρήγορα τα δωμάτιά τους. Μεταφέρθηκαν σε άλλο ξενοδοχείο, όμως δεν κατάφεραν να κλείσουν μάτι, αφού όλη τη νύχτα κάποιοι τραγουδούσαν κάτω από τα δωμάτια!
Οι ποδοσφαιριστές της Ονδούρας, άυπνοι και καταταλαιπωρημένοι, παραπατούσαν την επομένη στο γήπεδο και το Ελ Σαλβαδόρ πήρε άνετα τη νίκη με 3-0. Όταν επέστρεψαν στην Τεγκουσιγκάλπα και αφηγήθηκαν τις εμπειρίες τους, ξέσπασαν νέα επεισόδια εναντίον των μεταναστών από το Ελ Σαλβαδόρ.
Κανείς δεν τολμούσε να φανταστεί τι θα συνέβαινε στον τελικό του προκριματικού τουρνουά, όπου οι δύο ομάδες θα αγωνίζονταν εκ νέου, αυτή τη φορά σε ουδέτερη έδρα, στην πόλη του Μεξικού. Ο αγώνας έγινε στις 26 Ιουνίου, το Ελ Σαλβαδόρ πήρε τη νίκη με 3-2, όμως η Ονδούρα είχε σοβαρά παράπονα από τη διαιτησία. Οι παράγοντες της ομοσπονδίας κατηγόρησαν ευθέως τους αντιπάλους τους για δωροδοκία και λίγες ώρες μετά τα μεσάνυχτα η κυβέρνηση της Νουέβα Οκοτεπέκε (της τότε πρωτεύουσας) ανακοίνωσε ότι διακόπτει τις διπλωματικές σχέσεις με τη γειτονική χώρα!
Τις επόμενες ημέρες υπήρξαν συνεχείς προκλήσεις εκατέρωθεν, μέχρι που το πρωί τις 14ης Ιουλίου 1969 η πολεμική αεροπορία του Ελ Σαλβαδόρ βομβάρδισε περιοχές της Ονδούρας και μέχρι το βράδυ της επομένης ημέρας είχε καταλάβει τη Νουέβα Οκοτεπέκε. Η Ονδούρα αντεπιτέθηκε και κατάφερε να απομακρύνει το στρατό των αντιπάλων. Ακολούθησαν διπλωματικές διαπραγματεύσεις και στις 18 Ιουλίου αποφασίστηκε η κατάπαυση του πυρός (τέθηκε σε ισχύ δύο ημέρες αργότερα), ενώ ο στρατός του Ελ Σαλβαδόρ αποσύρθηκε στις αρχές Αυγούστου.
Έντεκα χρόνια μετά (1980), μια μέρα σαν σήμερα, τα δύο κράτη υπέγραψαν συνθήκη ειρήνης, ενώ το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης θα ήταν υπεύθυνο για τις συνοριακές τους διαφορές. Το 1982, το Διεθνές Δικαστήριο, επιδίκασε το μεγαλύτερο μέρος των αμφισβητούμενων εδαφών στην Ονδούρα και έξι χρόνια αργότερα (1988) η Ονδούρα και το Ελ Σαλβαδόρ υπέγραψαν συνθήκη οριοθέτησης των συνόρων για την εφαρμογή της απόφασης του Δικαστηρίου.
Η σύρραξη αυτή έμεινε στην ιστορία ως ο «πόλεμος του ποδοσφαίρου» (Football War) κατά τον οποίο σκοτώθηκαν περίπου 3.000 άνθρωποι και από τις δύο πλευρές, ενώ περίπου 100.000 μετανάστες του Ελ Σαλβαδόρ αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Ονδούρα.
Πηγή: ΑΠΕ