Στην Ελλάδα είθισται η εκάστοτε αντιπολίτευση να μην αναγνωρίζει ποτέ ότι η κυβέρνηση πέτυχε κάτι σημαντικό, ότι πήρε ένα σωστό μέτρο, ή ότι χειρίστηκε αποτελεσματικά ένα δύσκολο θέμα και προστάτευσε επαρκώς τα εθνικά συμφέροντα.
Το ξαναβλέπουμε να γίνεται τώρα με τις δύο συμφωνίες για το σκοπιανό και την ελάφρυνση χρέους.
Στο σκοπιανό η αμφισβήτηση και οι επικρίσεις μπορεί να είναι δικαιολογημένες, καθώς κάθε κόμμα βλέπει το ζήτημα μέσα από διαφορετικό ιδεολογικοπολιτικό πρίσμα, εκφράζοντας απόψεις και αντιλήψεις ομάδων του εκλογικού σώματος.
Στο θέμα της ελάφρυνσης χρέους τα περιθώρια κριτικής και αμφισβητήσεων είναι μικρότερα. Υπάρχουν μόνον αριθμοί και οικονομικά στοιχεία που πρέπει να αξιολογηθούν, χωρίς διαθλαστικά πρίσματα και παραμορφωτικούς φακούς.
Διεθνείς οίκοι, ξένοι αναλυτές – και βέβαια η κυβέρνηση και τα κόμματα της συμπολίτευσης – εκτιμούν ότι πρόκειται για «ιστορική» συμφωνία, που βάζει τέλος στην πολύχρονη αβεβαιότητα, σηματοδοτεί την επάνοδο της ελληνικής οικονομίας στην κανονικότητα και διαμορφώνει καλύτερες προοπτικές για την ελληνική κοινωνία.
Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι η χώρα μπορεί να εγκαταλείψει την μεταρρυθμιστική προσπάθεια, ή ότι η – όποια – κυβέρνηση θα έχει τα επόμενα χρόνια απόλυτη ελευθερία κινήσεων στο δημοσιονομικό πεδίο.
Ηδη έχει αναληφθεί δέσμευση για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2022 – η οποία καθίσταται ισχυρότερη με τη συμφωνία για το χρέος.
Υπάρχει όμως μια μεγάλη διαφορά απ’ ότι ίσχυε μέχρι τώρα, υπό το καθεστώς των μνημονίων: Το πώς θα επιτευχθούν αυτά τα πλεονάσματα, με ποια μέτρα, θα αποφασίζεται στην Αθήνα από την ελληνική κυβέρνηση – και όχι από τους Θεσμούς των δανειστών.
Οι Θεσμοί θα διενεργούν ελέγχουν, θα κάνουν εκθέσεις για τις δημοσιονομικές επιδόσεις και για την επίτευξη ή μη των στόχων, αλλά δεν θα προτείνουν/απαιτούν μέτρα, ούτε θα θέτουν προαπαιτούμενα. Δεν θα γίνονται πλέον αξιολογήσεις-πρόκριμα για εκταμίευση δόσεων.
Οι αγορές γνωρίζουν πολύ καλύτερα τι σημαίνουν τα μέτρα ελάφρυνσης χρέους, πόσο θα επηρεάσουν τη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας και τι προοπτικές δημιουργούν στην οικονομία. Οι εκτιμήσεις τους αποτυπώνονται στην πορεία των ελληνικών κρατικών ομολόγων και του χρηματιστηρίου.
Από την Πέμπτη, πριν ακόμη ολοκληρωθεί η συνεδρίαση του Eurogroup, άρχισε ένα μίνι ράλι στις αγορές ελληνικών αξιογράφων. Τα ομόλογα ενισχύονται, οι αποδόσεις τους αποκλιμακώνονται με ταχείς ρυθμούς, ενώ στο χρηματιστήριο τον τόνο δίνουν οι τραπεζικές μετοχές.
Οι αγορές γνωρίζουν, προβλέπουν και σπεύδουν να προεξοφλήσουν. Αντιπαρερχόμενες «μίζερες» κριτικές και απόψεις που υπαγορεύονται από πολιτικές σκοπιμότητες και μικροκομματική λογική.
Χ. ΝΙΑΚΑΣ