Οικονομία

Το ελληνικό παράδοξο της παραγωγικότητας: Δουλεύουμε πολύ, παράγουμε λίγο


Τελευταία στην Ευρώπη η Ελλάδα με υστέρηση 30% στην παραγωγικότητα της εργασίας

Πρωταθλητές σε χρόνο εργασίας, αλλά ουραγοί στην παραγωγικότητα είναι οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα, με την υστέρηση σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρώπης να φθάνει το 30%, όπως επισημαίνει το ΙΟΒΕ. Βέβαια, για αυτή την υστέρηση τη βασική ευθύνη δεν φέρουν οι εργαζόμενοι, αλλά οι σοβαρές αδυναμίες του επιχειρηματικού τομέα, όπως οι χαμηλές επενδύσεις και η αργή ενσωμάτωση νέων τεχνολογιών.

Η παραγωγικότητα της εργασίας αποτελεί έναν κρίσιμο δείκτη για την οικονομική υγεία και την ανταγωνιστικότητα κάθε χώρας, αποτυπώνοντας την προστιθέμενη αξία που παράγεται ανά εργαζόμενο ή ανά ώρα εργασίας, τονίζει το ΙΟΒΕ. Στην περίπτωση της Ελλάδας, η ανάλυση αυτού του δείκτη αποκαλύπτει ένα επίμονο οικονομικό παράδοξο: οι Έλληνες εργαζόμενοι καταγράφουν από τις υψηλότερες εβδομαδιαίες ώρες εργασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση , ωστόσο βρίσκονται σταθερά στην τελευταία θέση μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ-27 όσον αφορά την παραγωγικότητα της εργασίας.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat για το 2023, η Ελλάδα κατέγραψε τις περισσότερες ώρες εργασίας σε εβδομαδιαία βάση μεταξύ των χωρών-μελών της ΕΕ , με 39,8 ώρες. Η χώρα καταγράφει πάνω από δύο ώρες διαφορά σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ-27 καθ' όλη τη διάρκεια της περιόδου 2008-2024. Αντίθετα, χώρες με υψηλότερη παραγωγικότητα, όπως η Ολλανδία (30,9 ώρες), η Νορβηγία (33,2 ώρες), και η Δανία (33,3 ώρες) , κατέγραψαν σημαντικά λιγότερες μέσες εβδομαδιαίες ώρες εργασίας.

Μόνιμα ουραγοί...

Η παραγωγικότητα της εργασίας στην Ελλάδα, μετρούμενη ως το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) ανά απασχολούμενο ή ανά ώρα εργασίας σε όρους ισοδύναμης αγοραστικής δύναμης (ΙΑΔ), υπολείπεται συστηματικά του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η μέτρηση της παραγωγικότητας ανά ώρα εργασίας παρέχει πιο πλήρη εικόνα, καθώς εξαλείφει τις διαφορές στη σύνθεση πλήρους/μερικής απασχόλησης του εργατικού δυναμικού μεταξύ χωρών.

Ειδικότερα, βάσει του ορισμού της παραγωγικότητας ανά απασχολούμενο, η Ελλάδα βρισκόταν μόλις στο 70% του μέσου όρου της ΕΕ-27 το 2023. Μετά το 2010, η χώρα ακολούθησε μια έντονα πτωτική πορεία, η οποία άρχισε να ανακόπτεται οριακά μετά το 2020. Άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, όπως η Ισπανία, κινούνταν πλησίον του μέσου όρου της ΕΕ έως το 2017 , ενώ η Πορτογαλία, αν και βρισκόταν σε πιο χαμηλά επίπεδα από την Ελλάδα έως το 2013, έκτοτε την έχει ξεπεράσει.

Ακόμη πιο ανησυχητική είναι η εικόνα όταν η παραγωγικότητα μετράται ανά ώρα εργασίας, επισημαίνει το ΙΟΒΕ. Με βάση αυτόν τον δείκτη, η Ελλάδα κατέλαβε την τελευταία θέση στην κατάταξη της παραγωγικότητας ανά ώρα εργασίας το 2023 , με δείκτη 56,2 σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ-27 (=100). Αυτό μεταφράζεται σε μια υστέρηση περίπου 44% σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και υποδεικνύει την πιο αναποτελεσματική χρήση της εργασίας στην Ευρώπη.

Επιπλέον, όλες οι χώρες του ευρωπαϊκού νότου κατέγραψαν χαμηλότερα επίπεδα παραγωγικότητας της εργασίας βάσει του ορισμού ανά ώρα εργασίας σε σχέση με τον ορισμό ανά απασχολούμενο, γεγονός που εγείρει ερωτήματα σχετικά με τον αριθμό των ωρών εργασίας.

Πολλή δουλειά, μικρό αποτέλεσμα

Η κατάσταση στην Ελλάδα είναι χαρακτηριστική της αρνητικής συσχέτισης που παρατηρείται στην Ευρώπη μεταξύ της παραγωγικότητας (ή του κατά κεφαλήν ΑΕΠ) και των μέσων εβδομαδιαίων ωρών εργασίας. Οι χώρες με την υψηλότερη παραγωγικότητα, όπως η Νορβηγία, η Ιρλανδία, το Λουξεμβούργο, το Βέλγιο, η Δανία και η Ολλανδία , μπορούν και καταγράφουν κατά μέσο όρο λιγότερες εβδομαδιαίες ώρες εργασίας.

Το γεγονός ότι οι Έλληνες εργάζονται περισσότερες ώρες, αλλά παράγουν λιγότερο, υποδηλώνει ότι το πρόβλημα δεν είναι η έλλειψη εργατικότητας ή η συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό, αλλά η χαμηλή αποδοτικότητα κάθε μονάδας εργασίας.

Προκλήσεις οικονομικής πολιτικής

Η χαμηλή παραγωγικότητα έχει διαρθρωτικά αίτια και αποτελεί σημαντικό εμπόδιο για τη βιώσιμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Οι κύριες προκλήσεις περιλαμβάνουν:

  • Χαμηλές επενδύσεις σε πάγιο κεφάλαιο και τεχνολογία: Τα περιθώρια για επενδύσεις σε καινοτόμες τεχνολογίες είναι γενικά χαμηλά, καθώς ο τομέας αποτελείται κυρίως από μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η αξιοποίηση τεχνολογίας αποτελεί μείζονα πρόκληση και συνδέεται με τον βαθμό ανθεκτικότητας και ανταγωνιστικότητας του τομέα.
  • Διαρθρωτικά ζητήματα στην αγορά εργασίας: Η επίμονη διαρθρωτική ανεργία και η χαμηλή συμμετοχή στην αγορά εργασίας, σε συνδυασμό με την αναποτελεσματική σύνδεση της εκπαίδευσης με τις ανάγκες της αγοράς, αποτελούν τροχοπέδη.
  • Αδυναμίες του Δημόσιου Τομέα: Η ανάγκη για απλούστευση διαδικασιών, ώστε να υπάρχει συστηματικά διαφάνεια στο κράτος, είναι κρίσιμη.

Η οικονομική πολιτική πρέπει να δώσει προτεραιότητα σε μέτρα που τονώνουν την παραγωγικότητα και την αποτελεσματικότητα, υπογραμμίζει το ΙΟΒΕ. Αυτό περιλαμβάνει:

  • Παροχή κινήτρων για επενδύσεις σε πάγιο κεφάλαιο.
  • Αξιοποίηση της τεχνολογίας από τον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα.
  • Βελτίωση των διοικητικών πρακτικών και των μηχανισμών κατάρτισης του στελεχιακού δυναμικού των επιχειρήσεων.
  • Καλύτερη σύνδεση της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας.

 

 

 

Ακολουθήστε το Sofokleousin.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις