Περιθώριο 54 ημερών έχουν οι φορολογούμενοι με χαμηλά εισοδήματα, αλλά με περιουσιακά στοιχεία που λογίζονται ως τεκμαρτές δαπάνες προκειμένου να προβούν στις απαραίτητες κινήσεις και να αποφύγουν την παγίδα των τεκμηρίων.
Η αποφυγή των τεκμηρίων γίνεται μόνο αν δικαιολογήσουν τις τεκμαρτές δαπάνες, με τις μεθόδους που επιτρέπει η νομοθεσία, ενώ σε διαφορετική περίπτωση, θα φορολογηθούν με βάση το άθροισμα των τεκμαρτών δαπανών διαβίωσης. Αυτό θα σημάνει, την επιβολή πολύ υψηλότερου φόρου εισοδήματος.
Παράδειγμα, μισθωτός που απέκτησε το 2018 εισοδήματα ύψους 8.000 ευρώ, αλλά οι συνολικές του τεκμαρτές δαπάνες είναι 14.000 ευρώ, τότε θα φορολογηθεί για το ποσό των 14.000 ευρώ, εκτός και αν καταφέρει να δικαιολογήσει το ύψος των τεκμαρτών δαπανών.
Το άθροισμα των αντικειμενικών δαπανών διαβίωσης προκύπτει από την πρόσθεση των ακόλουθων στοιχείων:
- Την ελάχιστη τεκμαρτή δαπάνη διαβίωσης, η οποία ανέρχεται σε 3.000 ευρώ για κάθε άγαμο, διαζευγμένο ή χήρο φορολογούμενο και σε 5.000 ευρώ για τους έγγαμους συζύγους που υποβάλλουν κοινή δήλωση. Η ελάχιστη τεκμαρτή δαπάνη διαβίωσης υπολογίζεται μόνο εφόσον ο φορολογούμενος ή ένας εκ των δύο συζύγων δηλώνει έστω κι ένα ευρώ πραγματικό εισόδημα ή εφόσον βαρύνεται με οποιοδήποτε άλλο τεκμήριο διαβίωσης λόγω χρήσης κατοικίας, αυτοκινήτου, σκάφους κ.λπ.
- Τις τεκμαρτές δαπάνες των ιδιοκατοικούμενων ή μισθωμένων ή δωρεάν παραχωρηθείσες κύριων και δευτερευουσών κατοικιών.
- Τα επιβατικά αυτοκίνητα
- Τα δίδακτρα που καταβλήθηκαν ετησίως σε ιδιωτικά σχολεία στοιχειώδους και μέσης εκπαίδευσης.
- Τα ποσά μισθοδοσίας που καταβάλλονται σε οικιακούς βοηθούς, οδηγούς αυτοκινήτων, δασκάλους και λοιπό προσωπικό.
- Τα σκάφη αναψυχής.
- Τα αεροπλάνα, ελικόπτερα και ανεμόπτερα.
Ο φόρος βάσει τεκμηρίων
Εφόσον το συνολικό δηλωθέν εισόδημα του φορολογούμενου είναι μικρότερο από το συνολικό τεκμαρτό εισόδημα, το οποίο θα έχει προσδιοριστεί από το άθροισμα των τεκμηρίων διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων, τότε η πρόσθετη διαφορά φορολογητέου εισοδήματος που θα προκύπτει θα φορολογείται:
- Ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, εφόσον τουλάχιστον το 50,01% του συνολικού δηλωθέντος εισοδήματος προέρχεται από επιχειρηματική δραστηριότητα, ακίνητη περιουσία ή κινητές αξίες. Στην περίπτωση αυτή, η πρόσθετη διαφορά εισοδήματος θα φορολογείται με συντελεστές 22% μέχρι τα 20.000 ευρώ, 29% από τα 20.001 έως τα 30.000 ευρώ, 37% από τα 30.001 έως τα 40.000 ευρώ και 45% πάνω από τα 40.000 ευρώ. Ακόμη, θα επιβάλλεται και προκαταβολή φόρου έναντι του επόμενου έτους, η οποία θα υπολογίζεται με συντελεστή 100% επί του κύριου φόρου εισοδήματος.
- Ως εισόδημα από γεωργική δραστηριότητα, εφόσον τουλάχιστον το 50,01% του συνολικού δηλωθέντος εισοδήματος προέρχεται από γεωργική δραστηριότητα. Η πρόσθετη διαφορά εισοδήματος θα φορολογείται με συντελεστές 22% μέχρι τα 20.000 ευρώ, 29% από τα 20.001 έως τα 30.000 ευρώ, 37% από τα 30.001 έως τα 40.000 ευρώ και 45% πάνω από τα 40.000 ευρώ. Επιπλέον, θα επιβάλλεται και προκαταβολή φόρου έναντι του επόμενου έτους, η οποία θα υπολογίζεται με συντελεστή 100% επί του κύριου φόρου εισοδήματος.
- Ως εισόδημα από μισθωτή εργασία, με αφορολόγητο όριο από 8.636 έως 9.545 ευρώ, εφόσον ο φορολογούμενος έχει αποκτήσει εισόδημα που προέρχεται είτε αποκλειστικά ή κατά ποσοστό άνω του 50% από μισθούς ή συντάξεις ή δεν έχει εισόδημα από καμία κατηγορία ή είναι εγγεγραμμένος στο μητρώο ανέργων του Ο.Α.Ε.Δ. ή έχει εισόδημα μόνο από κεφάλαιο (από τόκους, ακίνητα κ.λπ.) ή και από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου και το τεκμαρτό του εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των 9.500 ευρώ.
Πώς γλιτώνουμε από τα τεκμήρια
Μια αποτελεσματική μέθοδος αποφυγής των τεκμηρίων, είναι η επίκληση εισοδημάτων παρελθόντων οικονομικών ετών. Πρόκειται για την «ανάλωση κεφαλαίου παρελθόντων ετών» με την οποία μπορεί να καλυφθεί η όποια πρόσθετη διαφορά φορολογητέου εισοδήματος έχει προκύψει λόγω της εφαρμογής των τεκμηρίων, επικαλούμενος εισοδήματα και έσοδα δηλωθέντα ακόμη και πριν από 10, 20, 30 ή και περισσότερα χρόνια.
Εάν υπάρχει πρόβλημα, ο φορολογούμενος μπορεί να ανατρέξει στις φορολογικές δηλώσεις προηγούμενων συνεχόμενων ετών και να επικαλεστεί τα εισοδήματα (εφόσον βέβαια υπήρχαν).
Ωστόσο, θα πρέπει να αθροίσει όλα τα εισοδήματα από μισθούς, συντάξεις, επιδόματα, ενοίκια, επιχειρήσεις, τόκους καταθέσεων, μερίσματα, υπεραξίες (π.χ. μετοχών) κ.λπ., τα ποσά των εσόδων από πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων ή άλλα εισοδήματα όπως εφάπαξ παροχές ασφαλιστικών ταμείων, κέρδη από λαχεία, δωρεές.
Από το άθροισμα που θα προκύψει, θα πρέπει να αφαιρέσει τα ποσά που ελήφθησαν υπόψη στις ίδιες φορολογικές δηλώσεις ως τεκμήρια διαβίωσης (για κατοικίες, Ι.Χ. αυτοκίνητα, πισίνες, σκάφη, υπηρετικό προσωπικό κ.λπ.), καθώς και τα ποσά που δήλωσε στις ίδιες δηλώσεις ότι δαπάνησε για να αποκτήσει περιουσιακά στοιχεία (ακίνητα, Ι.Χ. αυτοκίνητα, σκάφη, κινητά αντικείμενα μεγάλης αξίας κ.λπ.).
Το ποσό που θα απομείνει είναι το «κεφάλαιο» των προηγούμενων ετών που μπορεί ο φορολογούμενος να επικαλεστεί για να καλύψει τη διαφορά τεκμηρίων.
Η επίκληση των παλαιότερων εισοδημάτων, δεν μπορεί να γίνεται εσαεί, αλλά μέχρι το ποσό που απαιτείται κάθε φορά και εφόσον υπάρχει "απόθεμα". Δηλαδή ο φορολογούμενος που έχει απόθεμα ύψους 40.000 ευρώ από προηγούμενες φορολογικές δηλώσεις, αν χρησιμοποιήσει για ένα έτος το ποσό των 10.000 ευρώ, για τα επόμενα έτη θα έχει διαθέσιμο ποσό ύψους 30.000 ευρώ κ.ο.κ.