Ξεθάβονται τα... τσεκούρια ενός παλιού πολέμου, ανάμεσα στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και στην Bundesbank, η οποία από το 2010 φοβάται ότι το Ταμείο έχει «κρυφή ατζέντα» για την Ελλάδα και επιχειρεί να μετατρέψει τη γερμανική κεντρική τράπεζα σε μια μηχανή εκτύπωσης χρήματος προς όφελος της Ελλάδας και των ιδιωτών ομολογιούχων δανειστών της.
Η διένεξη που κρατάει ήδη από την εποχή που γίνονταν οι συζητήσεις για το πρώτο ελληνικό μνημόνιο έρχεται και πάλι στην επιφάνεια με αφορμή τη δημόσια και αρκετά... δηλητηριώδη αναφορά του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στις προβλέψεις του ΔΝΤ για την εξέλιξη του ελληνικού ΑΕΠ ως το 2060.
Σε χθεσινές του δηλώσεις, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών τοποθέτησε τη συζήτηση με το ΔΝΤ για το ελληνικό χρέος στο πραγματικό της πλαίσιο, τουλάχιστον όσον αφορά τη γερμανική οπτική του θέματος: οι διαφωνίες δεν εντοπίζονται στα μέτρα ελάφρυνσης που θα χρειασθεί να ενεργοποιηθούν το 2018, αλλά στις προβλέψεις του Ταμείου για την ελληνική ανάπτυξη, από τις οποίες εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό το πόσο θα επιβαρυνθούν τελικά οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.
Καταλογίζοντας στο ΔΝΤ "υπερβολική απαισιοδοξία" όταν προβλέπει ότι ο μακροπρόθεσμος ρυθμός ανάπτυξης της Ελλάδας δεν θα ξεπερνά το 1% ως το 2060, ο Σόιμπλε επιχείρησε να αναδείξει μια αντίφαση στη συλλογιστική του Ταμείου: Πώς είναι δυνατόν, όταν έχουν εφαρμοσθεί τόσες μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα, με βάση τα προγράμματα που και το ίδιο το Ταμείο σχεδίασε από κοινού με τους Ευρωπαίους, να μην υπάρχει κάποια θετική επίδραση στην ανάπτυξη της χώρας;
Βλέπουν κρυφή ατζέντα
Αυτή η σκέψη, οδηγεί σε αυτό που πραγματικά βρίσκεται στο μυαλό του Β. Σόιμπλε, όπως και του Γιενς Βάιντμαν της Bundesbank, αλλά δεν μπορεί να το δηλώσει: φοβούνται ότι το Ταμείο σκόπιμα κατεβάζει τόσο χαμηλά τον πήχη της ανάπτυξης, ώστε να δικαιολογεί τις πιο «μαύρες» εκτιμήσεις για τη βιωσιμότητα του χρέους και να έχει επιχειρήματα για να απαιτεί μια μεγάλη ελάφρυνση χρέους από τους Ευρωπαίους δανειστές, από την οποία θα επωφεληθούν όχι μόνο η ίδια η Ελλάδα, αλλά και οι ιδιώτες επενδυτές, που θα αγοράσουν ελληνικά ομόλογα στο μέλλον.
Με άλλα λόγια, η γερμανική οικονομική ηγεσία φοβάται ότι το ΔΝΤ έχει κρυφή ατζέντα μείωσης του βάρους του ελληνικού χρέους περισσότερο από όσο χρειάζεται, ώστε να μεταφέρει δυσανάλογα μεγάλα οφέλη όχι μόνο στην ίδια την Ελλάδα, αλλά και στα διεθνή επενδυτικά κεφάλαια, σε βάρος των Ευρωπαίων φορολογουμένων και των κεντρικών τραπεζών.
Αν το θέμα αφορούσε μόνο την Ελλάδα, ίσως να ήταν ασήμαντο για την Γερμανία. Όμως, Βερολίνο και Φραγκφούρτη εκτιμούν ότι το Ταμείο επιχειρεί να δημιουργήσει προηγούμενο για να γίνει με τον ίδιο τρόπο, προς όφελος των διεθνών επενδυτικών κεφαλαίων της αγοράς ομολόγων, κάθε μελλοντική διευθέτηση χρεών στην ευρωζώνη: Δηλαδή, κάθε φορά που μια χώρα θα έχει δυσκολίες, θα της παρέχονται γενναιόδωρες ελαφρύνσεις από τις κυβερνήσεις, ώστε με την επιστροφή της στην αγορά ομολόγων να θησαυρίζουν οι επενδυτές που θα αγοράζουν τίτλους, ενώ οι ζημιές θα έχουν μεταφερθεί στους φορολογουμένους των πλεονασματικών οικονομιών.
Το «καυτό» έγγραφο
Στην Γερμανία δεν είναι μυστικό, ήδη από τον Απρίλιο του 2010 και πριν από τη σύναψη του πρώτου μνημονίου, ότι η Bundesbank, που κατευθύνει στην πραγματικότητα το υπουργείο Οικονομικών, ασχέτως αν οι τελικές γερμανικές θέσεις επηρεάζονται και από πολιτικά κριτήρια της καγκελαρίας, αντιμετωπίζει με μεγάλη καχυποψία το ΔΝΤ και δεν επιθυμούσε από τότε να συμμετάσχει στην προσπάθεια διάσωσης της Ελλάδας.
Αποσπάσματα εγγράφου εσωτερικής διακίνησης της Bundesbank, που είχαν διαρρεύσει στις αρχές Απριλίου 2010 στην εφημερίδα “Frankfurter Rundschau” και είχαν προκαλέσει τότε μεγάλη πίεση στα ελληνικά ομόλογα (η χώρα ακόμη δεν είχε αποκλεισθεί τυπικά από τις αγορές) αποκάλυπταν τους φόβους των Γερμανών τραπεζιτών ότι το Ταμείο δεν είχε πρόθεση να εφαρμόσει με αυστηρότητα στην Ελλάδα ένα πρόγραμμα σταθεροποίησης, αλλά σχεδίαζε ένα πρόγραμμα ερήμην των κεντρικών τραπεζών του Ευρωσυστήματος, με στόχο την (απαγορευμένη δια... ροπάλου στη γερμανική αντίληψη) νομισματική χρηματοδότηση του ελληνικού χρέους.
Τα σχέδια του Ταμείου «φέρουν προβλήματα, όσον αφορά τη νομισματική σταθερότητα της ευρωζώνης, που δεν θα πρέπει να υποτιμηθούν», ανέφερε μεταξύ άλλων το έγγραφο της Bundesbank, που εξέφραζε ανησυχίες ότι η κοινή διάσωση της Ελλάδας από Ευρώπη και ΔΝΤ θα μετέτρεπε τη γερμανική κεντρική τράπεζα σε «μηχανή εκτύπωσης χρήματος» για τις αγορές ελληνικών ομολόγων, κάτι που θα έθετε σε αμφισβήτηση την ευρωπαϊκή ρήτρα απαγόρευσης διασώσεων εθνικών οικονομιών από τα άλλα μέλη της ευρωζώνης.
Ο σκληρός τότε διοικητής της Bundesbank, Άξελ Βέμπερ, πίστευε εκείνη την εποχή ότι η Ευρώπη θα επέβαλε μεγαλύτερη πειθαρχία στην Ελλάδα από το Ταμείο, για το οποίο εκτιμούσε ότι είχε εκφυλισθεί και δεν πρέσβευε τη νομισματική σταθερότητα, αλλά είχε μεταφέρει το βάρος από τη δημοσιονομική προσαρμογή στην τόνωση της ανάπτυξης. Μάλιστα, στο εσωτερικό έγγραφο το Ταμείο μετονομαζόταν ειρωνικά από την Bundesbank ως «Ταμείο Μεγιστοποίησης Πληθωρισμού» (“IMF: Inflation Μaximizing Fund”). Αυτή τη νέα ατζέντα που η Bundesbank θεωρούσε ότι έχει το Ταμείο τονιζόταν στο έγγραφο ότι δεν πρέπει να επιτραπεί να την υλοποιήσει με τα δικά της αποθεματικά.
Μπλόκο στο QE
Όπως έχει τονίσει το Σin, στην ίδια λογική κινείται και σήμερα η Bundesbank, που επιχειρεί να μπλοκάρει μια γενναιόδωρη ρύθμιση του χρέους, η οποία θα ικανοποιούσε το Ταμείο, ώστε να μη φθάσει καν να συζητηθεί στο διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ η αγορά ομολόγων της Ελλάδας από την κεντρική τράπεζα, δηλαδή η πολυσυζητημένη ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Με αυτά τα δεδομένα, ο Β. Σόιμπλε είναι φανερό πλέον ότι κινείται προς την... έξωση του Ταμείου από το ελληνικό πρόγραμμα, ώστε να γίνει πραγματικότητα το παλαιό όνειρο του Άξελ Βέμπερ: να περάσει η Ελλάδα στην αποκλειστική δικαιοδοσία του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, ώστε να επιβάλλεται αποτελεσματικότερα η λιτότητα. Ο μόνος τρόπος να αποτραπούν αυτοί οι σχεδιασμοί, που φανερά οδηγούν σε αδιέξοδο την παρούσα διαπραγμάτευση για το ελληνικό χρέος, είναι να παρέμβει πάλι η καγκελαρία, στο όνομα της ανάγκης να αποφευχθούν νέες αναστατώσεις στην Ευρώπη, και να «γειώσει» τις προτάσεις των «σκληρών» του Γερμανικού υπουργείου Οικονομικών και της Bundesbank...