Με απώλειες έκλεισε απόψε η συνεδρίαση στη Wall Street, ενώ οι επενδυτές εστιάζουν στις προβλέψεις για την παγκόσμια οικονομία.
Το χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης κατέγραψε πτώση, καθώς η προοπτική ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας είναι ακόμη πιο απαισιόδοξη από την πρόβλεψη του προηγούμενου μήνα, όπως ανακοίνωσε χθες, Κυριακή, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο επικαλούμενο μία σταθερή επιδείνωση στην πορεία της αγοραστικής δύναμης κατά τους προηγούμενους μήνες, όπως αυτή καταγράφεται σε έρευνες των στελεχών των επιχειρήσεων. Το ΔΝΤ απέδωσε την απαισιόδοξη εκτίμηση για την παγκόσμια οικονομία στην σφιχτή νομισματική πολιτική που προκλήθηκε από την αυξανόμενη πορεία του πληθωρισμού σε ευρεία κλίμακα, στην ασθενή δυναμική της ανάπτυξης στην Κίνα, στα συνεχιζόμενα προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες, αλλά και στην ανασφάλεια στον τομέα των τροφίμων που προκλήθηκε από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Το ΔΝΤ προχώρησε τον προηγούμενο μήνα σε μείωση της εκτίμησης του για την παγκόσμια ανάπτυξη το 2023 στο 2,7% έναντι μίας προηγούμενης πρόβλεψης για ανάπτυξη στο 2,9%.
Σε ιστολόγιο που προετοιμάστηκε για μία διάσκεψη των ηγετών της ομάδας των κρατών-μελών G20 στην Ινδονησία, το ΔΝΤ ανέφερε ότι οι πρόσφατοι δείκτες υψηλής συχνότητας “επιβεβαιώνουν ότι η προοπτική είναι ακόμη πιο απαισιόδοξη”, ειδικότερα στην Ευρώπη. Σύμφωνα με το ΔΝΤ το περιεχόμενο πρόσφατων ερευνών με τη συμμετοχή επιχειρηματικών στελεχών για την πορεία της αγοραστικής δύναμης που καθορίζουν τη βιομηχανική παραγωγή και τις δραστηριότητες της προσφοράς υπηρεσιών, σηματοδοτούν την ένδειξη αδυναμίας στις περισσότερες από τις μεγαλύτερες οικονομίες των χωρών της ομάδας G20, με την οικονομική δραστηριότητα να συρρικνώνεται, ενώ ο πληθωρισμός διατηρείται πεισματικά σε υψηλά επίπεδα.
Μία επιδείνωση της ενεργειακής κρίσης στην Ευρώπη θα μπορούσε να πλήξει δραστικά την οικονομική ανάπτυξη και να αυξήσει τον πληθωρισμό, ενώ ο παρατεταμένος υψηλός πληθωρισμός είναι ενδεχόμενο να προκαλέσει μεγαλύτερες από τις αναμενόμενες αυξήσεις στα επιτόκια, αλλά και περαιτέρω αυστηροποίηση των οικονομικών συνθηκών σε παγκόσμιο επίπεδο. Μία τέτοια εξέλιξη από την άλλη μεριά, δρομολογεί “αυξημένους κινδύνους για μία κρίση χρέους των χωρών με ευάλωτες οικονομίες”, σύμφωνα με το ΔΝΤ. Επίσης, τα όλο και αυξανόμενα ακραία καιρικά φαινόμενα θα μπορούσαν να πλήξουν την οικονομική ανάπτυξη σε παγκόσμιο επίπεδο, όπως εκτίμησε το ΔΝΤ.
Επίσης η Morgan Stanley εκτίμα, σε έκθεση της, πως «η οικονομία των ΗΠΑ θα διαφύγει οριακά την ύφεση το 2023, αλλά η προσγείωση δεν αναμένεται να είναι τόσο ομαλή, καθώς η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας επιβραδύνεται σημαντικά και καθώς το ποσοστό ανεργίας συνεχίζει να αυξάνεται». Ο οίκος προβλέπει ότι η αμερικανική οικονομία θα τρέξει με ισχνό ρυθμό ανάπτυξης 0,5%, έχοντας πάνω της τα σημάδια από τη σφιχτή νομισματική πολιτική της Fed, που προχώρησε σε αλλεπάλληλες «τζάμπο» αυξήσεις επιτοκίων το 2022. Η Μorgan Stanley προβλέπει ότι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα θα διατηρήσει σε υψηλά επίπεδα τα βασικά επιτόκια της εντός του 2023, καθώς ο πληθωρισμός θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα και την επόμενη χρονιά.
Για την Ευρώπη, η Morgan Stanley εκτιμά ότι θα διολισθήσει σε οικονομική ύφεση το 2023 και μάλιστα σημειώνει ότι η ανάκαμψη θα είναι αργή και με μεγάλες δυσκολίες. Διαφορετική πορεία, αυτή της ισχυρής ανάπτυξης, θα ακολουθήσει η κινεζική οικονομία αλλά και οι αναδυόμενες ασιατικές αγορές. Κύρια αιτία για αυτή την εξέλιξη είναι η αναμενόμενη άρση των μέτρων κατά του κορονοϊού από το Πεκίνο. Ειδικότερα προβλέπεται ότι η κινεζική οικονομία θα τρέξει με ρυθμό 5% το 2023 και οι αναδυόμενες ασιατικές αγορές με 3,7% κατά μέσο όρο. Το Πεκίνο και άλλες μεγάλες πόλεις της Κίνας ανακοίνωσαν σήμερα αριθμούς-ρεκόρ στα κρούσματα COVID-19, θέτοντας τις αρχές υπό μεγαλύτερη πίεση προκειμένου να αντιμετωπίσουν άμεσα τις εξάρσεις, προσπαθώντας παράλληλα να μειώσουν τον αντίκτυπο στην καθημερινότητα των πολιτών και την οικονομική δραστηριότητα.
H Goldman Sachs αναμένει να πέσει ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ το 2023, προβλέποντας ότι ο δομικός δείκτης τιμών καταναλωτή θα υποχωρήσει στο 2,9% έως τον Δεκέμβριο του 2023 από το 5,1% που βρίσκεται σήμερα.
Η UBS εκτιμά ότι οι προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας είναι δυσοίωνες, καθώς προβλέπει ότι ο ρυθμός αύξησης του παγκόσμιου ΑΕΠ το 2023 θα κυμανθεί στο 2,1%, πολύ κάτω από την μακροπρόθεσμη τάση (περίπου 3,5%).
Ο ΟΠΕΚ αναθεώρησε πτωτικά την πρόβλεψή του για την αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης πετρελαίου το 2022, για πέμπτη φορά από τον Απρίλιο, καθώς και την εκτίμηση για την επόμενη χρονιά, επικαλούμενος τις εντεινόμενες οικονομικές προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένου του υψηλού πληθωρισμού και των αυξανόμενων επιτοκίων. Η ζήτηση για πετρέλαιο το 2022 θα αυξηθεί κατά 2,55 εκατ. βαρέλια την ημέρα, ή κατά 2,6%, ανέφερε ο Οργανισμός Πετρελαιοεξαγωγικών Κρατών (ΟΠΕΚ) στη μηνιαία του έκθεση, μειωμένη κατά 100.000 βαρέλια την ημέρα σε σχέση με την προηγούμενη πρόβλεψη. «Η παγκόσμια οικονομία έχει εισέλθει σε μια περίοδο σημαντικής αβεβαιότητας και αυξανόμενων προκλήσεων το τέταρτο τρίμηνο του 2022», ανέφερε ο ΟΠΕΚ σε έκθεσή του.
Σύμφωνα με τον ΟΠΕΚ, στους καθοδικούς κινδύνους περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων ο υψηλός πληθωρισμός, η νομισματική σύσφιξη από μεγάλες κεντρικές τράπεζες, τα υψηλά επίπεδα κρατικού χρέους σε πολλές περιοχές και τα προβλήματα που συνεχίζουν να υπάρχουν στην εφοδιαστική αλυσίδα. Η έκθεση αυτή είναι η τελευταία πριν ο ΟΠΕΚ και οι σύμμαχοί του, μια ομάδα γνωστή ως ΟΠΕΚ+, συναντηθούν στις 4 Δεκεμβρίου για να ορίσουν την πολιτική τους. Η ομάδα αυτή, που πρόσφατα μείωσε τους στόχους για την παραγωγή, θα παραμείνει επιφυλακτική, όπως δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ο υπουργός Ενέργειας της Σαουδικής Αραβίας. Για την επόμενη χρονιά, ο ΟΠΕΚ αναμένει η ζήτηση για πετρέλαιο να αυξηθεί κατά 2,24 εκατ. βαρέλια την ημέρα, μια πρόβλεψη επίσης μειωμένη κατά 100.000 βαρέλια την ημέρα σε σχέση με την προηγούμενη εκτίμηση.
Το μέλος του Δ.Σ. της Federal Reserve, Christopher Waller ανέφερε ότι οι χρηματοοικονομικές αγορές αντέδρασαν υπερβολικά στα καλύτερα των εκτιμήσεων στοιχεία του Οκτωβρίου, προσθέτοντας πως έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας για να μειώσουμε τον πληθωρισμό. Η αντιπρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας τωn ΗΠΑ Lael Brainard υπογράμμισε ότι η Federal Reserve πιθανώς θα πρέπει σύντομα να μειώσει το μέγεθος των αυξήσεων επιτοκίων της, συμπληρώνοντας ότι τάσσεται υπέρ της επιβράδυνσης σε αύξηση μισής μονάδας ήδη από τον επόμενο μήνα.
Ρώσοι και Αμερικανοί αξιωματούχοι διεξάγουν συνομιλίες στην πρωτεύουσα της Τουρκίας Άγκυρα, γράφει σήμερα η ρωσική εφημερίδα Kommersant, επικαλούμενη πηγή, εν μέσω των συνεχιζόμενων οξυμένων εντάσεων ανάμεσα στη Μόσχα και την Ουάσινγκτον για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Τούρκος αξιωματούχος αρνήθηκε να σχολιάσει αν διεξάγονται συνομιλίες, ενώ το Κρεμλίνο ανακοίνωσε ότι δεν μπορεί ούτε να επιβεβαιώσει ούτε να διαψεύσει το δημοσίευμα.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν είπε σήμερα στον Κινέζο ομόλογό του Σι Τζινπίνγκ πως είναι και οι δύο υπεύθυνοι ώστε ο ανταγωνισμός μεταξύ των δύο υπερδυνάμέων τους να μην μετατραπεί σε σύγκρουση, στις σπάνιες συνομιλίες που είχαν με σκοπό να λιώσουν οι πάγοι στις σχέσεις τους που είναι στο χειρότερο σημείο εδώ και δεκαετίες. Κινέζος πρόεδρος επεσήμανε πως το θέμα της Ταϊβάν είναι "πολύ κεντρικό για τα συμφέροντα της Κίνας" και η "πρώτη κόκκινη γραμμή" στις διμερείς σχέσεις που δεν πρέπει να παραβιαστεί.
Η Αμερικανίδα υπουργός Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν εκτίμησε πως ο τερματισμός της ένοπλης σύρραξης στην Ουκρανία θα αποτελούσε τον καλύτερο τρόπο να αμβλυνθούν οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει η παγκόσμια οικονομία, μήνυμα το οποίο το δίχως άλλο έχει παραλήπτη τη Ρωσία, την παραμονή της συνόδου κορυφής της G20 στην Ινδονησία.
Η Amazon ετοιμάζεται να απολύσει περίπου 10.000 εργαζομένους της, σύμφωνα με τους New York Times.
Ειδικότερα, ο βιομηχανικός Dow Jones τερμάτισε στις 33,537.16 μονάδες, με πτώση 0.62%.
Παράλληλα, ο S&P 500 έφτασε στις 3,958.84 μονάδες, χάνοντας 0.85%.
Κλείνοντας, ο τεχνολογικός Nasdaq βρέθηκε στις 11,196.22 μονάδες, με απώλειες 1.12%.
Ο χρυσός παράδοσης Δεκεμβρίου ενισχύθηκε 0,4%, στα 1.776,90 δολάρια ανά ουγγιά, όντας σε υψηλό 3 μηνών.
Στο πετρέλαιο, το αμερικανικό αργό West Texas Intermediate παράδοσης Δεκεμβρίου έπεσε 3,5%, στα 85,87 δολάρια ανά βαρέλι, ενώ το Brent παράδοσης Ιανουαρίου διολίσθησε 3%, στα 93,14 δολάρια.