Με απώτερο στόχο να αντιμετωπιστεί στη «ρίζα» της η φοροδιαφυγή και να περιοριστούν αισθητά οι «μαύρες» συναλλαγές στην αγορά, το υπουργείο Οικονομικών και η ΑΑΔΕ επεξεργάζονται σχέδιο μείωσης του ορίου χρήσης μετρητών από τα 500 ευρώ ημερησίως στα 300 ευρώ . Επί του πρακτέου, αυτό συνεπάγεται ότι οι συναλλαγές που θα ξεπερνούν τα 300 ευρώ, θα γίνονται αποκλειστικά και μόνο με κάρτα.
Αυτό που επιδιώκουν ΥΠΟΙΚ και Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, είναι να επεκτείνουν τη χρήση πλαστικού χρήματος, εκτιμώντας ότι κατ' αυτόν τον τρόπο θα περιοριστεί η φοροδιαφυγή, αλλά και θα διαμορφωθεί σε κανονικά επίπεδα η κυκλοφορία χρήματος εκτός του τραπεζικού συστήματος.
Αλλαγές στο χτίσιμο αφορολόγητου με πλαστικό χρήμα
Επιπρόσθετα, στο σχέδιο που επεξεργάζονται ΥΠΟΙΚ και Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, προβλέπονται μεταβολές επί της διαδικασίας «χτισίματος» του αφορολόγητου με πλαστικό χρήμα ή μέσω e-banking, για το 2019. Μισθωτοί και συνταξιούχοι καλούνται να συγκεντρώνουν περισσότερες αποδείξεις από τις ηλεκτρονικές τους συναλλαγές, καθώς θα αυξηθεί το ποσοστό των απαιτούμενων e- δαπανών, βάσει του εισοδήματος τους.
Με βάση τα τωρινά δεδομένα, ένας μισθωτός με εισόδημα 10.000 ευρώ για να δικαιούται το αφορολόγητο ποσό, θα πρέπει κατά τη διάρκεια του επόμενου έτους να πραγματοποιήσει με τη χρήση πλαστικού χρήματος δαπάνες 1.000 ευρώ. Το ΥΠΟΙΚ προσανατολίζεται να αυξήσει το ποσοστό, από 10% (1.000 ευρώ) σε 15%.
Επίσης, για εισόδημα από 10.001 έως 30.000 ευρώ, το ποσοστό θα αυξηθεί στο 20% από το 15% που είναι σήμερα. Σύμφωνα με το πλάνο που επεξεργάζεται το οικονομικό επιτελείο, προβλέπεται αύξηση 25% από 20% , για εισόδημα από 30.001, προκειμένου να «χτιστεί» αφορολόγητο από τις ηλεκτρονικές συναλλαγές.
Στη περίπτωση που δεν καλύπτεται το απαιτούμενο όριο δαπανών με πλαστικό χρήμα με το πραγματικό, στη διαφορά τους θα υπολογίζεται φορολογικός συντελεστής 22%. Έτσι στην περίπτωση που ένας φορολογούμενος με εισόδημα 30.000 ευρώ πραγματοποιήσει δαπάνες με πλαστικό χρήμα 3.000 ευρώ αντί για 4.000 ευρώ που απαιτούνται για να πάρει το αφορολόγητο τότε επί της διαφοράς των 1.000 ευρώ θα υπολογιστεί φόρος 22%. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι ο φορολογούμενος πρέπει να αποδώσει 220 ευρώ.