Νέα διαπραγματευτική τακτική, που μπορεί να οδηγήσει σε άλλη μια συνεδρίαση-θρίλερ των ηγετών της ευρωζώνης, στις 22 Ιουνίου, χάραξε η κυβέρνηση μετά την «ψυχρολουσία» στην τελευταία συνεδρίαση του Eurogroup.
Το μήνυμα που εκπέμπει η Αθήνα προς όλους τους εμπλεκόμενους στη διαπραγμάτευση για το χρέος είναι ότι, αν χρειασθεί, θα απορρίψει και πάλι μια «ατελή» συμφωνία στο επόμενο Eurogroup και θα διεκδικήσει στο ανώτατο πολιτικό επίπεδο μια λύση που, ανεξάρτητα από τα επιμέρους στοιχεία της, θα διασφαλίζει την ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Ουσιαστικά, το ζητούμενο από ελληνικής πλευράς είναι, ανεξάρτητα από τον τρόπο που θα βρουν η Γερμανία και το ΔΝΤ για να λύσουν τις μεταξύ τους διαφορές, να βρεθεί ένας τρόπος σταδιακής επανόδου της Ελλάδας σε μια «κανονικότητα» χρηματοδότησης από τις αγορές, ώστε να απομακρυνθεί ο κίνδυνος ενός νέου μνημονίου το φθινόπωρο του 2018.
Πάση θυσία στο QE
Ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής, Νίκος Παππάς, που ήταν δίπλα στον πρωθυπουργό στη δραματική 17ωρη διαπραγμάτευση στη Σύνοδο Κορυφής του Ιουλίου 2015, ήταν το πολιτικό στέλεχος που αποσαφήνισε τη διαπραγματευτική τακτική, την οποία θα ακολουθήσει τις προσεχείς εβδομάδες το Μέγαρο Μαξίμου.
Όπως ανέφερε ο κ. Παππάς, μιλώντας στον ραδιοσταθμό 9,84, «δεν υπάρχει βεβαιότητα (σ.σ.: για την έκβαση της διαπραγμάτευσης στο Eurogroup), υπάρχει όμως αισιοδοξία. Θέλουμε στις 15 Ιουνίου να υπάρχει λύση. Aν δεν υπάρξει εκεί, θα πάει στις 22 Ιουνίου, στη Σύνοδο Κορυφής. Έχει ξαναγίνει στην Ευρώπη και με αυτή την έννοια θα το αποδραματοποιούσα κιόλας. Εδώ υπάρχουν δύο επιλογές. Ή θέτεις τα προβλήματα πάνω στο τραπέζι ή για το χρέος π.χ αρχίζεις να μιλάς για πιστοποιητικά βιωσιμότητας . Χαμηλώνεις δηλαδή εντελώς τον πήχη με την προσδοκία να περνάς συνέχεια από πάνω, αλλά δεν τα καταφέρνεις ούτε εκεί».
Σχολιάζοντας την αντιπαράθεση Γερμανίας - ΔΝΤ, ο κ. Παππάς τόνισε: «Εδώ είμαστε μπροστά στο φαινόμενο δύο πλευρές, που υποτίθεται ότι διαφωνούν στο ζήτημα του ελληνικού χρέους, να συμφωνούν στο εξής: Καλύτερα να καθυστερήσουμε. Είναι μια πραγματικότητα που η ελληνική πλευρά δεν μπορεί να αποδεχθεί».
Σκιαγραφώντας τις ελάχιστες απαιτήσεις της Αθήνας για τη συμφωνία που θα υπάρξει, ο κ. Παππάς τόνισε ιδιαίτερα την ανάγκη συμμετοχής στο QE: «Οποιαδήποτε λύση και αν δοθεί, πρέπει να διασφαλίζει ότι η Ελλάδα επανέρχεται σε μια κανονικότητα ως προς τη χρηματοδότηση.
Κανονικότητα για τις χώρες-μέλη του ευρώ είναι η συμμετοχή στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Η εγγύηση της ΕΚΤ ότι θα μπορεί να παρεμβαίνει στη δευτερογενή αγορά ομολόγων. Αυτό θα είναι ένα πολύ σημαντικό σήμα προς τις αγορές συνολικά, ώστε να πάψουν τα ελληνικά ομόλογα να είναι αντικείμενο επισφαλούς επένδυσης και να γίνουν επενδύσεις με σταθερές αποδόσεις, μακροχρόνια».
Οι πολιτικοί υπολογισμοί
Η κυβέρνηση εκτιμά ότι, σε αντίθεση με τη δραματική Σύνοδο Κορυφής του 2015, όταν η Ελλάδα βρέθηκε στο χείλος της αβύσσου, σήμερα οι πολιτικοί συσχετισμοί δεν δικαιολογούν ανησυχίες για κάποιου είδους πολιτικό δράμα, ή ακόμη και για ένα «ατύχημα» στην εκταμίευση της δόσης και στις πληρωμές για την εξυπηρέτηση του χρέους, μέσα στον Ιούλιο.
Στους πολιτικούς υπολογισμούς που γίνονται εντάσσονται τρία θετικά στοιχεία:
1. Η ελληνική πλευρά συμμετέχει στις συζητήσεις έχοντας εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της προς τους δανειστές, συνεπώς είναι απολύτως διασφαλισμένη η εκταμίευση της επόμενης δόσης, ενώ νομιμοποιείται πολιτικά και η απαίτησή της από τους εταίρους να εκπληρώσουν τις δικές τους υποχρεώσεις για τη συμμετοχή του ΔΝΤ και τη ρύθμιση του χρέους.
2. Εάν φθάσει η διαπραγμάτευση στο επίπεδο των ηγετών, η καγκελάριος Μέρκελ είναι πολύ πιθανό να κάνει ορισμένα βήματα παραπάνω από τον Β. Σόιμπλε, προκειμένου να υπάρξει ένας συμβιβασμός, καθώς μια αναζωπύρωση της ελληνικής κρίσης δεν θα την βοηθήσει στην πορεία προς τις εκλογές, ούτε και θα διευκολύνει την προσέγγιση με την Γαλλία του Μακρόν, ώστε να γίνει προσπάθεια διατήρησης της ευρωπαϊκής συνοχής, σε μια περίοδο που η Ευρώπη αντιμετωπίζει και νέες σοβαρές προκλήσεις, αυτή την φορά από την Ουάσιγκτον, όπως φάνηκε καθαρά στην επεισοδιακή Σύνοδο Κορυφής του G7.
3. Η Ελλάδα έχει σήμερα ξεκάθαρη πολιτική υποστήριξη από την Γαλλία και την Ιταλία, που επιμένουν σε άμεση λύση, χωρίς νέες αναβολές, ενώ ακόμη και στο εσωτερικό της Γερμανίας οι περισσότεροι σχολιαστές χαρακτηρίζουν ως ακραία τη στάση του Β. Σόιμπλε.
Πιθανό νέο "ναυάγιο"
Σχετικά με το πόσο πιθανό είναι να υπάρξει νέο αδιέξοδο στο Eurogroup και να χρειασθεί συζήτηση στη Σύνοδο Κορυφής, η εκτίμηση που κυριαρχεί είναι ότι αυτό είναι πλέον το πιθανότερο σενάριο, καθώς ο Β. Σόιμπλε ξεκαθάρισε στην τελευταία συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών ότι ο ίδιος δεν έχει εντολή να διαπραγματευθεί πέρα από τα όρια του ανακοινωθέντος του Μαϊου 2016, χωρίς νέα εντολή από τη Βουλή.
Αυτή η τοποθέτηση δεν αφήνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας για υποχωρήσεις από την πλευρά του υπουργού Οικονομικών και εκ των πραγμάτων οδηγεί στη μετάθεση της ευθύνης για τους διαπραγματευτικούς χειρισμούς στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο, της καγκελαρίου Μέρκελ.