Με μια πρώτη ματιά φαντάζει περίεργη αυτή η σύγκρουση ανάμεσα σε δύο στρατόπεδα, που βιώνει αυτές τις μέρες η Τουρκία, με φόντο τις επόμενες προεδρικές εκλογές, oι οποίες όμως θεωρητικά βρίσκονται ακόμα τρία χρόνια μακριά. Πολλά μπορεί φυσικά να μεσολαβήσουν μέχρι τότε, ωστόσο είναι προφανές ότι εδώ μαίνεται μια μάχη για την κατάληψη της καλύτερης θέσης εκκίνησης.
Στόχος η δημιουργία τετελεσμένων
Στο στρατόπεδο Ερντογάν αναζητείται τρόπος για μια νέα υποψηφιότητα, που θα μπορούσε να διασφαλιστεί για παράδειγμα με την πρόκληση πρόωρων εκλογών. Στο περιβάλλον Ιμάμογλου η επίσημη ανακήρυξή του, τόσο πρόωρα, σε υποψήφιο γεννήθηκε σαν ιδέα από την στιγμή, που το καθεστώς Ερντογάν έδειξε την πρόθεση να κινηθεί ποινικά εναντίον του. Συνεπώς το 2028 μπορεί αφενός να μην είναι 2028. Αφετέρου είναι αλλιώς να διώκεται ένας δήμαρχος, έστω της Κωνσταντινούποληςκαι αλλιώς ένας επίσημα υποψήφιος για την προεδρία.
Είναι λοιπόν μια μάχη με όλα τα μέσα και δίχως έλεος, όπως δείχνει η αυταρχική, σχεδόν βάναυση στάση του Τούρκου προέδρου.
Ο Ερντογάν είναι ένας τυπικός «πολιτικός εξουσίας». Γνωρίζει την κατάσταση στη χώρα του αλλά και την παγκόσμια συγκυρία. Η κοινωνία υποχρεώνεται να διαλέξει στρατόπεδο και όποτε συμβαίνει αυτό, όχι μόνο στην Τουρκία, η πολιτική ζωή εκτραχύνεται. Οι άγνωστοι Χ της επόμενης μέρας είναι ωστόσο πολυάριθμοι. Θα αντέξει η αντιπολίτευση «των δρόμων» την πίεση και την καταπίεση, που όπως όλα δείχνουν έχει επιλέξει ως βασικό του εργαλείο ο Τούρκος πρόεδρος; Η συμμετοχή στο «δημοψήφισμα» για την υποψηφιότητα Ιμάμογλου μοιάζει εντυπωσιακή. Αλλά τι σημαίνει αυτό για τις αντοχές και τις προθέσεις των εκατομμυρίων Τούρκων που επέλεξαν να στείλουν αυτό το μήνυμα δυσαρέσκειας; Τι γίνεται με εκείνους που δεν επιθυμούν να ενταχθούν σε ένα από τα δύο στρατόπεδα; Μπορεί να λειτουργήσουν ως αμορτισέρ, ως ένας τρίτος πόλος που θα δείξει κάποια άλλη διέξοδο;
Τα «έξω» και τα «έσω»
Η κοινωνία της Τουρκίας είναι κουρασμένη και ανήσυχη κυρίως από τα τεράστια οικονομικά προβλήματα που επιφέρει στην καθημερινότητα η αδυναμία της λίρας. Ο Ερντογάν μπορεί να εμφανίζεται ως «παγκόσμιος παίκτης», προσφέροντας τις υπηρεσίες του ή έστω τις ιδέες του σε μια σειρά από μέτωπα (Συρία, Ουκρανία, ευρωπαϊκή άμυνα, ΝΑΤΟ, μεταναστευτικό), αλλά οι εκλογές δεν κερδίζονται μόνο με εξωτερική πολιτική και παρουσίες σε διεθνή φόρα.
Παρόλα αυτά είναι σαφές ότι η προσφιλής τακτική του είναι η πόλωση. Ο αγαπημένος του ρόλος είναι αυτός του αποφασιστικού πατερούλη, που εγγυάται την ασφάλεια σε ένα κόσμο γεμάτο εχθρούς, εξωτερικές απειλές και εσωτερικούς προδότες. Η προσπάθεια μιας σχετικά «ήπιας λύσης» στο Κουρδικό φαντάζει ξαφνικά αντιφατική και φαίνεται να μετατίθεται, αφού δεν ταιριάζει σε αυτό το συγκρουσιακό σενάριο. Η ήπια αντίδραση των ΗΠΑ στην υπόθεση Ιμάμογλου είναι λογικό να ερμηνεύεται από τον πρόεδρο της Τουρκίας ως «πράσινο φως» για να συνεχίσει μια πορεία κλιμάκωσης.
Όσοι βιάζονται να κάνουν αδόκιμες συγκρίσεις με άλλα αυταρχικά καθεστώτα και να προεξοφλήσουν την «κατάρρευσή του», αγνοούν ότι μιλάμε για ένα καθεστώς που έχει δομηθεί σε βάθος δεκαετιών, ελέγχει θεσμούς, μοιάζει να έχει την ανοχή του Τραμπ, αντιμετωπίζεται συμπλεγματικά από την Ευρώπη και συνεχίζει να έχει ισχυρά ερείσματα τόσο μέσα στην Τουρκία, όσο και στις πολυπληθείς τουρκικές κοινότητες στην Ευρώπη με κορυφαίο το παράδειγμα της Γερμανίας. Αγνοούν πρωτίστως τον ίδιο τον Ερντογάν και το πόσο αμείλικτος μπορεί να γίνει.
Η διαδρομή της Τουρκίας το επόμενο διάστημα δεν θα είναι προφανώς ευθύγραμμη. Για αυτό το λόγο είναι δύσκολο να προβλεφθεί με απλοϊκές συγκρίσεις και προφητείες.
Πηγή DW