Διεθνή

Τραμπ- Σι Τζινπίνγκ: Συμφωνία ή κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου;


Διχασμένοι οι αναλυτές. Και οι γεωπολιτικοί παράγοντες θα κρίνουν τις εξελίξεις. Η επόμενη μέρα για νικητές και ηττημένους.

Το θέμα των εμπορικών σχέσεων μεταξύ των δύο ισχυρότερων και μεγαλύτερων οικονομιών της υφηλίου, αναμένεται να συζητήσουν ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ και ο Κινέζος ομόλογός του Σι Τζινπίνγκ , στο περιθώριο της Συνόδου του G20 που πραγματοποιείται στο Μπουένος Άιρες.

Όπως είναι λογικό, στη συνάντηση είναι καρφωμένα τα βλέμματα όλου του πλανήτη καθώς στην ατζέντα της συζήτησης δεν βρίσκεται ένα διμερές θέμα αλλά ένα ζήτημα οι εξελίξεις του οποίου θα επηρεάσουν –θετικά ή αρνητικά- την αμερικανική, την κινεζική και τελικά την παγκόσμια οικονομία.

Η συνάντηση μεταξύ των δύο ηγετών πραγματοποιείται μετά την εκατέρωθεν επιβολή δασμών και αρκετές λεκτικές και όχι μόνο κόντρες, ακόμη και μέσω κοινωνικών δικτύων όπως το Twitter, ιδιαίτερα αγαπημένος τόπος για τον Αμερικανό πρόεδρο Τραμπ.

Ενδιαφέρουσα είναι η εκτίμηση που προβάλλουν οι FT και περιγράφουν την εξέλιξη της κόντρας ως αποτέλεσμα πολλών παραγόντων οικονομικών αλλά και γεωπολιτικών.

"Στην Ουάσιγκτον υπάρχει ένα πανίσχυρο στρατόπεδο «γερακιών» που πιέζουν ενεργά για μια μακροχρόνια αντιπαράθεση με την Κίνα. Στον τομέα της οικονομικής πολιτικής περιλαμβάνει τον Πίτερ Ναβάρο, τον σύμβουλο του Λευκού Οίκου σε εμπορικά θέματα, και τον Ρόμπερτ Λάιτχιζερ, τον ειδικό εκπρόσωπο των ΗΠΑ σε θέματα εξωτερικού εμπορίου. Στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, περιλαμβάνει τον Τζον Μπόλτον, τον σύμβουλο του προέδρου σε θέματα εθνικής ασφάλειας, και τον αντιπρόεδρο Μάικ Πενς, ο οποίος έδωσε πρόσφατα μια άκρως επιθετική ομιλία για την Κίνα.
 
Απέναντί τους έχουν τα «περιστέρια», με επικεφαλής τον Υπουργό Οικονομικών Στίβεν Μνούτσιν και τον Λάρι Κάντλοου, σύμβουλο του Λευκού Οίκου σε οικονομικά θέματα που επιθυμούν άμεση επίλυση των εμπορικών εντάσεων.

Εξάλλου, αξίζει να σημειωθεί ότι ο Τραμπ είναι ένας πρόεδρος με πολλές μεταπτώσεις και μάλιστα έχει μια αδυναμία στο να κλείνει deal με "δύσκολους" ηγέτες όπως ο Βορειοκορεάτης δικτάτορας Κιμ Γιονγκ Ουν .

Ωστόσο, μαζί με την εμπορική διαμάχη, έχουν αυξηθεί και οι γεωπολιτικές εντάσεις. Αμερικανοί στρατιωτικοί αναλυτές φοβούνται ότι το πρόγραμμα της Κίνας για την κατασκευή στρατιωτικών βάσεων στη Νότια Κινεζική Θάλασσα έχει αλλάξει την ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή. Ο ναύαρχος Φιλ Ντέιβινστον, επικεφαλής των αμερικανικών δυνάμεων στην περιοχή του Ειρηνικού, δήλωσε πρόσφατα στο Κογκρέσο ότι η «Κίνα είναι πλέον σε θέση να ελέγξει τη Νότια Κινεζική Θάλασσα σε όλα τα σενάρια, εκτός από εκείνο του πολέμου με τις ΗΠΑ».
 
Αυτό πρακτικά σημαίνει - σύμφωνα πάντα με τους FT- ότι ακόμα και αν στη σύσκεψη της G20 ο κ. Τραμπ συμφωνήσει να αναβάλει τα σχέδιά του για νέους δασμούς στα κινεζικά προϊόντα, μια εμπορική ανακωχή μπορεί να μην κρατήσει πολύ, δεδομένης αυτής της κλιμακούμενης γεωπολιτικής αντιπαλότητας των δύο υπερδυνάμεων".

Οι κινήσεις των δύο πλευρών

Το σίγουρο είναι πως ο Αμερικανός πρόεδρος γνωρίζει πολύ καλά ότι η Κίνα έχει στη διάθεσή της λιγότερα "όπλα", καθώς εμφανίζει τεράστιο πλεόνασμα έναντι των ΗΠΑ, ενώ δέχεται κριτική για θέματα πνευματικών δικαιωμάτων και αθέμιτου ανταγωνισμού και από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ως εκ τούτου έχει επιλέξει έτσι την τακτική της μέγιστης πίεσης έναντι του Πεκίνου.

Ήδη οι ΗΠΑ έχουν επιβάλλει επιπλέον δασμούς 25% στο χάλυβα, 10% στο αλουμίνιο και 25% φόροι σε κινεζικά προϊόντα αξίας 250 δισεκατομμυρίων δολαρίων, με την Κίνα να έχει απαντήσει σε ανάλογο βαθμό.

Ο Τραμπ έχει απειλήσει ότι θα αυξήσει κατά 25% τους φόρους στα κινεζικά αυτοκίνητα και ανταλλακτικά όπως επίσης και προϊόντα ταυτισμένα με το δυναμισμό της αμερικανικής οικονομίας που όμως παράγονται στην Κίνα όπως είναι I-Phone.

Η Κίνα από τη μεριά της διαρκώς υπενθυμίζει ότι έχει στην κατοχή της περίπου 1,2 τρισεκατομμύρια δολάρια σε τίτλους του αμερικανικού δημοσίου. Ωστόσο προς το παρόν διστάζει να χρησιμοποιήσει το μεγάλο όπλο του -τα αμερικανικά ομόλογα- αφού γνωρίζει καλά ότι με τέτοια επιλογή θα μπορούσε να της γυρίσει και μπούμερανγκ.

Ο Τραμπ πάλι έχει υπαινιχτεί ότι θα ήθελε να δει αυξημένο φόρο σε όλα τα κινεζικά προϊόντα που εισάγονται στις ΗΠΑ, που ως προς την αξία φτάνουν τα 505 δισ. δολάρια.

Ωστόσο, σε τέτοιες κρίσιμες καταστάσεις η ορθή λογική δεν πρωτεύει πάντα και για αυτό κανείς δεν μπορεί να προδικάσει τις επόμενες αμερικανικές κινήσεις και τις κινεζικές απαντήσεις, που αυτές θα πυροδοτήσουν.

Στα δύο και οι οικονομολόγοι

Οι οικονομολόγοι της UBS εξέφρασαν την ελπίδα ότι θα μπορούσε να προκύψει τουλάχιστον ένα θετικό μήνυμα και να ανοίξει ένας δρόμος για επίλυση της όλης υπόθεσης κάποια στιγμή εντός του 2019.

Στον αντίποδα ομάδα οικονομολόγων της ING εκτιμά ότι οι δύο πλευρές βρίσκονται πολύ μακριά και πολύ δύσκολα θα υπάρξει συμφωνία, ιδιαίτερα όσο το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ με την Κίνα δεν μειώνεται σημαντικά. Μάλιστα, λόγω της κόντρας ΗΠΑ – Κίνας η ING προχώρησε και σε υποβάθμιση της εκτίμησής της για την πορεία του παγκόσμιου εμπορίου.

Σύμφωνα με την τράπεζα η αύξηση του διεθνούς εμπορίου θα φθάσει φέτος στο 2,6%, αλλά θα υποχωρήσει στο 1,3% το 2019, σημειώνοντας τον χαμηλότερο ρυθμό της από το 2009 έως και σήμερα. Η εκτίμηση βασίζεται σε εντατικό εμπορικό πόλεμο μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, όπου η Ουάσιγκτον αυξάνει τα τιμολόγια των 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε 25% τον Ιανουάριο από 10% τώρα και στη συνέχεια στοχεύει στα 267 δισ. δολάρια κινεζικών εξαγωγών που δεν υπόκεινται ήδη σε μέτρα. Χωρίς αυτήν την εξέλιξη, η παγκόσμια αύξηση του εμπορίου θα μπορούσε να παραμείνει αμετάβλητη στο 2,6%.

Ωστόσο, εάν ο Trump αποφασίσει επίσης να αυξήσει τους εισαγωγικούς δασμούς στα αυτοκίνητα, η αύξηση αυτή θα μειωθεί στο 0,5% το επόμενο έτος, λέει η ING.

Από την πλευρά της η Goldman Sachs προειδοποιεί σε σημείωμά της πως το πιο πιθανό αποτέλεσμα της Συνόδου του G20 είναι η περαιτέρω κλιμάκωση των εμπορικών αντιπαραθέσεων.

«Αυτήν τη στιγμή βλέπουμε την όξυνση της έντασης ως το πιο πιθανό αποτέλεσμα για τους επόμενους λίγους μήνες» γράφει σε σημείωμά του προς τους επενδυτές ο αναλυτής της αμερικανικής επενδυτικής τράπεζας, Άντριου Τίλτον και εξηγεί, πως αυτό πρακτικά σημαίνει αύξηση όλων των υφιστάμενων δασμών στις εισαγωγές κινεζικών προϊόντων στο 25%.

Το σενάριο αυτό συγκεντρώνει πιθανότητες λίγο υψηλότερες του 50% σύμφωνα με τον Τίλτον. Από την άλλη οι πιθανότητες για μία συμφωνία είναι μόλις 10% και ελαφρώς κάτω του 40% είναι οι πιθανότητες για μία «παύση» των «εχθροπραξιών».

Ειδικότερα τα τρία σενάρια της Goldman Sachs είναι:

- Η συνέχεια της τρέχουσας πορεία «κλιμάκωσης», με τους δασμούς να αυξάνονται στο 25% για όλες τις εισαγωγές που τελούν υπό καθεστώς δασμολόγησης και οι δασμοί θα επεκταθούν και στις υπόλοιπες κινεζικές εισαγωγές.
-Το δεύτερο σενάριο είναι μια «παύση», όπου οι υπάρχοντες δασμοί παραμένουν σε ισχύ, αλλά οι δύο πλευρές συμφωνούν να συνεχίσουν τις συζητήσεις για αποκλιμάκωση της έντασης.
-Το τρίτο σενάριο αφορά μια «συμφωνία», κάτι το οποίο η Goldman Sachs πιστεύει ότι είναι απίθανο να συμβεί βραχυπρόθεσμα και θα συνεπαγόταν μια πλήρη ανατροπή για τους τρέχοντες δασμούς.

Πάντως ο λόγος για τον οποίο η Goldman Sachs είναι απαισιόδοξη για το αποτέλεσμα της συνάντησης, είναι ότι υπάρχει μια αυξανόμενη αίσθηση μεταξύ των αμερικανών πολιτικών αξιωματούχων ότι η Κίνα έχει ωφεληθεί δυσανάλογα από τη διμερή οικονομική σχέση με τις ΗΠΑ, υποστηρίζοντας ουσιαστικά να τηρηθεί μια σκληρή στάση έναντι του Πεκίνου.

Από την άλλη η Morgan Stanley βλέπει την προσωρινή ανακωχή ως την πιθανότερη έκβαση της συνάντησης Τραμπ - Σι. Ωστόσο το μέλλον δεν διαγράφεται καθόλου ευοίωνο, όπως προειδοποιούν οι αναλυτές της. Σε συνέντευξή του στο CNBC o Ρουχίρ Σάρμα, chief global strategist και επικεφαλής αναδυόμενων αγορών της Morgan, προειδοποιεί πως διανύουμε το πρώτο στάδιο της προσπάθειας για αναστροφή της παγκοσμιοποίησης. «Είναι ένας σταθερός πόλεμος, που θα συνεχίζεται για πολλά χρόνια ακόμη. Είναι ένας θάνατος με χίλιες μαχαιριές» προειδοποιεί, εξηγώντας πως θα πρέπει να γίνει μεγάλη προσπάθεια από ανεπτυγμένες και αναδυόμενες οικονομίες, προκειμένου να αποτραπεί το ζοφερό αυτό σενάριο.

Μεγάλη χαμένη η Ευρώπη

Το βέβαιο είναι πως εφόσον επιδεινωθούν περαιτέρω οι σχέσεις ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη το χαστούκι θα είναι μεγάλο και για την Ευρώπη.

Γερμανικοί κολοσσοί όπως οι αυτοκινητοβιομηχανίες BMW και Volkswagen και γαλλικοί οίκοι μόδας και ειδών πολυτελείας, όπως η Hermes, αποτελούν ήδη παράπλευρες απώλειες της εμπορικής πολιτικής του Τραμπ. Οι μετοχές τους έχουν γνωρίσει μεγάλη πτώση στη διάρκεια του έτους.

Από τις πωλήσεις στην Κίνα προέρχεται περίπου το 6% (80 δισ. ευρώ) των εσόδων των εταιρειών που περιλαμβάνονται στον δείκτη DAX της Φρανκφούρτης. Είναι ενδεικτικό των επιπτώσεων του εμπορικού πολέμου ότι o DAX έχει συνολικές απώλειες 12,5% τους τελευταίους 12 μήνες.

Η Ευρώπη είναι πάρα πολύ εκτεθειμένη, είναι μια ανοικτή οικονομία», επισημαίνει ο Εμάνουελ Κάου, αναλυτής ευρωπαϊκών μετοχών στην Barclays, που τονίζει πως ήδη αντανακλούν τις εξελίξεις τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια. Οπως υπογραμμίζει ο ίδιος, «οι ευρωπαϊκές αγορές είναι ευάλωτες σε κάθε επιβράδυνση των αναδυόμενων αγορών, όπως και στην εγχώρια αγορά που έχει μολυνθεί από τα πολιτικά προβλήματα στη Ιταλία ή από το Brexit».

Και οι ευνοημένοι...

Επειδή όπως σε κάθε κρίση υπάρχουν και ορισμένοι που χαίρονται στην προκειμένη η χώρα που θα μπορούσε να ευνοηθεί από την νέα εμπορική τάξη πραγμάτων σύμφωνα με την Morgan Stanley ενδεχομένως να είναι το Μεξικό. Πρόκειται για μία οικονομία, που έχει υποφέρει από τη μεταφορά παραγωγής στην Κίνα. Τώρα όμως εμφανίζεται πιο ανταγωνιστικό.

Επίσης Ινδονησία και Μαλαισία θα μπορούσαν επίσης να κερδίσουν μέρος της πίτας, καθώς αποτελούν επιλογή για τους επενδυτές που θα θελήσουν να περιορίσουν την έκθεσή τους στις δύο μεγάλες δυνάμεις του πλανήτη, ΗΠΑ και Κίνα.

Ακολουθήστε το Sofokleousin.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις