Μετά την εκρηκτική αύξηση των αιτήσεων συνταξιοδότησης που σημειώθηκε πέρυσι, νέο κύμα μαζικής εξόδου εργαζομένων προς τη σύνταξη εκδηλώνεται φέτος. Οι αιτήσεις έφθασαν ήδη σε επίπεδα-ρεκόρ από τον Οκτώβριο και το “τσουνάμι” θα κορυφωθεί τον Δεκέμβριο.
Υπολογίζεται ότι φέτος θα αποχωρήσουν από τη εργασία τουλάχιστον 225.000 εργαζόμενοι του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, που θα προστεθούν στη μεγάλη στρατιά των συνταξιούχων, επιβαρύνοντας το ασφαλιστικό σύτημα με συντάξεις και εφάπαξ.
Δυσκολίες θα ανακύψουν για τον ΕΦΚΑ, ο οποίος πέραν των αυξημένων δαπανών θα βρεθεί αντιμέτωπος με νέες στοίβες αιτήσεων και φακέλων συνταξιοδότησης, πριν ακόμη καταφέρει να εκκαθαρίσει τις δεκάδες χιλιάδες εκκρεμούσες από χρόνια.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Εργασίας, μέχρι το τέλος Οκτωβρίου είχαν υποβληθεί περίπου 180.000 αιτήσεις συνταξιοδότησης – κάπου 10.000 περισσότερες από το αντίστοιχο περυσινό 10μηνο, όταν υπεβλήθησαν 169.433.
Οπως γίνεται κάθε χρόνο, ο ρυθμός υποβολής επιταχύνθηκε τον Νοέμβριο και θα κορυφωθεί τον Δεκέμβριο. Η πρόβλεψη για συνολικά 225.000 αιτήσεις στη διάρκεια του έτους μάλλον θα αποδειχθεί μετριοπαθής, λένε στο υπουργείο Εργασίας, εκτιμώντας ότι ο αριθμός θα είναι υψηλότερος. Επισημαίνεται ότι πέρυσι υποβλήθηκαν 212.151 αιτήσεις σε ετήσια βάση. Με μιά λογική αύξηση 10% είναι πολύ πιθανό να υπερβούν φέτος και τις 230.000.
Ανασφάλεια και αβεβαιότητα για το ασφαλιστικό
Η “μεγάλη φυγή” προς τη σύνταξη οφείλεται πρωτίστως στο κλίμα ανασφάλειας που έχει δημιουργηθεί στους εργαζόμενους, με τις συνεχείς αλλαγές στα ασφαλιστικό. Μετά από 10 χρόνια “κοπτορραπτικής” στην ασφαλιστική νομοθεσία, τις αναπροσαρμογές ορίων ηλικίας, τις τροποποιήσεις σε όρους και προθποθέσεις, τους επανυπολογισμούς συντάξεων κλπ, εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα βρίσκονται σε αβεβαιότητα. Κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος πότε θα μπορέσει να συνταξιοδοτηθεί και ποιά θα είναι η σύνατξη του.
Φέτος η ανασφάλεια εντάθηκε, καθώς δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι με τις αλλαγές που επήλθαν στον τρόπο υπολογισμού των συντάξεων, όποιος αποχωρήσει την επόμενη χρονιά θα πάρει μικρότερη σύνταξη απ' ό,τι αν έβγαινε φέτος και έπαιρνε και την αύξηση του 2023. Ετσι, δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι – κυρίως του ευρύτερου δημόσιου τομέα – έσπευσαν να υποβάλουν αιτήσεις, νομίζοντας ότι θα κατοχυρώσουν μεγαλύτερο ποσό.
Η εκτίμηση είναι εσφαλμένη, αλλά οι “εντυπώσεις” που δημιοργήθηκαν οδήγησαν προς την συνταξιοδότηση χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους.
Ουδέν καλόν αμιγές κακού...
Προσθετικά λειτούργησε και η επιτάχυνση της έκδοσης συντάξεων. Οταν υπήρχε περίπτωση να περιμένουν δύο και τρία χρόνια για να πάρουν πλήρη σύνταξη, χιλιάδες υποψήφιοι προς συνταξιοδότηση προτιμούσαν να περιμένουν, διότι οι οικογενειακές ανάγκες δεν τους επέτρεπαν να μείνουν τόσο καιρό χωρίς εισόδημα ή να παίρνουν μισή προσωρινή σύνταξη.
Τώρα, καθώς η κυβέρνηση, οι αρμόδιοι υπουργοί και ο ΕΦΚΑ διατυμπανίζουν συνεχώς ότι οι συντάξεις “βγαίνουν πλέον σε τρεις μήνες”, όποιοι συμπληρώνουν την ηλικία και τις λοιπές προϋποθέσεις δεν έχουν λόγο να περιμένουν.
Μεγάλος είναι και ο αριθμός αιτήσεων από ελεύθερους επαγγελματίες και εργαζόμενους του δημόσιου τομέα, που συμπληρώνουν το 62ο έτος ηλικίας και μπορούν να αποχωρήσουν με μειωμένη σύνταξη.
Σύνταξη και δουλειά μαζί
Τα στοιχεία δείχνουν ότι πολλοί επαγγελματίες υποβάλουν αίτηση συνταξιοδότησης συμπληρώνοντας το 62ο έτος και στη συνέχεια εξακολουθούν να εργάζονται, καθώς το εισόδημα που αποκτούν είναι πολύ μεγαλύτερο από την παρακράτηση που θα έχουν επί της σύνταξης.
Στον δημόσιο τομέα πολλοί εργαζόμενοι έσπευσαν να καταθέσουν αίτηση για πρόωρη συνταξιοδότηση με μειωμένη σύνταξη, μετά τη γνωμοδότηση του ΝΣΚ ότι το όριο ηλικίας δημοσίων υπαλλήλων για άμεση καταβολή μειωμένης σύνταξης είναι το 62ο έτος με συμπλήρωση 25ετίας, χωρίς να αναγνωρίζονται εξαιρέσεις από αυτόν τον κανόνα.