Νέα προειδοποίηση κινδύνου για τα κόκκινα δάνεια που θα αφήσει πίσω η πανδημία εξέδωσε η Τράπεζα της Ελλάδος μέσω της Ενδιάμεσης Έκθεσης για τη Νομισματική Πολιτική, υπογραμμίζοντας ότι δάνεια αρκετών δισεκατομμυρίων, που βρίσκονται σήμερα σε κάποιο καθεστώς ρύθμισης, θα αρχίσουν ήδη από το τέταρτο τρίμηνο του 2021 να ταξινομούνται ως μη εξυπηρετούμενα.
«Οι προκλήσεις που έχουν να αντιμετωπίσουν οι ελληνικές τράπεζες είναι σημαντικές, ιδίως αν ληφθεί υπόψη ότι η πλήρης επίπτωση της πανδημίας στα στοιχεία ενεργητικού των τραπεζών εκτιμάται ότι θα εκδηλωθεί με κάποια υστέρηση, δηλαδή μετά την πλήρη άρση των μέτρων στήριξης της οικονομίας», τονίζει ο διοικητής της ΤτΕ, Γιάννης Στουρνάρας, ζητώντας «συνεχή επαγρύπνηση και εντατικότερη δράση εκ μέρους των τραπεζών, με στόχο την περαιτέρω μείωση των ΜΕΔ».
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει η ΤτΕ στην Έκθεση, ένα αρκετά υψηλό ποσοστό του συνόλου των δανείων, που έφθανε το 6,7% στο τέλος του 9μήνου 2021 και σε απόλυτο ποσό ανέρχονταν σε 9,4 δισ. ευρώ, είναι δάνεια που εξακολουθούν να χαρακτηρίζονται ως εξυπηρετούμενα, αλλά βρίσκονται σε ζώνη υψηλού κινδύνου, καθώς εντάσσονται στην κατηγορία των ρυθμισμένων δανείων.
«Στο τέλος Σεπτεμβρίου 2021», σημειώνει η ΤτΕ, «περίπου 39% του συνόλου των ΜΕΔ συνδέονταν με ρυθμίσεις. Το σύνολο των δανείων στα οποία έχουν εφαρμοστεί ρυθμίσεις (δηλ. συμπεριλαμβανομένων εκείνων τα οποία εξυπηρετούνται κανονικά) ανέρχεται σε 17,6 δισεκ. ευρώ. Επισημαίνεται ότι υψηλό ποσοστό των δανείων που τίθενται σε καθεστώς ρύθμισης εμφανίζουν πάλι καθυστέρηση σε σύντομο σχετικά χρονικό διάστημα μετά τη συνομολόγηση της ρύθμισης.
Δεδομένης της επίδρασης της πανδημίας, είναι πιθανόν ότι σημαντικό ποσοστό από τα ρυθμισμένα δάνεια θα καταγραφεί ως μη εξυπηρετούμενο το δ΄ τρίμηνο του 2021 και το 2022. Μέρος επίσης από τα δάνεια που τελούν υπό καθεστώς στήριξης (π.χ. μέσω προγραμμάτων όπως το “Γέφυρα”) είναι πιθανόν να καταγραφεί ως ΜΕΔ όταν παρέλθει η περίοδος διευκόλυνσης».
Σε ό,τι αφορά τη μεγάλη εικόνα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, η ΤτΕ καταγράφει την πρόοδο που έχει σημειωθεί, τονίζοντας πάντως ότι είναι αποτέλεσμα τιτλοποιήσεων που έπληξαν την κερδοφορία των τραπεζών, με αποτέλεσμα να καταγράψουν σχεδόν 9πλάσιες ζημιές από το 9μηνο του 2020, οι οποίες ανήλθαν στα 4,4 δισ. ευρώ.
«Περαιτέρω υποχώρηση εμφάνισε το υπόλοιπο των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ)», αναφέρει η ΤτΕ, «κυρίως λόγω της αξιοποίησης του προγράμματος “Ηρακλής”, με τις σχετικές συναλλαγές να έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην κερδοφορία και στους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας των ελληνικών τραπεζών, οι οποίοι ωστόσο παραμένουν σε ικανοποιητικά επίπεδα», τονίζει ο Γ. Στουρνάρας.
Αναλύοντας την εξέλιξη των μη εξυπηρετούμενων δανείων, η ΤτΕ σημειώνει ότι:
- «Αναφορικά με την ποιότητα του χαρτοφυλακίου δανείων σε ατομική βάση, τα ΜΕΔ ανήλθαν στο τέλος Σεπτεμβρίου 2021 σε 20,9 δισεκ. ευρώ, μειωμένα κατά 26,3 δισεκ. ευρώ συγκριτικά με το τέλος Δεκεμβρίου 2020 και κατά περίπου 86,3 δισεκ. ευρώ έναντι του Μαρτίου του 2016, οπότε είχε καταγραφεί και το υψηλότερο επίπεδο ΜΕΔ.
- Η υποχώρηση του αποθέματος των ΜΕΔ κατά τη διάρκεια του 2021 οφείλεται κυρίως σε πωλήσεις δανείων ύψους 26,2 δισεκ. ευρώ (λόγω της αξιοποίησης του προγράμματος παροχής κρατικής εγγύησης σε τιτλοποιήσεις δανείων πιστωτικών ιδρυμάτων, γνωστού με την ονομασία “Ηρακλής”) και λιγότερο σε εισπράξεις μέσω ενεργητικής διαχείρισης (δηλαδή μέσω αναδιαρθρώσεων/ρυθμίσεων δανείων, είσπραξης καθυστερούμενων οφειλών, ρευστοποίησης εξασφαλίσεων κ.λπ.)
- Επίσης, τη μείωση των ΜΕΔ υποβοήθησαν, μετά και τη λήξη των μέτρων αναστολής πληρωμής δόσεων, τα μέτρα των τραπεζών για διευκόλυνση πελατών τους όσον αφορά τους όρους αποπληρωμής των δανείων τους.
- Μείωση του δείκτη ΜΕΔ παρατηρήθηκε σε όλες τις κατηγορίες χαρτοφυλακίων, ενώ εντός του επιχειρηματικού χαρτοφυλακίου ο δείκτης για το χαρτοφυλάκιο τόσο των ελεύθερων επαγγελματιών και πολύ μικρών επιχειρήσεων όσο και των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων παραμένει υψηλός. Καλύτερες επιδόσεις παρατηρούνται στο χαρτοφυλάκιο των μεγάλων επιχειρήσεων και στο χαρτοφυλάκιο των ναυτιλιακών δανείων.
- Με βάση την κλαδική ανάλυση, στους τρεις κλάδους με το υψηλότερο υπόλοιπο δανείων, δηλαδή εκείνους του εμπορίου, της μεταποίησης και των κατασκευών, ο δείκτης ΜΕΔ ανήλθε σε περίπου 18%, 16% και 23% αντίστοιχα, ενώ σε κλάδους συναφείς με τον τουρισμό, όπως των καταλυμάτων και της εστίασης, ανήλθε σε περίπου 14% και 38% αντίστοιχα».