Η Τράπεζα της Ελλάδος αναμένεται να αναθεωρήσει σημαντικά προς τα κάτω τους προβλεπόμενους ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας για το επόμενο έτος στις επικείμενες προβλέψεις του Δεκεμβρίου, όπως δείχνουν οι προκαταρκτικές εκτιμήσεις. Την ίδια στιγμή ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, παραμένει σταθερός (με μια ελάχιστη απόκλιση προς τα κάτω 0,1%) στην εκτίμησή του για τον ρυθμό ανάπτυξης της εγχώριας οικονομίας.
Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, σε συνέντευξή του στο Politico δήλωσε ότι, σύμφωνα με τις τρέχουσες εκτιμήσεις της Τράπεζας, η ελληνική οικονομία θα μεγεθυνθεί με ρυθμό 2,4% εφέτος και 2,5% ετησίως το 2023 και το 2024.
Κατά τον τελευταίο γύρο των επίσημων προβλέψεων του Ιουνίου, η Τράπεζα της Ελλάδος είχε εκτιμήσει ρυθμό ανάπτυξης 2,2% για το τρέχον έτος, 3,0% για το 2024 και 2,7% για το 2025.
Τα μεγέθη αυτά αποτυπώνουν σημαντική επιβράδυνση της οικονομίας μετά την ισχυρή ανάκαμψη από την πανδημία. Το ΑΕΠ στο άλλοτε προβληματικό μέλος της ευρωζώνης κατέγραψε άνοδο 8,4% το 2021 και 5,6% πέρυσι, σε μεγάλο βαθμό χάρη στην ανάκαμψη της τουριστικής ζήτησης μετά την πανδημία. Αλλά ακόμη και αν «κατεβάσει» ταχύτητα, η ελληνική οικονομία θα εξακολουθήσει να καταγράφει υψηλότερους ρυθμούς σε σχέση με τους περισσότερους εταίρους της στη ζώνη του ευρώ.
Αυτοί οι ρυθμοί ανάπτυξης διασφαλίζουν ότι ο λόγος χρέους/ΑΕΠ της Ελλάδος θα συνεχίσει να μειώνεται δραστικά. Μετά την κορύφωσή του πολύ πάνω από 200%, το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ έχει πλέον διαμορφωθεί σε περίπου 165% και θα μειωθεί σε 144,7% έως το 2025, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Τράπεζας.
Η Τράπεζα της Ελλάδος προβλέπεται να δημοσιεύσει τις επίσημες προβλέψεις της στην τακτική Ενδιάμεση Έκθεσή της για τη νομισματική πολιτική το Δεκέμβριο.
Οι επικαιροποιημένες προβλέψεις δείχνουν επίσης ότι ο πληθωρισμός θα κινηθεί σε μια χαμηλότερη τροχιά. Η προκαταρκτική εκτίμηση για το 2023 παραμένει στο 4,3%, αλλά φαίνεται πλέον ότι ο πληθωρισμός θα μειωθεί σε 3,5% το 2024 και σε 2,2% το 2025, αντί 3,8% και 2,3% αντίστοιχα, όπως αναμενόταν στις προηγούμενες προβλέψεις.
Οι προκαταρκτικές εκτιμήσεις της κεντρικής τράπεζας είναι ελαφρώς πιο απαισιόδοξες σε σχέση με τις εκτιμήσεις της ελληνικής κυβέρνησης.
ΟΟΣΑ: Aνάπτυξη 2% το 2024 και πρωτογενή πλεονάσματα
Ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας 2,4% εφέτος και 2% το 2024, προβλέπει ο ΟΟΣΑ στην εξαμηνιαία έκθεσή του (Economic Outlook) που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα, ενώ για το 2025 προβλέπει ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα ενισχυθεί στο 2,4%. Σε σχέση με τις προηγούμενες εκτιμήσεις του Οργανισμός ανεβάζει ελάχιστα τον πήχη κατά 0,1% για τον ρυθμό ανάπτυξης το 2024.
Η Ελλάδα, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ αναμένεται να επιτύχει αυξανόμενα πρωτογενή πλεονάσματα, σημειώνει η έκθεση, από 1,1% του ΑΕΠ το 2023 στο 2,1% το 2025, κάτι που θα συμβάλει στην ταχεία μείωση του δημόσιου χρέους από 163% του ΑΕΠ εφέτος στο 152% το 2025. Ο ΟΟΣΑ σημειώνει ότι το επίπεδο του χρέους παραμένει υψηλό παρά τις καλοδεχούμενες μειώσεις που έγιναν. Η επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων τουλάχιστον 1,5% του ΑΕΠ πιο μακροπρόθεσμα και η στήριξη ισχυρής ανάπτυξης είναι σημαντικά για τη δημοσιονομική βιωσιμότητα, τονίζει.
Κάτω από το 3% ο πληθωρισμός
Για τον πληθωρισμό, ο ΟΟΣΑ αναφέρει ότι η μείωσή του θα είναι αργή λόγω μισθολογικών πιέσεων, καθώς σημειώνονται ελλείψεις σε εργατικό δυναμικό. Συγκεκριμένα, με βάση τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή της Eurostat, ο πληθωρισμός προβλέπεται να υποχωρήσει από 4,3% σε μέσα επίπεδα εφέτος στο 2,8% το 2024 και περαιτέρω στο 2,4% το 2025.
Ο δομικός πληθωρισμός - που δεν περιλαμβάνει τις τιμές ενέργειας, τροφίμων, αλκοόλ και καπνού - αναμένεται να μειωθεί από 5,7% εφέτος στο 3,2% το 2024 και το 2,5% το 2025. Για τους μισθούς σημειώνεται ότι αυξήθηκαν 4,3% σε ετήσια βάση στο β' τρίμηνο εφέτος. «Ένας πιο επίμονος πληθωρισμός ή νέες διαταραχές στις ενέργεια και την προσφορά, αποτελούν βασικούς κινδύνους και θα μπορούσαν να μειώσουν την κατανάλωση και την αύξηση των επενδύσεων», σημειώνει η έκθεση.
Ο Οργανισμός σημειώνει ότι, με την παραγωγικότητα της εργασίας να παραμένει χαμηλή, θα πρέπει να αποτελέσουν προτεραιότητα για περαιτέρω μεταρρυθμίσεις ώστε να αρθούν τα εμπόδια σε επενδύσεις, ιδιαίτερα στο σύστημα απονομής δικαιοσύνης, και για τη βελτίωση των δεξιοτήτων, ώστε να αυξηθεί το βιοτικό επίπεδο και να διασφαλιστεί η μακροπρόθεσμη δημοσιονομική βιωσιμότητα.
Οι πρόσφατες πυρκαγιές και πλημμύρες τονίζουν την ανάγκη προσαρμογής σε ένα θερμότερο κλίμα, κυρίως με τη διεύρυνση της ασφαλιστικής κάλυψης των ακινήτων. «Η προώθηση ευρύτερης ασφάλισης για όλα τα κτίρια θα μπορούσε να περιορίσει το μέγεθος των δημοσιονομικών υποχρεώσεων από τα όλο και πιο ακραία καιρικά φαινόμενα και να βοηθήσει στην επιτάχυνση της ανοικοδόμησης μετά τις ζημιές».