Aίτηση για δημόσια εγγραφή (IPO) στις ΗΠΑ υπέβαλλε η Wealthfront, η startup που συνέβαλε στην καθιέρωση του "robo-advisory" μοντέλου στις επενδύσεις, εντασσόμενη στο νέο κύμα fintech εταιρειών που εισάγονται στο χρηματιστήριο το 2025, μαζί με ονόματα όπως η Chime και η Klarna.
Η εταιρεία είχε αρχικά καταθέσει εμπιστευτικά αίτηση τον Ιούνιο, ωστόσο τώρα προχωρά σε δημόσια κατάθεση, ανοίγοντας τον δρόμο για την έναρξη του roadshow προς επενδυτές. Η εισαγωγή αναμένεται να πραγματοποιηθεί στο Nasdaq, με σύμβολο διαπραγμάτευσης “WLTH”.
Σύμφωνα με τα έγγραφα, έως τις 31 Ιουλίου η Wealthfront διαχειριζόταν περιουσιακά στοιχεία ύψους 88,2 δισ. δολαρίων, εξυπηρετώντας 1,3 εκατ. πελάτες. Για τη χρήση που έληξε στις 31 Ιανουαρίου 2025, η εταιρεία κατέγραψε καθαρά κέρδη 194,4 εκατ. δολαρίων επί εσόδων 308,9 εκατ. δολαρίων.
Όπως αναφέρεται στην κατάθεση, «οι πελάτες μας είναι κατά κύριο λόγο ψηφιακά εγγράμματοι υψηλόμισθοι που δίνουν προτεραιότητα στην αποταμίευση και τη συσσώρευση πλούτου». Πρόκειται για κοινό με μακροπρόθεσμο ορίζοντα επενδύσεων, που δεν αποθαρρύνεται από διορθώσεις ή πτωτικές αγορές.
Η Wealthfront ιδρύθηκε το 2008 και, μαζί με την Betterment, υπήρξε από τις πρώτες που όρισαν το μοντέλο robo-advisor, χρησιμοποιώντας αλγόριθμους για την αυτοματοποίηση επενδυτικών αποφάσεων. Σύντομα, μεγάλοι τραπεζικοί όμιλοι όπως η Morgan Stanley και η Bank of America ανέπτυξαν δικές τους αντίστοιχες υπηρεσίες.
Το 2022 η UBS είχε ανακοινώσει συμφωνία εξαγοράς της Wealthfront έναντι 1,4 δισ. δολαρίων, η οποία όμως κατέρρευσε, καθώς η αγορά στράφηκε απότομα κατά των fintech λόγω της αύξησης των επιτοκίων.
Η ανάκαμψη του κλάδου φέτος οδηγεί σε νέο κύμα εισαγωγών, με τη Wealthfront να ακολουθεί την τάση. Η εταιρεία, με έδρα το Πάλο Άλτο της Καλιφόρνια, απασχολούσε 359 εργαζομένους στα τέλη Ιουλίου.