Τράπεζες

Αυστηροί έλεγχοι από τον SSM στις τράπεζες για νέα κόκκινα δάνεια


Ανησυχία εκφράζει ο εποπτικός μηχανισμός ενόψει της απόσυρσης των μέτρων στήριξης - Ποια δάνεια κινδυνεύουν περισσότερο, σύμφωνα με την ΤτΕ

Παρότι στους ελληνικούς τραπεζικούς κύκλους καλλιεργείται εφησυχασμός για τα νέα κόκκινα δάνεια που δημιουργεί η πανδημία, καθώς έως τώρα δεν έχουν επιβεβαιωθεί οι δυσοίωνες αρχικές προβλέψεις για ένα μεγάλο κύμα μη εξυπηρετούμενων δανείων, ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός της ΕΚΤ ετοιμάζεται για αυστηρούς ελέγχους στις τράπεζες της ευρωζώνης για την ποιότητα των χαρτοφυλακίων δανείων και των μηχανισμών αξιολόγησης κινδύνων από τις τράπεζες, καθώς διαπιστώνει αυξημένους κινδύνους από τη σταδιακή απόσυρση των μέτρων στήριξης από κυβερνήσεις και την κεντρική τράπεζα.

Με άρθρο που δημοσίευσε σήμερα ο επικεφαλής του SSM, Αντρέα Ενρία, με αφορμή τη δημοσίευση των εποπτικών προτεραιοτήτων για την περίοδο 2022 - 2024, κατέστησε σαφές ότι οι έλεγχοι θα εντοπισθούν σε ένα σημείο υψηλού ενδιαφέροντος για τις ελληνικές τράπεζες, που μόλις τώρα βγαίνουν από μια μακρά περίοδο εκτίναξης των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε πρωτοφανή ύψη: όπως τονίζει ο Ενρία, οι τράπεζες της ευρωζώνης αντιμετωπίζουν αυξανόμενο πιστωτικό κίνδυνο καθώς αποσύρονται τα μέτρα δημόσιας στήριξης που σχετίζονται με την πανδημία και, μάλιστα, «αρκετοί πρώιμοι δείκτες δείχνουν πιθανή επιδείνωση της ποιότητας των χαρτοφυλακίων στο μέλλον».

Στο ίδιο μήκος κύματος, είχε προηγηθεί η Τράπεζα της Ελλάδος, υπογραμμίζοντας τους πιστωτικούς κινδύνους στην τελευταία έκθεση για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα, όπου τόνιζε ότι:

  • Παρά τη μείωση του ποσοστού Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων, το 40% περίπου των ΜΕΔ και το 9% των εξυπηρετούμενων δανείων τελούν υπό κάποιο καθεστώς ρύθμισης, γεγονός που τα καθιστά υψηλού πιστωτικού κινδύνου. Παράλληλα, στις κατηγορίες υψηλού κινδύνου (στάδιο 2 και 3) βάσει του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) κατατάσσονται περίπου το 13% και 20% αντίστοιχα των δανείων, ενώ με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, στο πλαίσιο των μέτρων στήριξης των δανειοληπτών από την πανδημία, δάνεια περίπου 9 δισεκ. ευρώ τελούν υπό κάποιο είδος προστασίας / διευκόλυνσης πληρωμών (π.χ. πρόγραμμα Γέφυρα, προγράμματα step-up των τραπεζών).
  • Συνεπώς, γίνεται αντιληπτό ότι η επίδραση της πανδημίας δεν έχει ακόμη πλήρως καταγραφεί στα μεγέθη των τραπεζών, γεγονός που καθιστά την ταχεία και πλήρη αποτύπωση των νέων ΜΕΔ στους ισολογισμούς τους άμεση προτεραιότητα για την εξυγίανση και την ενίσχυση της ανθεκτικότητας του τραπεζικού τομέα.

 

Όπως σημειώνει ο Α. Ενρία, «οι δείκτες μη εξυπηρετούμενων δανείων σε τομείς πιο ευάλωτους στις επιπτώσεις της πανδημίας έχουν αρχίσει να αυξάνονται. Αυτό είναι ιδιαίτερα αισθητό στους τομείς στέγασης και τροφίμων, καθώς επίσης στους τομείς των αεροπορικών μεταφορών και των ταξιδιών». Μάλιστα, ο επικεφαλής της εποπτείας επέκρινε τις τράπεζες που χαλαρώνουν υπερβολικά τις άμυνές τους, υπογραμμίζοντας ότι, ακόμα και όταν η ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων πρόκειται να επιδεινωθεί, ορισμένες τράπεζες ήδη αποδεσμεύουν προβλέψεις πιστωτικού κινδύνου, χαρακτηρίζοντας αυτή την τάση ως ανησυχητική,καθώς δείχνει ότι τα δάνεια δεν ταξινομούνται σωστά και η επιδείνωση του χαρτοφυλακίου δεν αναγνωρίζεται αρκετά νωρίς.

Στις προτεραιότητες που δημοσίευσε σήμερα ο SSM για το εποπτικό έργο των επόμενων ετών, η κορυφαία είναι να αναδυθούν οι τράπεζες υγιείς από την πανδημία. Όπως αναφέρεται, η αντιμετώπιση των δυσμενών επιπτώσεων της πανδημίας COVID-19 και η διασφάλιση της ανθεκτικότητας του τραπεζικού τομέα αποτελεί κρίσιμο στόχο για τις εποπτικές αρχές. Η πιθανή επιδείνωση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων, που συνδέεται με τη σταδιακή απόσυρση της στήριξης της κυβερνητικής και νομισματικής πολιτικής, και οι πιθανές διορθώσεις στις αποτιμήσεις των χρηματοπιστωτικών αγορών απαιτούν εποπτική προσοχή για την αντιμετώπιση των βραχυπρόθεσμων και μεσοπρόθεσμων προκλήσεων για τις τράπεζες.

Ως βασική ευπάθεια των τραπεζών της ευρωζώνης σημειώνονται οι ελλείψεις στα πλαίσια διαχείρισης πιστωτικού κινδύνου, ενώ τονίζεται ότι στρατηγικός στόχος είναι τα εποπτευόμενα ιδρύματα να βελτιώνουν τις πρακτικές διαχείρισης πιστωτικού κινδύνου, ιδίως όσον αφορά τον έγκαιρο εντοπισμό, τη μελλοντική μέτρηση και τον μετριασμό των πιστωτικών κινδύνων.

«Παρά τις πρωτοβουλίες που αναλήφθηκαν τους τελευταίους μήνες για την αξιολόγηση και τον έλεγχο της ετοιμότητας των τραπεζών να αντιμετωπίσουν την αυξανόμενη επιδείνωση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων, διαπιστώθηκε ότι εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές ελλείψεις στα πλαίσια διαχείρισης πιστωτικού κινδύνου αρκετών τραπεζών», τονίζει ο SSM και προσθέτει: «Οι κύριοι τομείς ανησυχίας σχετίζονται με τον εντοπισμό και την ταξινόμηση των προβληματικών δανειοληπτών, την αποτίμηση των εξασφαλίσεων και την επάρκεια των πρακτικών χορήγησης δανείων». Ο SSM τονίζει ότι θα συνεργάζεται προληπτικά με τις τράπεζες όπου έχουν διαπιστωθεί ουσιώδεις ελλείψεις και θα διενεργεί στοχευμένες επανεξετάσεις, επιτόπιες επιθεωρήσεις και έρευνες στα εσωτερικά μοντέλα των τραπεζών.

Ο SSM θα εστιάσει στα ανοίγματα των τραπεζών σε τομείς ευάλωτους λόγω της πανδημίας, μεταξύ των οποίων και στα εμπορικά ακίνητα. Όπως σημειώνει, «οι υπερχρεωμένες επιχειρήσεις σε οικονομικούς τομείς που είναι πιο ευαίσθητες στις επιπτώσεις της πανδημίας παραμένουν ιδιαίτερα ευάλωτες στη σταδιακή κατάργηση των μέτρων στήριξης. Ενώ η προοδευτική οικονομική ανάκαμψη, οι θετικές προοπτικές και η μεγαλύτερη διάρκεια ορισμένων μέτρων στήριξης, όπως οι εγγυήσεις που χορηγούνται από οντότητες του δημόσιου τομέα, μειώνουν τον κίνδυνο αύξησης των αθετήσεων υποχρεώσεων από επιχειρήσεις, τα ανοίγματα των τραπεζών σε ευάλωτες εταιρείες παραμένουν ευαίσθητα σε πιθανή επιδείνωση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων και πρέπει να παρακολουθούνται και να διαχειρίζονται επαρκώς». Ο SSM προγραμματίζει τακτική παρακολούθηση των ανοιγμάτων των τραπεζών προς ευάλωτους τομείς, στοχευμένες αξιολογήσεις και επιτόπιους έλεγχους των ανοιγμάτων των τραπεζών σε χρηματοδοτήσεις εμπορικών ακινήτων.

Μια άλλη βασική ευπάθεια που εντοπίζει ο SSM είναι οι ευαισθησίες σε μεγάλες μεταβολές των επιτοκίων και των πιστωτικών περιθωρίων. Στόχος είναι τα εποπτευόμενα ιδρύματα να διαθέτουν υγιείς ρυθμίσεις για τη διαχείριση του αντίκτυπου των μεσοπρόθεσμων μεταβολών των επιτοκίων και των πιστωτικών περιθωρίων και την προσαρμογή των πλαισίων αξιολόγησης, μετριασμού και παρακολούθησης του κινδύνου, όποτε κρίνεται ανάγκη.

«Το περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων, τα έκτακτα μέτρα στήριξης της δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής και η αναζήτηση αποδόσεων έχουν οδηγήσει σε αυξημένες αποτιμήσεις σε διάφορους τομείς των χρηματοπιστωτικών αγορών, μερικές φορές αποσυνδεδεμένες από τα θεμελιώδη οικονομικά στοιχεία», τονίζει ο SSM. «Η κατάσταση αυτή ενδέχεται να επιδεινώσει την πιθανότητα κινδύνου από αλλαγές των τιμών κρατικών και εταιρικών ομολόγων, ή από μεταβολές στις αγορές μετοχών. Αποτελεί πηγή ανησυχίας για τις εποπτικές αρχές, ιδίως λαμβάνοντας υπόψη τις ουσιώδεις ευαισθησίες των τραπεζών έναντι ορισμένων από τους αντίστοιχους παράγοντες κινδύνου, ιδίως τα επιτόκια και τα πιστωτικά περιθώρια».

Ακολουθήστε το Sofokleousin.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις