Η κινεζική εταιρεία αθλητικών ειδών Anta Sports Products, εισηγμένη στο Χονγκ Κονγκ, εξετάζει πιθανή εξαγορά της Puma SEΗ σύμφωνα με το Bloomberg.
Η προοπτική μιας πιθανής εξαγοράς της Puma από την κινεζική Anta Sports επαναφέρει στο προσκήνιο τις μεγάλες ανακατατάξεις που συντελούνται διεθνώς στη βιομηχανία αθλητικών ειδών. Σύμφωνα με πληροφορίες διεθνών μέσων, η Anta εξετάζει ενεργά την κατάθεση πρότασης για την εξαγορά της γερμανικής εταιρείας, έχοντας ήδη συνεργαστεί με χρηματοοικονομικούς συμβούλους ώστε να αξιολογήσει τα οικονομικά, στρατηγικά και επενδυτικά δεδομένα μιας τέτοιας κίνησης. Η είδηση προκάλεσε άμεση έντονη αντίδραση στις αγορές, με τη μετοχή της Puma να καταγράφει άλμα άνω του 12%, καθώς οι επενδυτές εκτιμούν ότι μια πιθανή προσφορά θα μπορούσε να έρθει με premium σε σχέση με την τρέχουσα αποτίμηση.
Η Puma βρίσκεται σε μία από τις πιο κρίσιμες περιόδους της τελευταίας δεκαετίας. Η εταιρεία αντιμετωπίζει μειωμένη ζήτηση σε βασικές αγορές, αυξημένο ανταγωνισμό και σειρά εξωτερικών πιέσεων, όπως οι δασμοί στις ΗΠΑ και τα υψηλά κόστη παραγωγής. Το πρόσφατο πρόγραμμα αναδιάρθρωσης που ανακοινώθηκε, το οποίο περιλαμβάνει περικοπή 900 θέσεων εργασίας, αποτυπώνει την ανάγκη για άμεση στροφή σε πιο ευέλικτο και βιώσιμο επιχειρηματικό μοντέλο. Παράλληλα, η αποτίμηση της Puma έχει υποχωρήσει σημαντικά, κάτι που καθιστά την εταιρεία πιο ελκυστικό στόχο εξαγοράς για διεθνείς ομίλους που θέλουν να ενισχύσουν τη θέση τους εκτός Ασίας.
Η Anta, που τα τελευταία χρόνια έχει καταγράψει εντυπωσιακή ανάπτυξη εντός και εκτός Κίνας, βλέπει στην Puma μια στρατηγική ευκαιρία διεθνούς επέκτασης. Η πιθανή εξαγορά θα προσέφερε στη κινεζική εταιρεία μια ισχυρή ευρωπαϊκή βάση, ένα εδραιωμένο brand με παγκόσμια αναγνωρισιμότητα και πρόσβαση σε δίκτυα διανομής που δύσκολα θα αναπτύσσονταν οργανικά.
Ωστόσο, η κίνηση αυτή προϋποθέτει σημαντικές επενδύσεις σε κεφάλαιο, αναδιάρθρωση και repositioning του brand, γεγονός που αυξάνει το ρίσκο. Παράλληλα, η Artemis SA, το επενδυτικό όχημα της οικογένειας Pinault που κατέχει σχεδόν το 29% της Puma, εμφανίζεται επιφυλακτική ως προς την πώληση, αν η προσφορά δεν αντανακλά την πραγματική δυνατότητα ανάκαμψης της εταιρείας.
Στο παιχνίδι φαίνεται ότι βρίσκονται και άλλοι υποψήφιοι αγοραστές, όπως η κινεζική Li Ning και η ιαπωνική ASICS, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε κλιμάκωση ενδιαφέροντος και πιθανή άτυπη δημοπρασία μεταξύ των εν δυνάμει διεκδικητών. Η αύξηση του ανταγωνισμού αυξάνει μεν τις πιθανότητες να προχωρήσει μια συμφωνία, παράλληλα όμως ανεβάζει την απαιτούμενη τιμή εξαγοράς και περιπλέκει τη διαδικασία, ειδικά αν υπάρξουν προσφορές που θα θεωρηθούν «εχθρικές» από τη διοίκηση ή τους βασικούς μετόχους της Puma.
Για την ευρωπαϊκή αγορά, μια πιθανή εξαγορά της Puma από την Anta θα αποτελούσε κομβική εξέλιξη. Θα μπορούσε να οδηγήσει σε αλλαγές στην τιμολογιακή πολιτική, στην παραγωγή, στο χαρτοφυλάκιο προϊόντων και στο δίκτυο διανομής σε επίπεδο περιφέρειας, επηρεάζοντας άμεσα τόσο τους λιανεμπόρους όσο και τους καταναλωτές. Στην Ελλάδα ειδικά, όπου το brand έχει ισχυρή παρουσία, ενδέχεται να δούμε αναπροσαρμογή της στρατηγικής, ανανέωση του μίγματος προϊόντων ή ακόμη και αλλαγές στα εμπορικά μοντέλα συνεργασίας.
Παρά τα εμπόδια και την αβεβαιότητα, η συγκεκριμένη εξέλιξη επιβεβαιώνει πως η αγορά αθλητικών ειδών μπαίνει σε φάση αναδιάρθρωσης, με τις ασιατικές εταιρείες να αποκτούν ολοένα και πιο επιθετικό ρόλο σε επίπεδο διεθνών εξαγορών.