Μια σιωπηρή αλλά δομική αλλαγή βρίσκεται σε εξέλιξη στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα, καθώς οι μεγάλες ελληνικές τράπεζες υιοθετούν, σταδιακά αλλά σταθερά, το μοντέλο συνδρομητικής τιμολόγησης (subscription banking) για τις βασικές τραπεζικές συναλλαγές λιανικής.
Πρόκειται για μια μετάβαση που ανατρέπει τη δεκαετία κυριαρχίας των "δωρεάν λογαριασμών" και των μεμονωμένων χρεώσεων ανά συναλλαγή, εισάγοντας μια λογική all-in-one πακέτων, με σταθερό μηνιαίο κόστος και συγκεκριμένες παροχές.
Η Eurobank διαθέτει την υπηρεσία "My Advantage Banking", ένα πακέτο προγραμμάτων με συνδρομή που περιλαμβάνει δωρεάν βασικές συναλλαγές (π.χ. πάγιες εντολές, εμβάσματα, έκδοση εγγράφων) και δυνατότητα προσθήκης επιπλέον υπηρεσιών.
Η Alpha Bank προσφέρει τη συνδρομητική υπηρεσία myAlpha Benefit, με πακέτα που περιλαμβάνουν διάφορες παροχές και χρεώσεις. Τα πακέτα αυτά διατίθενται σε τρία επίπεδα: Base, Advanced και Unlimited, με διαφορετικές χρεώσεις και παροχές για κάθε ένα.
H Τράπεζα Πειραιώς (Piraeus) παρείχε παλαιότερα το πακέτο εξόφΛΥΣΗ, με το οποίο οι πελάτες της μπορούσαν μέσω e-banking να κάνουν έναν συγκεκριμένο αριθμό πληρωμών λογαριασμών ΔΕΚΟ το χρόνο με μικρή ετήσια συνδρομή, αντί για προμήθεια σε κάθε συναλλαγή.
Αυτό το διάστημα διαθέτει το Piraeus alerts, με 3 βασικά πακέτα, οι συνδρομητές του οποίου μπορούν να έχουν συνεχή ενημέρωση για τις κινήσεις των λογαριασμών τους και ειδοποιήσεις για όλες τις κάρτες τους, ενώ στο πλήρες ετήσιο πρόγραμμα διατίθεται και άμεση πληροφόρηση για συναλλαγές χρηματιστηρίου.
Στο πλαίσιο της στρατηγικής “Retail Transformation” (2022–2025) η τράπεζα είχε ανακοινώσει σχεδιασμό θεματικών πακέτων.
Η Εθνική Τράπεζα διαθέτει από τον Σεπτέμβριο του 2024 τον «Λογαριασμό Προνομίων», με σταθερό κόστος 0,80 ευρώ τον μήνα και ενσωματωμένες δωρεάν παροχές, όπως εμβάσματα εντός Ελλάδας και Ε.Ε. έως 5.000€/μήνα, δωρεάν πάγιες εντολές, δωρεάν φόρτιση prepaid cards και μηνιαίους πόντους επιβράβευσης "Go For More".
Με βάση στοιχεία της ίδιας της τράπεζας, πάνω από 1,5 εκατ. πελάτες έχουν ήδη ενταχθεί στο μοντέλο αυτό, κάτι που πιθανότατα το καθιστά το μεγαλύτερο rollout συνδρομητικής τραπεζικής υπηρεσίας στη χώρα.
Η Attica Bank και η Optima Bank, που βρίσκονται σε φάση ανάπτυξης νέων ψηφιακών υποδομών, φέρονται να σχεδιάζουν μοντέλα σταθερής χρέωσης για λογαριασμούς digital-first. Eπιδιώκουν διαφοροποίηση από τις συστημικές σε επίπεδο UX και τιμολόγησης, εφαρμόζοντας προσαρμοσμένο κανονισμένο τιμολόγιο e-services και υποστήριξη “απελευθερωμένων” λογαριασμών με απλοποιημένες χρεώσεις.
Το subscription μοντέλο κανόνας στην Ευρώπη
Η υιοθέτηση συνδρομητικών μοντέλων αποτελεί καθιερωμένη πρακτική στις περισσότερες ώριμες τραπεζικές αγορές της Ευρώπης. Σύμφωνα με έκθεση της Deloitte (ήδη από το 2023):
Το 60% των ευρωπαϊκών retail τραπεζών έχουν ως βασικό εμπορικό μοντέλο τα “all-in-one fee accounts”, καθώς τα έσοδα από μηνιαίες συνδρομές είναι σταθερά και προβλέψιμα, με υψηλό customer retention, ενώ το μοντέλο προσφέρει χαμηλότερο κόστος εξυπηρέτησης, αφού μετατοπίζει το βάρος στις ψηφιακές συναλλαγές.
Στη Γερμανία οι περισσότερες τράπεζες εφαρμόζουν πακέτα συνδρομής (2–6€/μήνα) με δωρεάν συναλλαγές και κάρτες. Στην Ολλανδία οι ING και ABN AMRO, μεταξύ άλλων, προσφέρουν υποχρεωτικά συνδρομητικά πακέτα (2,50–4€/μήνα) ακόμη και για φοιτητές.
Σουηδικές και Νορβηγικές τράπεζες έχουν υιοθετήσει συνδρομητικά bundles που περιλαμβάνουν ασφαλιστικά προϊόντα, τεχνολογικές υπηρεσίες και ψηφιακή υποστήριξη.
Τα πλεονεκτήματα και οι προκλήσεις του συνδρομητικού μοντέλου
Η στροφή των τραπεζών προς το συνδρομητικό μοντέλο προσφέρει μια σειρά από οφέλη, τόσο σε επιχειρησιακό, όσο και σε πελατοκεντρικό επίπεδο.
Για τις τράπεζες το κυριότερο πλεονέκτημα είναι η δημιουργία σταθερών και προβλέψιμων εσόδων μέσω επαναλαμβανόμενων συνδρομών, γεγονός που ενισχύει την ανθεκτικότητα των οικονομικών τους αποτελεσμάτων.
Παράλληλα, η μετάβαση προς πακέτα σταθερής χρέωσης ενισχύει την εμπιστοσύνη των πελατών στις ψηφιακές τραπεζικές πλατφόρμες, που πλέον αναδεικνύονται ως ο βασικός δίαυλος εξυπηρέτησης.
Επιπλέον, η σταδιακή εγκατάλειψη του παραδοσιακού μοντέλου συναλλαγών ανά πράξη συμβάλλει στη μείωση του κόστους εξυπηρέτησης στα φυσικά καταστήματα, εξορθολογίζοντας τη λειτουργική βάση των τραπεζών.
Για τους καταναλωτές τα συνδρομητικά πακέτα προσφέρουν διαφάνεια και προβλεψιμότητα στην τιμολόγηση, εξαλείφοντας τις επιμέρους χρεώσεις που συχνά προκαλούσαν σύγχυση ή δυσαρέσκεια. Ταυτόχρονα, παρέχουν οικονομικότερη πρόσβαση σε ένα εύρος υπηρεσιών -όπως εμβάσματα, πάγιες εντολές, ψηφιακή υποστήριξη- οι οποίες, αν χρεώνονταν μεμονωμένα, θα ήταν ακριβότερες.
Ωστόσο, η εφαρμογή του συνδρομητικού μοντέλου δεν στερείται προκλήσεων. Ένα μέρος του πελατολογίου ενδέχεται να εκλάβει τις αλλαγές ως έμμεση αύξηση του κόστους, ιδιαίτερα όταν η χρήση βασικών υπηρεσιών είναι περιορισμένη.
Παράλληλα, τίθεται ζήτημα ρυθμιστικής συμμόρφωσης, καθώς οι αρμόδιες Αρχές, τόσο σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και στην Ελλάδα, παρακολουθούν στενά κατά πόσο οι νέες δομές τιμολόγησης συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του Κανονισμού για τους βασικούς λογαριασμούς πληρωμών, ιδίως όσον αφορά τη διαφάνεια και την προσβασιμότητα για ευάλωτες ομάδες.
Η ελληνική τραπεζική αγορά κάνει αυτή τη μετάβαση με διαφορετικές ταχύτητες, αλλά η κατεύθυνση είναι κοινή: “συνδρομή χρήστη”, αντί για χρέωση ανά πράξη.
Η επιτυχία του μοντέλου θα εξαρτηθεί τελικά από την ικανότητα των τραπεζών να εξηγήσουν με σαφήνεια την προστιθέμενη αξία των νέων πακέτων, να διατηρήσουν επιλογές για τους λιγότερο ενεργούς πελάτες και να ενισχύσουν τη σχέση εμπιστοσύνης σε ένα περιβάλλον ραγδαίας ψηφιοποίησης.
Α.Ν