Πολιτική

Γ. Κοτζαμπασάκη: «Το Θαύμα στο Ακρωτήρι» ήταν κατάθεση ψυχής


Ένας δικός μας άνθρωπος, όπως θεωρούμε εμείς οι δημοσιογράφοι του ιατρικού ρεπορτάζ την Γεωργία Κοτζαμπασάκη, καθώς αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της δουλειάς μας, μιας και ασχολείται με τη διοργάνωση ιατρικών συνεδρίων και συνεντεύξεων, έκανε ένα μεγάλο άλμα. Έκανε το δικό της «θαύμα» και πέρασε εν μία νυκτί στον πνευματικό κύκλο των συγγραφέων με το πρώτο της εγχείρημα «ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΣΤΟ ΑΚΡΩΤΗΡΙ».

Η ίδια μιλά με ιδιαίτερη σεμνότητα για το έργο της, του οποίου το περιεχόμενο, εκτός της ερωτικής ιστορίας που περιγράφει, αγγίζει με εξαιρετικό τρόπο τις έντονες διαφορές ανάμεσα σε δύο αιώνιους εχθρούς, τους έλληνες και τους τούρκους. Διηγείται με ένταση και πάθος τα αληθινά γεγονότα δύσκολων εποχών που χάραξαν τις μνήμες αμφότερων και ειδικά των ελλήνων, ενώ οι γλαφυρές περιγραφές των περιοχών και των ιστορικών μνημείων της γείτονα χώρας, δημιουργούν στον αναγνώστη την εντύπωση ότι ζει και περιηγείται ζωντανά στα ίδια μονοπάτια. 

Ποιο ήταν το έναυσμα για να ξεκινήσεις μια συγγραφική καριέρα; 

-Η συγγραφή αποτελούσε για μένα συνειδητοποιημένη εσωτερική ανάγκη εδώ και πολλά χρόνια, η οποία, όμως, για διαφόρους λόγους, μέχρι πρότινος έβρισκε μόνο εκτόνωση στην επαγγελματική μου ζωή, κατά την οποία γράφω σε καθημερινή βάση δελτία τύπου, άρθρα για τα ΜΜΕ και άλλα κείμενα. Ωστόσο, κάποια στιγμή μοιραία ήρθε η ώρα να ωριμάσει μέσα μου η απόφαση όχι μόνο να καταγράψω βαθύτερες σκέψεις και συναισθήματα με τη μορφή μυθοπλαστικών ιστοριών, αλλά και να τα μοιραστώ ευρύτερα, εκδίδοντάς τα.  

Τι ήταν αυτό που σε ώθησε να γράψεις «Το Θαύμα στο Ακρωτήρι», με ένα τόσο ιδιαίτερο περιεχόμενο και μια συναρπαστική, θα έλεγα, πλοκή;

-Σας ευχαριστώ πολύ για αυτό το τελευταίο! Όπως είπα και στην παρουσίαση του βιβλίου στην Αθήνα, στις 26 Σεπτεμβρίου 2016, το θέμα δεν το αναζήτησα εγώ, ήρθε και με βρήκε μόνο του. 

Όσοι με γνωρίζουν από κοντά, ξέρουν ότι τα τελευταία 5-6 χρόνια ταξίδεψα συχνά στη γείτονα, μετά από μια συμπτωματική πρώτη επίσκεψη για διακοπές το 2009. Σε εκείνη την πρώτη επίσκεψη, και σημειώνω με έμφαση, ως απόλυτα ακραιφνής Ελληνίδα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, είδα και άκουσα πολλά αναπάντεχα και πρωτόγνωρα για μένα. Αν και όλα με εξέπληξαν, δεν μου πέρασε τότε από το μυαλό να γράψω κάτι για αυτά.  

Η αφορμή για τη δημιουργία του βιβλίου μου δόθηκε, ξαφνικά, πολύ αργότερα, τον Μάιο του 2014, οπότε και έπεσε στην αντίληψή μου όχι ένα, αλλά μια σειρά από επαναλαμβανόμενα σχόλια ενός εικονικού φίλου στο Facebook, τον οποίο δεν γνωρίζω προσωπικά, αλλά παρακολουθώ καμιά φορά από τις αναρτήσεις του. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία ασυγκράτητα και χειμαρρώδη, τα σχόλια αναφέρονταν πάντοτε στην υποχρεωτική ιστορική συνάφεια των δύο λαών, του Ελληνικού και του Τουρκικού, και στο επίφοβο μέλλον της, με ολοένα και διαφορετικά πεπραγμένα, παλιά και νέα, της απέναντι πλευράς να παρουσιάζονται με έμφαση και να επιβεβαιώνουν κάθε φορά τις – εν πολλοίς - δίκαιες θέσεις του σχολιαστή, αλλά και των περισσοτέρων από εμάς τους υπόλοιπους  Έλληνες, στο θέμα των σχέσεων με τους Τούρκους συνολικά. 

Φέρνοντας, τότε, αυθόρμητα, στο νου μου τις εμπειρίες που έζησα εγώ στην Τουρκία, καθώς και τη γνωριμία μου, εκτός από γνήσιους Τούρκους, και με δύο μικτά ζευγάρια, μια Τουρκάλα παντρεμένη με Έλληνα και μια Ελληνίδα παντρεμένη με Τούρκο, αυτό που από την αρχή, κατά το κοινώς λεγόμενον, με «χάλασε» στα σχόλια εκείνα ήταν αυτό το «συνολικά»…

Έτσι, αποφάσισα να φτιάξω μια ηρωίδα που, στο ζήτημα της στάσης της απέναντι στην παμπάλαια σχέση των δύο λαών, θα είχε οπωσδήποτε όλα τα χαρακτηριστικά των απόψεων του μεγαλύτερου μέρους των σύγχρονων Ελλήνων, ίσως αρκετά πιο δυνατά και ιστορικά πιο συνειδητοποιημένα. Η Μυρτώ Αποστόλου, όμως, επειδή, τελικά, σε αυτή τη ζωή ΟΛΑ μπορούν να συμβούν, έπρεπε να κληθεί να ζήσει το – ακόμα και σήμερα για πολλούς - αδιανόητο… 

 

 

«Το Θαύμα στο Ακρωτήρι» τι ακριβώς πραγματεύεται; 

-Η Μυρτώ Αποστόλου, μια σύγχρονη Ελληνίδα περίπου 40 ετών, η οποία είναι, ταυτόχρονα, και ένα ιστορικά καταρτισμένο, ρομαντικό και ονειροπόλο άτομο, αναγκάζεται να μετακομίσει στην Τουρκία για να εργαστεί στα νέα γραφεία της εταιρίας της, στην Κωνσταντινούπολη. Αν και στην αρχή αρνείται κατηγορηματικά αυτή την απόσπαση, στη συνέχεια υποχρεώνεται από τις συνθήκες να την αποδεχτεί. Έτσι, φεύγει από την Ελλάδα με βαριά καρδιά και πηγαίνει στη «Βασιλεύουσα» φορτωμένη με τις δικές της αντικειμενικές αλήθειες. Ερχόμενη, όμως, εκεί αντιμέτωπη και με άλλες, που δεν γνωρίζει, ανακατεμένες με τον αέρα, τις μυρωδιές και τις μουσικές αυτής της μαγικής πόλης, πέφτει στη δίνη μιας συνεχούς πάλης με τις βαθιά ριζωμένες αντιλήψεις μιας ζωής.  

Η πάλη αυτή από μόνη της αποτελεί ένα «θαύμα» που η ίδια δεν θα περίμενε ποτέ να ζήσει, ειδικά σε κείνα τα χώματα, στοχαστική συνέχεια – κι όχι απλή απόρροια - ενός άλλου, διαχρονικού «θαύματος» που ενώνει ανέκαθεν - χωρίς να συγχωνεύει -ζωές και πορείες, φιλοσοφίες και κοσμοθεωρίες, λαούς και πολιτισμούς: εκείνο του έρωτα.  

Μολονότι αρχικά αμετακίνητη και συχνά ειρωνική, η Μυρτώ προσπαθεί σε όλο το βιβλίο να ισορροπήσει μεταξύ των πιστεύω της και του πολλαπλού «θαύματος» που προοριζόταν να βιώσει στην Πόλη, προσπάθεια που, μετά από ένα κρίσιμο σημείο, γίνεται για την ίδια αβάσταχτη και την οδηγεί στη συντριβή. Μοιραία, τότε, την εγκαταλείπει, για να ξαναγυρίσει πίσω εκεί από όπου ξεκίνησε.   

Το ερώτημα που προκύπτει στο τέλος είναι, εάν, παρά τις αγεφύρωτες διαφορές μεταξύ των ηρώων και, ίσως, και αυτών που αντιπροσωπεύουν, - πολλές από τις οποίες θα συνεχίσουν να παραμένουν αγεφύρωτες -, θα μπορούσε να πρυτανεύσει η αγάπη, η δύναμη, η υπέρβαση του κακού και του φόβου και η αισιοδοξία για ένα καλύτερο αύριο. 

Διαβάζοντας κανείς το βιβλίο, ανακαλύπτει ένα πλούσιο ιστορικό υλικό, που σε κάνει να σκεφτείς ότι η συγγραφέας έχει ζήσει στην Πόλη. Ποια είναι η σχέση σου με την απέναντι όχθη;

-Η σχέση μου με την απέναντι όχθη έχει, ουσιαστικά, παρελθόν μόνο λίγων ετών, καθώς, όπως είπα και νωρίτερα, πήγα πρώτη φορά για διακοπές στο Bodrum (Αλικαρνασσός) το 2009, οπότε και γνώρισα τους σημερινούς φίλους μου. Στη συνέχεια, ακολούθησαν πολλές επισκέψεις στη Σμύρνη, όπου κατοικούν οι περισσότεροι, καθώς και διακοπές στην ξενοδοχειακή μονάδα κάποιων άλλων στο Dikili (Δεκέλεια), απέναντι από τη Μυτιλήνη. Ωστόσο, δεν έχω καμία σχέση καταγωγής η συγγένειας με καμία πόλη της Τουρκίας. Σε ό,τι αφορά, δε, την Κωνσταντινούπολη, παρά το γεγονός ότι την έχω επισκεφθεί αρκετές φορές, δεν έχω μείνει ποτέ σε αυτήν πάνω από 5 ημέρες. Τα ιστορικά στοιχεία που παρατίθενται με τις σκέψεις της ηρωίδας μου αποτελούν, απλώς, κοινή εγκυκλοπαιδική γνώση.     

Οι ομιλητές στην παρουσίαση του βιβλίου σου ανέφεραν ότι η τουρκική γλώσσα που χρησιμοποιείς σε κάποια σημεία στο έργο σου είναι εξαιρετικά σωστή. Μιλάς τουρκικά, να υποθέσω, και αν ναι, πώς αποφάσισες να τα μάθεις, αφού δεν είναι κάτι σύνηθες για τους Έλληνες;

-Ναι, τα τουρκικά είναι ένα από τα τελευταία μου, ας το πούμε, «γλωσσικά αποκτήματα», καθώς θέλησα σοβαρά να τα μάθω μετά την πρώτη μου εκείνη επίσκεψη στην Τουρκία. Γενικά, πάντα μου άρεσε η ενασχόληση με τις ξένες γλώσσες, αλλά ιδιαίτερα τα τουρκικά αποτέλεσαν για μένα ένα στοίχημα, τόσο λόγω των εμπειριών μου στη γείτονα, όσο και λόγω της δυσκολίας τους. Δε νομίζω ότι είναι εύκολη γλώσσα, αντίθετα, σε πολλά σημεία θυμίζουν μαθηματική εξίσωση, αλλά αυτό είναι, ίσως, που τα κάνει και ενδιαφέροντα. Σε συνδυασμό, βέβαια, με τη συνάφειά τους – γλωσσική και ιστορική - με τα Ελληνικά και την Ελλάδα γενικότερα. 

Κατά τη γνώμη σου, και σύμφωνα με τη γνώση που έχεις αποκομίσει από τις επαφές σου με τη γείτονα, πόσο εφικτό είναι να υπάρξει ένας τέτοιος έρωτας και να αντέξει στο χρόνο και στις διαφορές των δύο λαών, είτε αυτές είναι θρησκευτικές, είτε πολιτισμικές;

- Προσωπικά θεωρώ ότι δεν είναι εύκολο να ξεκινήσει και να ανθίσει ένας τέτοιος έρωτας ακόμα και σήμερα, πολλώ, δε, μάλλον και να αντέξει στον χρόνο. Μπορεί, μεν, να υπάρχουν μοντέρνοι, καλλιεργημένοι άνθρωποι με ανοιχτό μυαλό και αγνή πρόθεση και στις δύο πλευρές του Αιγαίου, αλλά οι αποκρυσταλλωμένες αντιλήψεις μιας ζωής δεν ξεριζώνονται εύκολα. Παράλληλα, η γενικότερη επιφυλακτικότητα και η δυσμενής προδιάθεση που ακόμα πλανιέται στον περίγυρο και των δύο πλευρών θα ήταν σε θέση να επηρεάσουν, πιστεύω, αρκετά σοβαρά μια τέτοια σχέση. Από την άλλη μεριά, δεν μπορώ παρά να παραδεχτώ ότι έρωτας είναι αυτός και, ξέρουμε όλοι πως κάνει ό,τι θέλει, αψηφώντας τελείως κανόνες, λογικές και ταμπού!       

«Το Θαύμα στο Ακρωτήρι» πού μπορούν να το βρουν οι αναγνώστες; 

-Όποιος το επιθυμεί, μπορεί να αναζητήσει το βιβλίο στην επίσημη ιστοσελίδα των εκδόσεων «Πηγή» και «I-Write», στα κεντρικά βιβλιοπωλεία της Αθήνας (Πολιτεία, Πρωτοπορία, Ιανός, Public κτλ), καθώς και να το παραγγείλει στα αντίστοιχα της περιοχής του.

Και μιας και έγινε η αρχή, και πήρες αυτό που λέμε το «βάπτισμα του πυρός» στη συγγραφή, ποιες είναι οι μελλοντικές σου προθέσεις; Έχουμε να περιμένουμε ένα νέο «θαύμα»;

-Δεν ξέρω εάν θα ονομάζονται «θαύμα» ή κάπως αλλιώς, αλλά σίγουρα θα ακολουθήσουν από μένα και άλλες καταθέσεις ψυχής, όλες με στόχο να εκπληρώσουν τον απώτερο σκοπό κάθε συγγραφικού έργου, να ανακινήσουν, δηλαδή, στην ψυχή των αναγνωστών τους διαφορετικά, μεν, αλλά, πάντως, δυνατά συναισθήματα. Σας ευχαριστώ πολύ. 

Λίγα λόγια για τη συγγραφέα:

Εργαζόμενη μητέρα, η οποία γεννήθηκε στο Μαρούσι Αττικής, την αγαπημένη της πόλη, όπου και ζει μέχρι σήμερα, καθώς οι δεσμοί της οικογένειας είναι για αυτήν εξαιρετικά σημαντικοί. Είναι απόφοιτος της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, µε µεταπτυχιακή κατεύθυνση τη Συγκριτική Γλωσσολογία και Σηµειωτική. Mιλά 6 γλώσσες, ενώ αγαπά ιδιαίτερα την ελληνική, από την οποία χρησιμοποιεί στο έπακρο έναν «πλούτο» λέξεων και εννοιών. Επαγγελματικά δραστηριοποιείται, από το 1999, στην Επικοινωνία και τις Δηµόσιες Σχέσεις στον ιατρικό χώρο, έχοντας συνεργαστεί επί µακρόν µε σηµαντικές εταιρίες και φορείς του κλάδου. Κατά τις συνεργασίες αυτές ανέλαβε και εκτέλεσε αρκετές Πανελλήνιες Εκστρατείες Ενηµέρωσης για την πρόληψη και την αντιμετώπιση διαφόρων νοσηµάτων. Παράλληλα, από το 1990 έως σήµερα έχει διεκπεραιώσει σηµαντικό αριθµό έργων µετάφρασης και διερµηνείας ευρείας θεµατολογίας. 

Λίγα λόγια για την υπόθεση: 

«Θερµό επεισόδιο» µπορεί να χαρακτηριστεί οτιδήποτε στη ζωή ενός ανθρώπου.

Στο µυαλό ενός Έλληνα, όµως, αυτές οι δύο λέξεις οδηγούν κατ’ ευθείαν σε έναν µονάχα συνειρµό, που ριζώνει βαθιά σε πύρινα µονοπάτια πίσω στο λαβύρινθο του παρελθόντος, ανασκαλεύοντας µέσα του κάτι συγκεκριµένα ύπουλο και εχθρικό. Κάτι που ξέρει καλά και έχει µάθει να περιµένει από πάντα.

Ένα παρόµοιο «θερµό επεισόδιο» προκαλεί και η µοίρα στη ζωή της Μυρτώς Αποστόλου, µιας σύγχρονης σαραντάρας µε πρότερα επιτυχηµένη επαγγελµατική και προσωπική ζωή στη σηµερινή Αθήνα της κρίσης. Με τα µυτερά βελόνια της πλέκει γύρω της ένα αόρατο δίχτυ τόσο µπερδεµένο και πυκνό, που δεν µπορεί να ξεπλεχτεί παρά µόνο σε µια άλλη πόλη, σε µια άλλη χώρα. Εκεί όπου κατοικεί ένας άλλος λαός. Αυτός, που έχει λόγους να αντιπαθεί περισσότερο από όλους…

Σε κείνο το πιο εχθρικό έδαφος του κόσµου, πάνω στο πιο σκοτεινό και φονικό ακρωτήρι του, η Μυρτώ αναγκάζεται να ξεκινήσει µια καινούρια, αθέλητη ζωή.

Και να ζήσει, χωρίς να το περιµένει, το «θαύµα»…

 

Ανθή Αγγελοπούλου

 
Ακολουθήστε το Sofokleousin.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις