Σε αντίθεση με την εικόνα που προβάλλεται διεθνώς, η ισραηλινή κοινωνία είναι βαθύτατα διχασμένη στο παλαιστινιακό ζήτημα κι ένα μεγάλο κομμάτι της αντιτίθεται σφόδρα στις πολεμικές επιχειρήσεις και στη σφαγή στη Γάζα. Τις φωνές αυτές προσπαθεί τώρα να καταπνίξει η κυβέρνηση Νετανιάχου, φιμώνοντας τα μέσα ενημέρωσης που δεν υπηρετούν τυφλά την κυβερνητική "γραμμή".
Στο στόχαστρό της η δημόσια τηλεόραση - που είναι παραδόξως το πιο ανεξάρτητο και αντικειμενικό κανάλι ενημέρωσης - και η "αριστερή" εφημερίδα Haaretz, βασική πηγή πληροφόρησης της διεθνούς κοινότητας για τα τεκταινόμενα στο Ισραήλ.
Με νομοσχέδιο που ψηφίστηκε σήμερα στη Βουλή, η κυβέρνηση προωθεί την ιδιωτικοποίηση του κρατικού τηλεοπτικού καναλιού Kan, το οποίο θεωρεί "αριστερίζον" επειδή δεν ευθυγραμμίζεται πλήρως με την πολιτική της, φιλοξενεί διαφορετικές απόψεις και ερευνά θέματα που δεν "αρέσουν" στα κυβερνητικά κόμματα.
Διαπιστώνοντας ότι δεν μπορούν να απαλλαγούν από το "ενοχλητικό" κρατικό κανάλι, ο Νετανιάχου και οι επιτελείς του αποφασίζουν να το παραχωρήσουν σε ιδιώτες "επενδυτές", οι οποίοι θα το "μεταλλάξουν". Σε ιδιώτες θα δοθούν και οι κρατικοί ραδιοσταθμοί, που λειτουργούν τώρα με σχετική αυτονομία.
Παράλληλα οι ακροδεξιοί της κυβέρνησης Νετανιάχου προσπαθούν να φιμώσουν ή να "πνίξουν" οικονομικά την πιο έγκυρη και αντικειμενική φωνή στα έντυπα media, την ιστορική εφημερίδα Haaretz. Ανοιχτά και απροσχημάτιστα κόβουν κάθε κρατική διαφήμιση στην εφημερίδα και στην ιστοσελίδα της, αποκλείοντάς την και από την κρατική επιχορήγηση που δίνεται στον Τύπο.
Σε ανακοίνωσή της η Haaretz τονίζει ότι «δεν θα υποχωρήσει και δεν θα μετατραπεί σε κυβερνητικό φυλλάδιο που δημοσιεύει μηνύματα εγκεκριμένα από την κυβέρνηση και τον ηγέτη της»,
Η Haaretz είναι η παλαιότερη εφημερίδα του Ισραήλ, σεβαστή διεθνώς για τα ρεπορτάζ και τις αναλύσεις της. Αποτελεί σημαντική πηγή ενημέρωσης διεθνώς για όσα συμβαίνουν στην περιοχή. Εχει ασκήσει σφοδρή κριτική στον πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου και έχει δημοσιεύσει σειρά ερευνών για παραβάσεις ή καταχρήσεις από ανώτερους αξιωματούχους και τις ένοπλες δυνάμεις. Υπήρξε επίσης ένθερμος υποστηρικτής της εκστρατείας για την κατάπαυση του πυρός με σκοπό την απελευθέρωση των ομήρων.
Σε πρόσφατο που διοργάνωσε η εφημερίδα στο Λονδίνο, ο εκδότης της Amos Schocken κατηγόρησε την ισραηλινή κυβέρνηση ότι «επιβάλλει σκληρό καθεστώς απαρτχάιντ στον παλαιστινιακό πληθυσμό» και ότι «πολεμά τους Παλαιστίνιους μαχητές της ελευθερίας, τους οποίους το Ισραήλ αποκαλεί τρομοκράτες».
Ο ηγέτης της αντιπολίτευσης και πρώην δημοσιογράφος Γιαΐρ Λαπίντ έκανε λόγο για επίθεση κατά της δημοκρατίας και της ελευθερίας της έκφρασης. «Θέλουν να κάνουν ό,τι κάνουν οι δικτατορίες, αρχίζοντας από την καταστροφή του ελεύθερου Τύπου», είπε.
Το κρατικό τηλεοπτικό κανάλι κατήγγειλε την κυβέρνηση για την προσπάθεια ιδιωτικοποίησης, τονίζοντας σε ανακοίνωση ότι είναι «άλλο ένα βήμα για να θέσουν υπό έλεγχο τη δημόσια ραδιοτηλεόραση».
«Ως αιρετοί, έχουμε την εξουσία να αποφασίζουμε την αλλαγή του καθεστώτος εάν το θέλουμε», δήλωσε ο ο αρμόδιος υπουργός Επικοινωνιών Γ. Κάρχι