Το νέο μοντέλο επιδοτήσεων στο ρεύμα που θα ακολουθήσει η Ευρώπη αναζητεί το Eurogroup. Ολα δείχνουν ότι η συζήτηση εξελίσσεται σε αντιπαράθεση ανάμεσα στις χώρες που υποστηρίζουν τις πιο «γενναιόδωρες», οριζόντιες επιδοτήσεις και σε εκείνες που τάσσονται υπέρ ενός «λιτού» μοντέλου, βάσει του οποίου οι καταναλωτές θα πληρώνουν από την τσέπη τους ένα μεγάλο μέρος των αυξημένων χρεώσεων.
Οι επιδοτήσεις για το ρεύμα και το φυσικό αέριο έχουν φέρει σοβαρό προβληματισμό και σε προηγούμενες συνεδριάσεις των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης. Οι λύσεις που έχουν δώσει ως τώρα οι επιμέρους κυβερνήσεις για να σταματήσουν την τεράστια επιβάρυνση των καταναλωτών από τις υψηλές τιμές είναι πολύ διαφορετικές. Γενικά επικρατεί έντονος σκεπτικισμός στους εξωτερικούς παρατηρητές, ο οποίος έχει εκφρασθεί αρκετά έντονα από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το οποίο έχει επισημάνει ότι θα πρέπει να σταματήσουν οι οριζόντιες επιδοτήσεις και να μειωθεί η δημοσιονομική επιβάρυνση από τα μέτρα στήριξης.
Στη σημερινή συνεδρίαση του Eurogroup ένα από τα θέματα της ατζέντας είναι ο «συντονισμός της δημοσιονομικής πολιτικής στη ζώνη του ευρώ», με την επεξήγηση ότι θα συζητηθεί η ενεργειακή στήριξη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων με βάση τη μελέτη διαφορετικών περιπτώσεων.
Όπως εξηγείται περαιτέρω, οι υπουργοί θα συνεχίσουν τη διαδικασία συντονισμού της δημοσιονομικής πολιτικής εστιάζοντας στα μέτρα στήριξης για την ενέργεια, με την παρουσίαση μελετών για διαφορετικές περιπτώσεις. Οι υπουργοί της Γαλλίας και της Ολλανδίας θα κληθούν να παρουσιάσουν την εθνική τους εμπειρία και να παράσχουν μια βάση στο Eurogroup για να συζητήσουν τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο σχεδιασμός και η εφαρμογή μέτρων για την άμβλυνση των επιπτώσεων από την αύξηση της τιμής της ενέργειας στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.
Τα δύο μοντέλα
Η επιλογή των μοντέλων της Γαλλίας και της Ολλανδίας για να παρουσιασθούν στο Eurogroup δεν είναι τυχαία, καθώς πρόκειται για τις δύο πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις των δύο διαφορετικών μοντέλων επιδότησης που ακολουθούνται στην Ευρώπη:
- Το μοντέλο της Γαλλίας κατατάσσεται στα «γενναιόδωρα», καθώς προσφέρει επιδότηση σε όλους τους καταναλωτές, με γνώμονα το «πάγωμα» της επιβάρυνσης των λογαριασμών ρεύματος σε ένα ποσοστό 15%. Οι επιδοτήσεις αντλούνται από φόρο που επιβάλλεται στα υπερκέρδη των παραγωγών, αλλά και από τον κρατικό προϋπολογισμό. Η φιλοσοφία αυτού του μοντέλου προσεγγίζει σε πολύ μεγάλο βαθμό το μοντέλο επιδότησης που ακολουθείται και στην Ελλάδα.
- Η Ολλανδία, ως κατ' εξοχήν εκπρόσωπος των «φειδωλών κρατών» του Βορρά, εφαρμόζει ένα μοντέλο επιδότησης δύο σταδίων, το οποίο αφήνει να περνούν στους καταναλωτές σε μεγάλο βαθμό οι αυξήσεις των τιμών. Το κράτος παρέχει επιδότηση για ένα μέρος της κατανάλωσης, ενώ για την κατανάλωση που υπερβαίνει αυτό το όριο οι καταναλωτές πληρώνουν με βάση τις τιμές της αγοράς.
Το σίριαλ των συζητήσεων για την πολιτική επιδοτήσεων θα έχει και άλλα επεισόδια, καθώς οι υπουργοί δεν αναμένεται να συμφωνήσουν σήμερα ποιό από τα δύο μοντέλα είναι το προτιμότερο και θα πρέπει να ακολουθηθεί από όλους. Πρέπει να σημειωθεί, πάντως, ότι η Κομισιόν έχει κατ' επανάληψη ταχθεί κατά των οριζόντιων επιδοτήσεων, ζητώντας να επιδοτούνται κυρίως οι ευάλωτοι, ενώ και το ίδιο το Eurogroup, σε προηγούμενη συνεδρίαση, είχε συμφωνήσει ότι θα πρέπει να ακολουθηθεί ένα μοντέλο επιδοτήσεων για το ρεύμα σε δύο επίπεδα, στα πρότυπα του ολλανδικού μοντέλου.
700 δισ. σε επιδοτήσεις
Οι υπουργοί Οικονομικών είχαν θέσει σε αμφισβήτηση τη στρατηγική που έχουν υιοθετήσει έως τώρα οι περισσότερες χώρες για τις επιδοτήσεις σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, που έχει οδηγήσει σε δημοσιονομικό κόστος που φθάνει στο 1,3% του ΑΕΠ της ευρωζώνης για το 2022 και συνολικά στα 700 δισ. ευρώ. Το Eurogroup είχε υπολογίσει ότι το κόστος των μέτρων αυτών, εάν διατηρηθούν και το 2023, θα μπορούσε να φθάσει στο 0,9% του ΑΕΠ, ποσοστό που θεωρείται υπερβολικά υψηλό.
Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε η ανακοίνωση του Eurogroup, «το 2023 θα εξετάσουμε τα μέτρα μας για να διασφαλίσουμε ότι είναι στοχευμένα και επικεντρωμένα σε ευάλωτα νοικοκυριά και βιώσιμες επιχειρήσεις που εκτίθενται προσωρινά. Θα μπορούσε να διερευνηθεί ένα καλά βαθμονομημένο μοντέλο τιμολόγησης ενέργειας δύο επιπέδων και άλλα συστήματα που επιτυγχάνουν παρόμοιους στόχους, λαμβάνοντας υπόψη τα εθνικά χαρακτηριστικά».
Σε αυτή τη συζήτηση, η ελληνική κυβέρνηση θέλει να αποφύγει αποφάσεις που θα την υποχρέωναν να αλλάξει την πολιτική επιδοτήσεων και μάλιστα καθώς η χώρα εισέρχεται στην τελική ευθεία για τις εκλογές.
Το κόστος των οριζόντιων επιδοτήσεων στην Ελλάδα είναι πολύ υψηλό, από τα μεγαλύτερα στην Ευρώπη ως ποσοστό του ΑΕΠ. Ομως η κυβέρνηση εκτιμά ότι, αν δεν υπάρξει μια νέα ανοδική πορεία του φυσικού αερίου, ο προϋπολογισμός μπορεί να το «σηκώσει», τουλάχιστον ως τις εκλογές. Αλλωστε, έχει «μπει στην άκρη» ένα αποθεματικό 1 δισ. ευρώ, για να διασφαλισθεί ότι θα υπάρχουν αντοχές ακόμη και σε ένα δυσμενές σενάριο.
Συστάσεις στην Ελλάδα
Το ελληνικό μοντέλο έχει προκαλέσει επικρίσεις από την Κομισιόν, το ΔΝΤ και, πιο πρόσφατα, από τον ΟΟΣΑ, ο οποίος συνέστησε στην τελευταία έκθεσή του στην Αθήνα να σταματήσει τις οριζόντιες επιδοτήσεις και να καθιερώσει ένα σύστημα επιδότησης μόνο στα ευάλωτα νοικοκυριά. Μάλιστα, οι επιδοτήσεις πρότεινε να δίνονται όχι μέσω των λογαριασμών του ρεύματος, αλλά απευθείας στους λογαριασμούς των καταναλωτών, ώστε αυτοί να επιλέγουν αν θέλουν να τις ξοδέψουν για να πληρώνουν το ρεύμα, ή αν επιθυμούν να μειώσουν την κατανάλωση ρεύματος και να ξοδέψουν τις επιδοτήσεις για την κάλυψη άλλων αναγκών.
Όλα αυτά αποτελούν προς το παρόν θεωρητικές αναζητήσεις, αφού η κυβέρνηση έχει καταφέρει να «παγώσει» την τιμή της κιλοβατώρας του ρεύματος μέσω των επιδοτήσεων σε ένα ανεκτό επίπεδο 15 - 17 λεπτών του ευρώ, περιορίζοντας στο ελάχιστο, τους τελευταίους μήνες τη δυσφορία των νοικοκυριών για «φουσκωμένους» λογαριασμούς.
Ενόψει των εκλογών, προφανές είναι ότι η κυβέρνηση θέλει να αποφύγει να διαταραχθεί αυτή η «ηρεμία». Μετά τις εκλογές θα επανεξετάσει τις αντοχές του προϋπολογισμού και πιθανότατα θα κινηθεί σε μια κατεύθυνση εξορθολογισμού των επιδοτήσεων.