Ανάγκες για νέα αποθεματικά δισεκατομμυρίων στις ασφαλιστικές εταιρείες θα δημιουργήσουν οι «φουσκωμένες» χρεώσεις από τα ιδιωτικά θεραπευτήρια, προειδοποιούν κορυφαία στελέχη του κλάδου, ενώ ανησυχίες εκφράζει και η Τράπεζα της Ελλάδος, ζητώντας να αλλάξει το μοντέλο τιμολόγησης των ιατρικών υπηρεσιών.
Στο πρόσφατο ετήσιο συνέδριο της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών, ο διευθύνων σύμβουλος της Generali, Πάνος Δημητρίου σκιαγράφησε μια άκρως ανησυχητική εικόνα για τις επιδράσεις των ακριβών υπηρεσιών ιδιωτικής υγείας στη φερεγγυότητα των ελληνικών ασφαλιστικών εταιρειών, προβλέποντας ότι θα χρειαστούν άμεσα νέα αποθεματικά της τάξεως των 5 δισ. ευρώ.
Όπως είπε ο κ. Δημητρίου, οι ασφαλιστικές εταιρείες, σε μια προσπάθεια να συγκρατήσουν τα κόστη, εφάρμοσαν μια πολιτική όπου το ανώτατο ποσοστό αύξησης στα ασφάλιστρα υγείας οριζόταν στο 7%, ποσοστό που περιελάμβανε τόσο την ηλικιακή αύξηση όσο και τον νοσοκομειακό πληθωρισμό.
Ωστόσο, αυτή η προσπάθεια δεν βρήκε αντίστοιχη ανταπόκριση από τα νοσοκομεία, τα οποία δεν προχώρησαν σε αντίστοιχες μειώσεις τιμών.
«Το κόστος της υγείας δεν εξαρτάται από τις ασφαλιστικές που αγοράζουν από τα νοσοκομεία υπηρεσίες», είπε. «Εάν η απόκλιση μεταξύ των ισόβιων συμβολαίων και των πραγματικών αυξήσεων συνεχιστεί, ο κλάδος θα χρειαστεί άμεσα 5 δισ. ευρώ σε αποθεματοποίηση για να διατηρήσει το επίπεδο φερεγγυότητας που βρίσκεται σήμερα. Αυτό το ποσό υπογραμμίζει το μέγεθος του οικονομικού προβλήματος και την επείγουσα ανάγκη για λύσεις».
Ο πρόεδρος της ΕΑΕΕ, Αλέξανδρος Σαρρηγεωργίου κάλεσε την κυβέρνηση να αντιληφθεί ότι το πραγματικό πρόβλημα στις ασφαλίσεις υγείας δεν πηγάζει από τις ασφαλιστικές εταιρείες, αλλά από «άλλους παράγοντες κόστους – δηλαδή τα νοσοκομεία». Η ελληνική αγορά υγείας, ειδικά τα νοσοκομεία, δεν λειτουργεί με ανταγωνισμό που να οδηγεί σε μείωση των τιμών, τόνισε, με αποτέλεσμα οι ασφαλιστικές να υφίστανται το βάρος.
Σε συνδυασμό με το διαρκώς αυξανόμενο κόστος της ιατρικής τεχνολογίας και την ανάγκη παροχής σύγχρονων υπηρεσιών στους πελάτες, οι τιμές των ασφαλίστρων αναγκαστικά αυξάνονται.
Η Ένωση Ασφαλιστικών Εταιρειών, ανέφερε ο κ. Σαρρηγεωργίου, έχει αναλάβει πρωτοβουλίες, αποδεχόμενη περιορισμένες αυξήσεις στις τιμές των ασφαλίστρων, πολύ μικρότερες από το πραγματικό κόστος που αντιμετωπίζει, προκειμένου να διευκολύνει την κυβέρνηση.
Ωστόσο, όπως υπογράμμισε, «η κυβέρνηση πρέπει να απευθυνθεί στα νοσοκομεία και να κάνει αυτό που πρέπει να κάνει για να ελέγξει το κόστος». Ως κορυφαία προτεραιότητα ο κ. Σαρρηγεωργίου ανέδειξε την εφαρμογή των Διαγνωστικών Ομοιογενών Ομάδων (DRGs), ώστε να μπουν όρια στις τιμές των νοσοκομειακών υπηρεσιών.
Ανησυχεί η ΤτΕ για τη φερεγγυότητα
Η Τράπεζα της Ελλάδος ανησυχεί για την εποπτική διάσταση του θέματος, καθώς οι ασφαλιστικές δέχονται πίεση στη φερεγγυότητά τους από τα υψηλά κόστη της υγείας.
Όπως τονίζει στην τελευταία έκθεση για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα, ο κλάδος των ασφαλίσεων υγείας στην Ελλάδα αντιμετωπίζει προκλήσεις λόγω του μοντέλου τιμολόγησης "fee-for-service" (FFS) που χρησιμοποιείται από τα νοσηλευτικά ιδρύματα. Αυτό το μοντέλο, όπου οι πάροχοι αποζημιώνονται με βάση τον αριθμό και το είδος των υπηρεσιών που παρέχουν, μπορεί να οδηγήσει σε υπερπαροχή υπηρεσιών και μεγαλύτερης διάρκειας νοσηλείες, ανεξάρτητα από τις ανάγκες των ασθενών.
Για τα μακροχρόνια ασφαλιστικά συμβόλαια, στα οποία υπάρχουν περιορισμοί ή απαγόρευση στις αυξήσεις ασφαλίστρων, οι αυξημένες χρεώσεις οδηγούν σε τήρηση αυξημένων τεχνικών προβλέψεων και κεφαλαιακών απαιτήσεων από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του δείκτη φερεγγυότητας των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και την αύξηση της πιθανότητας αθέτησης των υποσχέσεων προς τους ασφαλισμένους λόγω αφερεγγυότητας. Στα ετησίως ανανεούμενα συμβόλαια, οι αυξημένες χρεώσεις μετακυλίονται στους ασφαλισμένους, οδηγώντας σε αυξημένα ασφάλιστρα ή σε μειωμένες καλύψεις.
Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, η Τράπεζα της Ελλάδος προτείνει τρεις λύσεις:
- Περιορισμός του κόστους που χρεώνουν τα θεραπευτήρια μέσω της χρήσης εταιρειών (gatekeepers) που ελέγχουν ή προεγκρίνουν τις δαπάνες.
- Υιοθέτηση εναλλακτικών τρόπων τιμολόγησης υπηρεσιών υγείας, κυρίως μέσω ομογενών διαγνωστικών ομάδων (Diagnosis Related Groups - DRGs). Το σύστημα DRG ομαδοποιεί εξετάσεις και θεραπείες με βάση τη διάγνωση, δίνοντας κίνητρα στους παρόχους για καλύτερη χρήση των διαθέσιμων πόρων και μείωση της διάρκειας παραμονής σε νοσηλευτικά ιδρύματα.
- Διεύρυνση παρόχων: Διεύρυνση των διαθέσιμων παρόχων υπηρεσιών υγείας, συμπεριλαμβανομένης της υιοθέτησης ενός μοντέλου λειτουργίας στη βάση σύμπραξης ιδιωτικού και δημόσιου τομέα (ΣΔΙΤ), όπου οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις θα μπορούν να αγοράζουν υπηρεσίες υγείας και από τα δημόσια νοσοκομεία, υπό όρους και προϋποθέσεις.