Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) αποφάσισε να μειώσει το βασικό επιτόκιο πολιτικής στο εύρος 3,75% – 4,00%, με ψήφους 10 υπέρ και 2 κατά, σε μια κίνηση που είχε σε μεγάλο βαθμό προεξοφληθεί από τις αγορές.
Η απόφαση ελήφθη με φόντο τις ανησυχίες για επιβράδυνση της αγοράς εργασίας, αλλά και εν μέσω του συνεχιζόμενου “shutdown” της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, που περιορίζει την πρόσβαση της Fed σε νεότερα οικονομικά δεδομένα.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση, η μείωση των επιτοκίων συνοδεύτηκε από εσωτερικές διαφωνίες μεταξύ των μελών της Επιτροπής Νομισματικής Πολιτικής.
Ο κυβερνήτης Στίβεν Μίραν ζήτησε βαθύτερη μείωση του κόστους δανεισμού, ενώ ο πρόεδρος της Fed του Κάνσας Σίτι, Τζέφρι Σμιτ, τάχθηκε κατά της μείωσης, επικαλούμενος τον επίμονα υψηλό πληθωρισμό.
Σταθεροποίηση του ισολογισμού
Παράλληλα, η Fed ανακοίνωσε ότι από την 1η Δεκεμβρίου θα διατηρήσει σταθερό το συνολικό ύψος των διακρατήσεων της, μετατοπίζοντας ωστόσο το χαρτοφυλάκιό της. Τα έσοδα από τίτλους που λήγουν και καλύπτονται από στεγαστικά δάνεια (MBS) θα επανεπενδύονται σε έντοκα γραμμάτια του αμερικανικού Δημοσίου, σηματοδοτώντας μια στροφή προς πιο ρευστά και βραχυπρόθεσμα περιουσιακά στοιχεία.
Περιορισμοί λόγω του shutdown
Οι αξιωματούχοι της Fed παραδέχθηκαν ότι η έλλειψη επίσημων στοιχείων εξαιτίας του κυβερνητικού κλεισίματος περιορίζει την ακρίβεια των εκτιμήσεών τους, αναγκάζοντάς τους να βασιστούν σε δεδομένα έως τον Αύγουστο – τον τελευταίο μήνα με επίσημη δημοσίευση για την απασχόληση. Παρ’ όλα αυτά, σημείωσαν ότι «οι διαθέσιμοι δείκτες υποδηλώνουν πως η οικονομία συνεχίζει να αναπτύσσεται με μέτριο ρυθμό».
Αναμένεται η τοποθέτηση Πάουελ
Ο πρόεδρος της Fed, Τζερόμ Πάουελ, θα παραχωρήσει συνέντευξη Τύπου στις 21:30 (ώρα Ελλάδος), προκειμένου να αναλύσει την απόφαση και να παρουσιάσει την εκτίμηση της Τράπεζας για την πορεία της αμερικανικής οικονομίας.
Οι επενδυτές αναμένουν διευκρινίσεις σχετικά με το εάν η Fed σκοπεύει να συνεχίσει τον κύκλο των μειώσεων, καθώς η εικόνα της οικονομίας παραμένει αντιφατική: ισχυρή επιχειρηματική δραστηριότητα από τη μία, αλλά σταδιακή επιβράδυνση των προσλήψεων από την άλλη.