«Tο σύστημα υγείας της χώρας μας βγήκε από μία δεκαετή περίοδο υπο-στελέχωσης και υπο-χρηματοδότησης. Στόχος μας είναι να φτάσουμε τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Για αυτό χρειάζονται και περισσότεροι πόροι και πιο στοχευμένοι πόροι» σημείωσε ο Υπουργός Υγείας Αθανάσιος Πλεύρης στην συζήτηση που είχε με το κ. Μιχάλη Κεφαλογιάννη, δημοσιογράφος, Ανταποκριτής Υγείας, Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων/Mega Tv, στα πλαίσια του 8ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών που διεξάγεται στους Δελφούς από 26-29 Απριλίου 2023 υπό την αιγίδα της Προέδρου της Δημοκρατίας κας. Κατερίνας Σακελλαροπούλου.
Στη συνέχεια κ. Πλεύρης μίλησε για την ενίσχυση των νοσοκομείων, μία ανάγκη που ενισχύθηκε από την περίοδο της πανδημίας. «Έχουν ήδη γίνει οι διαγωνισμοί και σύντομα θα υπάρξει ανακαίνιση 80 νοσοκομείων και 156 κέντρων υγείας σε όλη τη χώρα». Στον τομέα της πολιτικής φαρμάκων, ο υπουργός είπε ότι αντιλαμβάνεται την πικρία των πολυεθνικών -κυρίως-φαρμακοβιομηχανιών από την απόφαση για «σπάσιμο» του προϋπολογισμού σε φθηνά και ακριβά φάρμακα, απόρροια της πολιτικής clawback.
Ο Υπουργός Υγείας τόνισε ότι τα ελληνικά εργοστάσια φαρμάκων στηρίχθηκαν πολύ και αυτό είχε ως αποτέλεσμα να υπάρχει επάρκεια θεραπειών και φαρμάκων και να μην έχουμε θεραπείες να «φεύγουν» από τη χώρα. «Στην Ελλάδα έχουμε υπερ-κατανάλωση καινοτομίας και μία τάση σε νέες θεραπείες», είπε ο υπουργός τονίζοντας ότι «πρέπει να δοθεί βάση στα διαρθρωτικά μέτρα, πρέπει να ελεγχθεί η κατανάλωση και φαρμάκων και βιταμινών, αλλά να ελεγχθεί και η χρήση καινοτόμων φαρμάκων. Θεωρώ ότι η πολιτική συναίνεση στον κλάδο της υγείας είναι ευκολότερη», συμπλήρωσε ενώ σημείωσε ότι θεωρεί ότι έχουν μπει στέρεες βάσεις για την περαιτέρω ενίσχυση διαρθρωτικών μέτρων στο μέλλον.
Σε ερώτηση για την καθυστέρηση θεραπειών ογκολογικών ασθενών, ο κ. Πλεύρης σημείωσε ότι «το πρόβλημα δημιουργείται και από τις ελλείψεις στην πρωτοβάθμια υγεία αλλά και από την περίοδο της πανδημίας». Αναφερόμενος στην μετατροπή κρατικών νοσοκομείων σε Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου με μέτοχο το κράτος, ο υπουργός Υγείας σημείωσε ότι «θα διευκολύνει πολλές διαδικασίες ώστε να λειτουργούν σαν κανονικές επιχειρήσεις, αποφεύγοντας καθυστερήσεις που προκύπτουν από το ισχύον καθεστώς».