Οικονομία

Reuters για Γερμανία: Οι αγορές αγωνιούν τι θα γίνει με τα δημοσιονομικά


Καθώς η Γερμανία οδεύει προς τις εκλογές, οι αγορές παρακολουθούν με έντονο ενδιαφέρον τις πιθανές αλλαγές στη δημοσιονομική πολιτική της χώρας. Σύμφωνα με ανάλυση των Yoruk Bahceli, Emma-Victoria Farr και Samuel Indyk, που δημοσιεύει το Reuters, η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης έχει τη δυνατότητα να αυξήσει τις δαπάνες της χωρίς να τιμωρηθεί από τις χρηματοπιστωτικές αγορές. Το ερώτημα όμως είναι, αν η επόμενη κυβέρνηση θα κάνει αυτό το βήμα.

Η γερμανική οικονομία έχει παραμείνει στάσιμη από το 2019, ενώ η υπόλοιπη Ευρωζώνη έχει σημειώσει ανάπτυξη 5% και οι ΗΠΑ 11%, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Goldman Sachs. Ωστόσο, η Γερμανία παραμένει η μόνη χώρα της G7 με χρέος σημαντικά χαμηλότερο από το 100% του ΑΕΠ. Σύμφωνα με την ανάλυση του Reuters, οι επενδυτές θεωρούν ότι η χώρα πρέπει να αυξήσει τις δαπάνες της για να ενισχύσει το αναπτυξιακό της δυναμικό.

Ένα βασικό ζήτημα είναι η χαλάρωση του δημοσιονομικού «φρένου χρέους» που περιορίζει τις νέες δαπάνες. Οι αγορές αναμένουν να δουν αν η νέα κυβέρνηση θα προχωρήσει σε μεταρρύθμιση αυτού του κανόνα, ιδίως τώρα που οι δασμοί των ΗΠΑ απειλούν περαιτέρω την οικονομία και οι αμυντικές δαπάνες πρέπει να αυξηθούν.

Όπως επισημαίνει στην ανάλυση του Reuters ο Nicola Mai, επικεφαλής έρευνας κρατικών ομολόγων στην PIMCO, «αν υπάρχει μια χώρα που θα μπορούσε να αυξήσει το χρέος της, αυτή είναι η Γερμανία».

Οι πιθανότητες μεταρρύθμισης και οι επιπτώσεις στις αγορές

Η συντηρητική ηγεσία του Friedrich Merz (Φρίντριχ Μερτς), που θεωρείται πιθανός επόμενος καγκελάριος, έχει εκφράσει κάποια διαθεσιμότητα για περιορισμένη μεταρρύθμιση του δημοσιονομικού φρένου.

Ωστόσο, οι προσδοκίες των αγορών παραμένουν χαμηλές. Σύμφωνα με δημοσκόπηση της Citi, οι περισσότεροι επενδυτές αναμένουν ότι το ανώτατο όριο του χρέους θα αυξηθεί στο 1% του ΑΕΠ, ενώ εκτιμήσεις της ING δείχνουν ότι απαιτούνται επενδύσεις ύψους 1,5% του ΑΕΠ ετησίως για την κάλυψη της υστέρησης της τελευταίας δεκαετίας.

Σύμφωνα με το Reuters, η Danske Bank εκτιμά ότι μια περιορισμένη μεταρρύθμιση του φρένου χρέους θα μπορούσε να αυξήσει την ετήσια ανάπτυξη κατά 0,2 ποσοστιαίες μονάδες. Ωστόσο, το ενδεχόμενο μηδενικής μεταρρύθμισης είναι υπαρκτό, ιδιαίτερα αν το ακροδεξιό AfD και οι νεοφιλελεύθεροι Ελεύθεροι Δημοκράτες (FDP) αποκτήσουν αρκετές έδρες για να μπλοκάρουν μια συνταγματική αλλαγή.

Πώς αντιδρούν οι αγορές

Τα γερμανικά ομόλογα δεν έχουν δείξει έντονες αντιδράσεις στις πολιτικές αβεβαιότητες. Οι αποδόσεις των 10ετών γερμανικών κρατικών ομολόγων ξεπέρασαν τις αποδόσεις των swaps επιτοκίων πέρυσι, εν μέρει λόγω προσδοκιών για αύξηση της έκδοσης χρέους μετά την κατάρρευση της κυβέρνησης τον Νοέμβριο. Ωστόσο, από τότε οι αποδόσεις έχουν παραμείνει σταθερές, δείχνοντας ότι οι επενδυτές θεωρούν διαχειρίσιμη μια πιθανή αύξηση των δαπανών.

Παράλληλα, το ευρώ έχει χάσει 17% της αξίας του από το υψηλό των 1,25 δολαρίων το 2018 και πλησίασε την απόλυτη ισοτιμία με το δολάριο νωρίτερα φέτος. Ο Kit Juckes, επικεφαλής στρατηγικής συναλλάγματος στη Societe Generale, σημειώνει στο Reuters ότι οι ευρωπαϊκές πολιτικές επιλογές που περιορίζουν την ανάπτυξη, σε σύγκριση με τις ΗΠΑ που έχουν δαπανήσει πολύ περισσότερα, αποτελούν βασική αιτία αυτής της πτώσης.

Η προοπτική των γερμανικών μετοχών

Επιφανειακά, ο γερμανικός δείκτης DAX έχει επιτύχει ισχυρή απόδοση 45% τα τελευταία τρία χρόνια, ξεπερνώντας τις αποδόσεις των αμερικανικών μετοχών. Ωστόσο, σε σχέση με τα προβλεπόμενα κέρδη, ο DAX διαπραγματεύεται με έκπτωση 38% έναντι του S&P 500. Οι μικρές και μεσαίες γερμανικές επιχειρήσεις έχουν δει σημαντικές απώλειες, με τον κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας να σημειώνει πτώση 35%.

Ο Rameez Sadikot, διαχειριστής χαρτοφυλακίου στην Antipodes Partners, δηλώνει στο Reuters ότι μια νέα κυβέρνηση θα μπορούσε να οδηγήσει σε ανατίμηση των ευρωπαϊκών μετοχών, εφόσον αντιμετωπίσει τις ανησυχίες για τη χαμηλή παραγωγικότητα. Ωστόσο, παραμένει «επιφυλακτικά αισιόδοξος», καθώς υπάρχει ο κίνδυνος πολιτικού αδιεξόδου.

Η Γερμανία σε σταυροδρόμι

Η γερμανική οικονομία αντιμετωπίζει σοβαρές διαρθρωτικές προκλήσεις, με τη χαμηλή ανταγωνιστικότητα να αποτελεί το μεγαλύτερο πρόβλημα. Ο Salman Ahmed, επικεφαλής μακροοικονομικής στρατηγικής στη Fidelity International, επισημαίνει στο Reuters ότι θα απαιτηθούν πολύ περισσότερες δαπάνες από αυτές που αναμένονται για να αλλάξει το γερμανικό οικονομικό μοντέλο, ενώ «δεν υπάρχει ακόμα συναίνεση» για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις.

Το ερώτημα, λοιπόν, παραμένει: Θα εκμεταλλευτεί η Γερμανία την ευκαιρία να ανακτήσει τον ρόλο της ως ατμομηχανή της ευρωπαϊκής ανάπτυξης ή θα συνεχίσει να παραμένει διστακτική απέναντι στη δημοσιονομική χαλάρωση;

Οι αγορές αναμένουν την απάντηση.

Image by freepik

Ακολουθήστε το Sofokleousin.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Σχετικά Άρθρα