Στα δύο είναι χωρισμένη η χώρα μας όσον αφορά τις βροχοπτώσεις του τελευταίου τριμήνου καθώς η δυτική και κεντρική Ελλάδα «πνίγηκαν», ενώ η Μακεδονία, η Θράκη και το ΒΑ Αιγαίο «στέγνωσαν». Παράλληλα, η θερμοκρασία είναι αυξημένη σε σχέση με τα κανονικά για την εποχή επίπεδα, με αποτέλεσμα να διανύουμε ένα ζεστό φθινόπωρο.
Αντιφατικό είναι το φετινό φθινόπωρο, σύμφωνα με τον Δρ. Μετεωρολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Μιχάλη Σιούτα, ο οποίος αποδίδει το γεγονός αυτό, στις κλιματικές αλλαγές.
«Η εποχή που διανύουμε μπορεί να χαρακτηρισθεί ως μια περίοδος αντιθέσεων και αντιφατικών καιρικών καταστάσεων στη χώρα μας, κυρίως σε ό,τι αφορά την κατανομή των βροχοπτώσεων. Παράλληλα, ο παρατεταμένα ζεστός καιρός διατηρήθηκε μέχρι τα μέσα Νοεμβρίου, καθώς η μέση θερμοκρασία βρίσκεται σε υψηλότερα από τα κανονικά επίπεδα. Και η τάση αυτή της θερμοκρασίας διατηρείται όχι μόνο τους τελευταίους μήνες αλλά και στη συντριπτική πλειοψηφία των τελευταίων ετών», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Σιούτας.
Όπως εξηγεί, «παρόλο που οι διακυμάνσεις τόσο στη θερμοκρασία όσο και στη βροχόπτωση είναι ως ένα βαθμό φυσιολογικές και αναμενόμενες, οι σταθερά υψηλότερες από τις κανονικές θερμοκρασίες που επικρατούν για μεγάλα διαστήματα, οι μεγάλες διαφορές στην κατανομή των βροχοπτώσεων και γενικά οι καιρικές διαφοροποιήσεις και αντιθέσεις από περιοχή σε περιοχή, είναι στοιχεία που μπορούν να σχετιστούν με την κλιματική αλλαγή».
Ζέστη από τον Σεπτέμβριο μέχρι τα μέσα Νοεμβρίου
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με στοιχεία του κ. Σιούτα, ο Σεπτέμβριος ξεκίνησε αρκετά θερμός, με θερμοκρασίες στα επίπεδα καύσωνα στις αρχές του μήνα, ωστόσο στο δεύτερο δεκαήμερο η κακοκαιρία «Ιανός» προκάλεσε σφοδρές βροχοπτώσεις και καταστροφικές πλημμύρες σε περιοχές της δυτικής και κεντρικής Ελλάδας. Τα ποσά βροχόπτωσης 24ώρου που παρατηρήθηκαν στις περιοχές αυτές ήταν σε επίπεδα ρεκόρ, πολλαπλάσια του μηναίου ύψους βροχής που πέφτει κανονικά όλο τον Σεπτέμβριο. Προκλήθηκαν μεγάλες καταστροφές στη Θεσσαλία αλλά και σ' άλλες περιοχές τόσο σε υποδομές όσο και στις αγροτικές καλλιέργειες, ενώ σημειώθηκαν 4 θάνατοι. Στο Μουζάκι Καρδίτσας, σε μία μέρα (στις 18/9), έπεσαν 254 χιλιοστά βροχή (Μετ. Σταθμός Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών), τιμή περίπου πενταπλάσια από την κανονική μηνιαία βροχόπτωση στην περιοχή αυτή.
«Αντίθετα, για τη βόρεια Ελλάδα και ειδικότερα τη Μακεδονία, τη Θράκη και το βόρειο και ανατολικό Αιγαίο, ο Σεπτέμβριος ήταν ένας ξηρός μήνας με βροχοπτώσεις μειωμένες έως και 80% από τις κανονικές (κλιματικές), δηλαδή αυτές που αναμένονται κανονικά το μήνα Σεπτέμβριο», λέει ο κ. Σιούτας.
Τον Οκτώβριο συνεχίσθηκε η περίοδος ανομβρίας και ξηρασίας κυρίως για τη βόρεια Ελλάδα, με συνολικά μειωμένες βροχοπτώσεις κατά 80-90% σε περιοχές της Μακεδονίας και κατά 50% περίπου ή περισσότερο, σε περιοχές της κεντρικής και νότιας Ελλάδας. Υπήρξαν όμως περιοχές που υπήρξαν σφοδρές βροχοπτώσεις ή και πλημμυρικά φαινόμενα, κυρίως αυτά που προκάλεσε η κακοκαιρία «Κίρκη» στα τέλη του μήνα, στη Μεσσηνία, τη Λακωνία, την Εύβοια και τη Μαγνησία.
Επίσης, τον Οκτώβριο, προκλήθηκαν και αρκετοί ανεμοστρόβιλοι, τόσο στις θαλάσσιες περιοχές του βόρειου Αιγαίου, τις Κυκλάδες, την Κρήτη, τα Δωδεκάνησα όσο και στην ξηρά. Χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση του ισχυρού ανεμοστρόβιλου στο Νέο Ηράκλειο Αττικής, που προκάλεσε πολλές υλικές ζημίες σε κτίρια και υποδομές καθώς και τον τραυματισμό ανθρώπων.
Αρκετά περιορισμένες συνεχίζουν να είναι οι βροχοπτώσεις και τον μήνα που διανύουμε, ο οποίος είναι μέχρι τώρα ζεστός και αρκετά ξηρός στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας. «Εξαίρεση», συμπληρώνει ο Δρ. Μετεωρολογίας, «η περιοχή της Κρήτης που δοκιμάσθηκε από καταστροφικές πλημμύρες, λόγω των ασυνήθιστων και παρατεταμένων σφοδρών βροχοπτώσεων, που ξεπέρασαν τα 100 χιλιοστά σε αρκετές περιοχές, φθάνοντας τα 300 χιλιοστά στα Χανιά και στο Ρέθυμνο, στο διάστημα 9-10 Νοεμβρίου 2020».
Πληθαίνουν οι ενδείξεις για κλιματικές αλλαγές
Για τον κ. Σιούτα, οι έντονες καιρικές διακυμάνσεις και εναλλαγές και οι μεταβολές που συμβαίνουν πολύ ξαφνικά «είναι στοιχεία που καταδεικνύουν τις επερχόμενες κλιματικές αλλαγές». «Τέτοιες αλλαγές», διευκρινίζει, «είναι η αναδιανομή των βροχοπτώσεων, η παρατηρούμενη αύξηση της ραγδαιότητας των βροχοπτώσεων και οι αντιφατικές καιρικές καταστάσεις, όπως παρατεταμένη ζέστη και ξηρασία σε μία περιοχή, ισχυρές βροχοπτώσεις και πλημμύρες σε άλλη».
Μάλιστα, αν και οι καιρικές διακυμάνσεις παρατηρούνται συνήθως σε μακρινές από την άλλη περιοχές, εντούτοις, υπάρχουν πλέον και σε κοντινές, όπως στην περίπτωση της βόρειας Ελλάδας με τη Θεσσαλία.
Ωστόσο, όπως καταλήγει ο κ. Σιούτας, «χρειαζόμαστε περισσότερα δεδομένα και πιο λεπτομερείς επιστημονικές μελέτες για να εκτιμηθεί η κλίμακα και οι διαστάσεις της κλιματικής αλλαγής καθώς και οι επιπτώσεις της, ώστε να γίνει η σωστή και έγκαιρη προετοιμασία και η προσαρμογή για την αντιμετώπιση και τον περιορισμό των διαφαινόμενων δυσμενών επιπτώσεων».