Με ήπια κέρδη έκλεισαν, απόψε, οι ευρωαγορές, με το βλέμμα στις σινο-αμερικάνικες εμπορικές συνομιλίες και τις θερινές οικονομικές προβλέψεις της ΕΕ για το 2019.
Τα μεγάλα χρηματιστήρια της Γηραιάς Ηπείρου σημείωσαν οριακή άνοδο, καθώς οι εμπορικές διαπραγματεύσεις συνεχίστηκαν και χθες, με τον αντιπρόεδρο της Κίνας, Λιου Χε, να συνομιλεί με τον εμπορικό αντιπρόσωπο των Ηνωμένων Πολιτειών, Ρόμπερτ Λάιτιζερ και τον υπουργό Οικονομικών Στίβεν Μνούτσιν, όπως επιβεβαίωσε το κινεζικό υπουργείο Εμπορίου.
Οι πληροφορίες του CNBC αναφέρουν πως οι δύο πλευρές ξεκαθαρίζουν τις εμπορικές διαφωνίες τους και «οι συνομιλίες θα συνεχιστούν με στόχο την επίλυση των διαφορών τους στο εμπόριο».
Σήμερα, η Κομισιόν δημοσιοποίησε τις θερινές οικονομικές προβλέψεις για το 2019, σημειώνοντας πως η ανάπτυξη επισκιάζεται από εξωτερικούς παράγοντες.
Συγκεκριμένα, η ευρωπαϊκή οικονομία προβλέπεται να σημειώσει ανάπτυξη για έβδομο συνεχόμενο έτος το 2019, καθώς αναμένεται επέκταση των οικονομιών όλων των κρατών μελών. Η ανάπτυξη στη ζώνη του ευρώ κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους ήταν ισχυρότερη από την αναμενόμενη, γεγονός που οφείλεται σε ορισμένους προσωρινούς παράγοντες, όπως οι ήπιες χειμερινές συνθήκες και η ανάκαμψη των πωλήσεων αυτοκινήτων. Επίσης, επωφελήθηκε από μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής, χάρη στα οποία τονώθηκε το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών σε διάφορα κράτη μέλη. Ωστόσο, οι βραχυπρόθεσμες προοπτικές για την ευρωπαϊκή οικονομία επισκιάζονται από εξωτερικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των παγκόσμιων εμπορικών εντάσεων και της έντονης πολιτικής αβεβαιότητας. Οι παράγοντες αυτοί εξακολουθούν να επηρεάζουν αρνητικά την εμπιστοσύνη στον μεταποιητικό τομέα, τον πλέον εκτεθειμένο στο διεθνές εμπόριο, και προβλέπεται να αποδυναμώσουν τις προοπτικές ανάπτυξης για το υπόλοιπο του έτους.
Ως εκ τούτου, η πρόβλεψη για αύξηση 1,2 % του ΑΕΠ στη ζώνη του ευρώ το 2019 παραμένει αμετάβλητη, ενώ η πρόβλεψη για το 2020 έχει μειωθεί ελαφρά σε 1,4 %, βάσει του πιο συγκρατημένου ρυθμού που αναμένεται κατά το υπόλοιπο του έτους (εαρινές προβλέψεις: 1,5 %). Οι προβλέψεις για το ΑΕΠ της ΕΕ παραμένουν αμετάβλητες στο 1,4 % το 2019 και στο 1,6 % το 2020.
Ο Βάλντις Ντομπρόβσκις, Αντιπρόεδρος της Επιτροπής και Επίτροπος αρμόδιος για το Ευρώ και τον Κοινωνικό Διάλογο, καθώς και για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα, τις Χρηματοπιστωτικές Υπηρεσίες και την Ένωση Κεφαλαιαγορών, δήλωσε σχετικά: «Όλες οι οικονομίες της ΕΕ αναμένεται να μεγεθυνθούν φέτος και την επόμενη χρονιά, μολονότι η έντονη ανάπτυξη στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη έρχεται σε αντίθεση με την επιβράδυνση που παρατηρείται στη Γερμανία και την Ιταλία. Η ανθεκτικότητα των οικονομιών μας δοκιμάζεται από τη συνεχιζόμενη αδυναμία του μεταποιητικού τομέα, που οφείλεται στις εμπορικές εντάσεις και την πολιτική αβεβαιότητα. Στο εσωτερικό, το ενδεχόμενο του Brexit χωρίς συμφωνία εξακολουθεί να αποτελεί σημαντική πηγή κινδύνου.»
Ο Πιερ Μοσκοβισί, Επίτροπος Οικονομικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων, Φορολογίας και Τελωνείων, δήλωσε σχετικά: «Η ευρωπαϊκή οικονομία συνεχίζει να επεκτείνεται σε ένα δύσκολο παγκόσμιο πλαίσιο. Όλες οι χώρες της ΕΕ αναμένεται να συνεχίσουν να αναπτύσσονται, τόσο το 2019 όσο και το 2020, με την ισχυρή αγορά εργασίας να στηρίζει τη ζήτηση. Δεδομένων των πολυάριθμων κινδύνων για τις προοπτικές, πρέπει να εντείνουμε τις προσπάθειες για περαιτέρω ενίσχυση της ανθεκτικότητας των οικονομιών μας και της ζώνης του ευρώ συνολικά.»
Η εγχώρια ζήτηση ως κινητήρια δύναμη της ανάπτυξης στην ΕΕ
Ενώ η ανάπτυξη στις αρχές του έτους επωφελήθηκε από μια σειρά προσωρινών παραγόντων, οι προοπτικές για το υπόλοιπο του έτους είναι δυσμενέστερες, δεδομένου ότι απομακρύνεται η πιθανότητα γρήγορης ανάκαμψης της παγκόσμιας μεταποίησης και του εμπορίου. Η αύξηση του ΑΕΠ το 2020 προβλέπεται ότι θα είναι υψηλότερη, εν μέρει λόγω του μεγαλύτερου αριθμού εργάσιμων ημερών. Η εγχώρια ζήτηση, ιδίως η κατανάλωση των νοικοκυριών, εξακολουθεί να αποτελεί κινητήρια δύναμη της οικονομικής ανάπτυξης στην Ευρώπη, υποβοηθούμενη από τη σταθερά ισχυρή αγορά εργασίας. Το ΑΕΠ προβλέπεται να αυξηθεί σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ κατά το τρέχον και το επόμενο έτος, αλλά η ανάπτυξη θα είναι σημαντικά υψηλότερη σε ορισμένες περιοχές (π.χ. Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, Μάλτα και Ιρλανδία) απ' ό,τι σε άλλες (π.χ. Ιταλία, Γερμανία).
Αναμένεται χαμηλότερος πληθωρισμός λόγω μείωσης των τιμών του πετρελαίου
Οι προβλέψεις για τον ονομαστικό πληθωρισμό στη ζώνη του ευρώ και στην ΕΕ μειώθηκαν κατά 0,1 ποσοστιαία μονάδα το τρέχον και το επόμενο έτος, κυρίως λόγω των χαμηλότερων τιμών του πετρελαίου και των ελαφρώς δυσμενέστερων οικονομικών προοπτικών. Ο πληθωρισμός (εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή) στη ζώνη του ευρώ προβλέπεται τώρα να ανέλθει κατά μέσο όρο σε 1,3 % το 2019 και το 2020 (εαρινές προβλέψεις: 1,4 % το 2019 και το 2020), ενώ στην ΕΕ προβλέπεται να ανέλθει σε 1,5 % το 2020 και σε 1,6 % το 2020 (εαρινές προβλέψεις: 1,6 % το 2019 και 1,7 % το 2020).
Αυξημένοι κίνδυνοι δυσμενών εξελίξεων
Οι κίνδυνοι για τις παγκόσμιες οικονομικές προοπτικές παραμένουν σε μεγάλο βαθμό διασυνδεδεμένοι και είναι κυρίως αρνητικοί. Η συνέχιση της οικονομικής αντιπαράθεσης μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας, σε συνδυασμό με την αυξημένη αβεβαιότητα γύρω από την εμπορική πολιτική των ΗΠΑ, θα μπορούσε να παρατείνει την τρέχουσα πτωτική τάση στο παγκόσμιο εμπόριο και τη μεταποίηση και να επηρεάσει και άλλες περιοχές και τομείς. Το γεγονός αυτό θα είχε αρνητικές επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία, προκαλώντας μεταξύ άλλων διαταραχές στη χρηματοπιστωτική αγορά. Οι εντάσεις στη Μέση Ανατολή αυξάνουν επίσης την πιθανότητα σημαντικών αυξήσεων στις τιμές του πετρελαίου. Σε εσωτερικό επίπεδο, το Brexit εξακολουθεί να αποτελεί μείζονα πηγή αβεβαιότητας. Τέλος, υπάρχουν επίσης σημαντικοί κίνδυνοι για τις βραχυπρόθεσμες αναπτυξιακές κινητήριες δυνάμεις και την οικονομική δυναμική στη ζώνη του ευρώ. Σε περίπτωση που συνεχιστούν οι αδυναμίες στον τομέα της μεταποίησης, σε συνδυασμό με τη μειωμένη εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων, θα μπορούσαν να επεκταθούν σε άλλους τομείς και να βλάψουν τις συνθήκες της αγοράς εργασίας, την ιδιωτική κατανάλωση και, εν τέλει, την ανάπτυξη.
Για το Ηνωμένο Βασίλειο, μια καθαρά τεχνική παραδοχή
Λαμβανομένης υπόψη της διαδικασίας αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ, οι προβλέψεις για το 2019 και το 2020 βασίζονται και πάλι σε μια καθαρά τεχνική παραδοχή για διατήρηση της υπάρχουσας κατάστασης όσον αφορά τη διάρθρωση των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ της ΕΕ των 27 και του Ηνωμένου Βασιλείου. Αυτό γίνεται μόνο για τους σκοπούς των προβλέψεων και δεν επηρεάζει καθόλου τις μελλοντικές διαπραγματεύσεις μεταξύ της ΕΕ και του Ηνωμένου Βασιλείου.
Νωρίτερα, την άποψη πως η αδύναμη παγκόσμια οικονομία και οι εμπορικοί τριγμοί «επιβαρύνουν τις προοπτικές της αμερικανικής οικονομίας», εξέφρασε, σε ομιλία του στο Κογκρέσο, ο διοικητής της Fed, Τζερόμ Πάουελ, υπογραμμίζοντας πως η κεντρική τράπεζα είναι έτοιμη να δράσει για να διατηρήσει την δεκαετή οικονομική επέκταση.
Ο Πάουελ τόνισε: «Η διαφαινόμενη πρόοδος στο εμπόριο μετατράπηκε σε περισσότερη αβεβαιότητα και οι επαφές μας από τον επιχειρηματικό και αγροτικό τομέα μετέφεραν έντονες ανησυχίες για τις εξελίξεις στο εμπόριο».
Παράλληλα, σύμφωνα με το Reuters, ανέφερε ότι οι επενδύσεις των επιχειρήσεων έχουν επιβραδυνθεί.
O επικεφαλής της Federal Reserve σημείωσε ότι έχει επιβαρυνθεί και η συνολική ανάπτυξη, ενώ «υπάρχει κίνδυνος ο αδύναμος πληθωρισμός να είναι ακόμα πιο επίμονος από ότι αναμένεται αυτή τη στιγμή».
Ειδικότερα, ο Stoxx Europe 600 τερμάτισε περίπου στις 387.29 μονάδες, μειωμένος κατά 0.16%.
Ο Euro Stoxx 50 βρέθηκε στις 3,506.05 μονάδες, με απώλειες 0.11%.
Παράλληλα, ο βρετανικός FTSE 100 παρέμεινε, δίχως ουσιαστική μεταβολή, στις 7,531.25 μονάδες.
Ο γερμανικός DAX άγγιξε τις 12,378.26 μονάδες, με πτώση 0.47%.
Ο γαλλικός CAC 40, όντας σχεδόν στα ίδια, έμεινε στις 5,567.59 μονάδες
Ο ιταλικός FTSE MIB έφτασε τις 22,047.50 μονάδες, με άνοδο 0.74%.
Κλείνοντας, ο ισπανικός IBEX 35 βρέθηκε στις 9,250.05 μονάδες, χάνοντας το 0.26% της αξίας του.