Γνωρίζουμε ότι δεν είναι καλό να συνεχίζουμε να διαφωνούμε όταν είμαστε θυμωμένοι, γιατί μπορεί να καταλήξουμε να φωνάζουμε πράγματα που δεν εννούμε, επιδεινώνοντας πολύ μία κατάσταση. Αυτό που ίσως δε γνωρίζουμε ως τώρα, είναι ότι, λόγω των εσωτερικών διεργασιών του εγκεφάλου μας, όχι μόνο είναι πιθανότερο να χάσουμε τον έλεγχο της συμπεριφοράς μας όταν είμαστε θυμωμένοι, αλλά μπορεί να χάσουμε τον έλεγχο και των πεποιθήσεών μας!Ορίστε πως λειτουργεί:
Φαντάσου ότι οδηγείς στο γεμάτο πάρκινγκ ενός super market, όταν ξαφνικά πετάγεται μπροστά σου ένας άνδρας που μιλάει στο κινητό του. Ενώ με το ένα χέρι κρατάει τη συσκευή στο αυτί του, σηκώνει το άλλο προς το μέρος σου, με την παλάμη προς τα έξω (όχι ανοιχτή...!). Τι εννοεί με αυτή την κίνηση; Και ποιά είναι η κατάλληλη απόκριση; Να του δείξεις κι εσύ την παλάμη σου ή μήπως μία άλλη, λιγότερο ευγενική χειρονομία θα ήταν καταλληλότερη;
Το πως ερμνηνεύεις τη χειρονομία –ως απολογία, ως ευχαριστώ ή ως εντολή- εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη δική σου διάθεση εκείνη τη στιγμή. Εάν είσαι κακόκεφος, είναι πιθανότερο να δεις την παλάμη αυτού του ανθρώπου ως επιμονή του στο δικαίωμά του να περπαρτάει μέσα στην κίνηση ενώ μουρμουράει στο κινητό του. Εάν έχεις καλή διάθεση, είναι πιο πιθανό να του δώσεις το πλεονέκτημα της αμφιβολίας και να δεις την κίνησή του ως μία απολογία για την ταλαιπωρία και ένα ευχαριστώ για το ότι δεν τον μετέτρεψες σε αλοιφή.
Αυτό οφείλεται στο λεγόμενο «φαινόμενο συνάφειας της διάθεσης», που σημαίνει ότι, όταν αισθανόμαστε άσχημα ή θυμωμένοι, νομίζουμε ότι οι άλλοι άνθρωποι έχουν αυτή τη στάση απέναντί μας. Το θέμα εδώ είναι, ότι δεν έχουν όλες οι εκφάνσεις του «αισθάνομαι άσχημα» την ίδια απόκριση στον εγκέφαλό μας.
Ο θυμός κατοικοεδρεύει στην αμυγδαλή. Εδώ έχουμε την υφή του ερπετοειδούς εγκεφάλου στην κακή διάθεση, που ανεβάζει τον καρδιακό παλμό σου, την πίεση και την έκκριση επινεφρίνης.
Η λύπη / θλίψη όμως ζει στον ιππόκαμπο. Εδώ έχουμε μία περισσότερο γνωστική εμπειρία της κακής διάθεσης, που αντλεί από τη μνήμη και τη δική μας ερμηνεία των εμπειριών, χωρίς απαραίτητα να επηρεάζει το σώμα.
Ένας θυμωμένος άνθρωπος θα ερμηνεύσει διαφορετικά μία νύξη απ’ ότι ένας λυπημένος; Το ερώτημα εξέτασε ο Galen Bodenhausen, καθηγητής Ψυχολογίας στο Northwestern University. Πρώτα ζήτησε από φοιτητές να «ανακαλέσουν ζωντανά ένα επεισόδιο που τους έκανε να αισθανθούν πολύ θυμωμένοι και να περιγράψουν λεπτομερώς πως προέκυψε αυτό το γεγονός» (δημοσίευση στο European Journal of Social Psychology). Ζήτησε από άλλους φοιτητές να κάνουν το ίδιο ανακαλώντας ένα γεγονός που τους προκάλεσε λύπη.
Είναι γνωστό ότι τέτοιες προτροπές φέρνουν στις επιφάνεια τα συναισθήματα που εμπεριέχει κάθε γεγονός, οπότε οι φοιτητές της πρώτης ομάδας αισθάνθηκαν κάπως θυμωμένοι και αυτοί της δεύτερης κάπως λυπημένοι. Μία τρίτη ομάδα διατήρησε τη διάθεση με την οποία ο καθένας είχε έρθει στο εργαστήριο.
Έπειτα ο Bodenhausen έβαλε τους φοιτητές να φανταστούν ότι κάθονταν σε ένα πάνελ αξιολόγησης συναδέλφων, κρίνοντας υποθέσεις παραπτωμάτων φοιτητών – το ένα αφορούσε εξαπάτηση και το άλλο επίθεση. Στις μισές των περιπτώσεων, στον φανταστικό κατηγορούμενο δόθηκε ένα εμφανώς Ισπανικό όνομα. Πως αυτοί οι θυμωμένοι, λυπημένοι ή ουδέτεροι φοιτητές έκριναν τους Ισπανόφωνους (και τους φυλετικά ουδέτερους) φανταστικούς συμφοιτητές τους;
Δυστυχώς, όπως ίσως μαντέψατε, όταν οι φοιτητές ήταν θυμωμένοι –αλλά όχι όταν ήταν λυπημένοι ή ουδέτεροι- ήταν πολύ πιθανότερο να δουν ενοχή στους συμφοιτητές τους με τα Ισπανικά ονόματα, αλλά δε συνέβη το ίδιο με τις υποθέσεις που περιλάμβαναν άτομα με φυλετικά ουδέτερα ονόματα.
Κατά τον Bodenhausen, αυτό αποτελεί απόδειξη «ευρετικής επεξεργασίας πληροφοριών»: Όταν είσαι θυμωμένος, αντί να χρησιμοποιείς τον λογικό σου εγκέφαλο, πηγαίνεις με τα σωθικά. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η διαίσθηση των φοιτητών περιλάμβανε και στερεότυπα. Με άλλα λόγια, ο θυμός έκανε τους φοιτητές να χάσουν τη λογική τους, επιτρέποντας στον ερπετοειδή εγκέφαλό τους να αποφασίζει ποιός ήταν ένοχος.
Ο καθηγητής επανέλαβε το πείραμα, αυτή τη φορά σε σχέση με την πειθώ. Πάλι έβαλε τους φοιτητητές να ανακαλέσουν ιστορίες που θα τους έκαναν θυμωμένους ή λυπημένους και άφησε κάποιους ουδέτερους. Τους ζήτησε έπειτα να διαβάσουν μία έκθεση που επιχειρηματολογούσε υπερ της αύξησης της νόμιμης ηλικίας έναρξης της οδήγησης από τα 16 στα 18 έτη. Στους μισούς φοιτητές ειπώθηκε ότι η έκθεση ήταν γραμμένη από «μία ομάδα ειδικών πολιτικής του τομέα μεταφορών από το Princeton» και στους άλλους μισούς ότι γράφτηκε από «μία ομάδα φοιτητών του Sinclair Community College στο Νιου Τζέρζι».
Πόσο πειστικά βρήκαν οι φοιτητές αυτά τα επιχειρήματα; Όπως προέκυψε, οι λυπημένοι φοιτητές διατήρησαν το λογικό τμήμα του εγκεφάλου τους σε λειτουργία και σχημάτισαν τις γνώμες τους βασιζόμενοι στο περιεχόμενο της έκθεσης. Για τους θυμωμένους φοιτητές, η προέλευση των επιχειρημάτων υπερκάλυψε το περιεχόμενό τους.
Το ίδιο ήταν το αποτέλεσμα όταν ο Bodenhausen διαχώρισε την αξιοπιστία της πηγής αντί για την εξειδίκευση: Όταν οι πληροφορίες προέρχονταν από μία προκατειλημμένη πηγή, οι θυμωμένοι φοιτητές άφησαν την έλλειψη εμπιστοσύνης τους στην πηγή να υπερκαλύψει τα δεδομένα, ενώ οι λυπημένοι και οι ουδέτεροι φοιτητές, ενώ ούτε αυτοί είχαν εμπιστοσύνη στην πηγή, βάσισαν τις γνώμες τους στο περιεχόμενο.
Εν ολίγοις, όταν είμαστε θυμωμένοι, μία διαφωνία έχει να κάνει με το άτομο και όχι με την κατάσταση. Μάλλον όλοι μας γνωρίζαμε ήδη, ότι ο θυμός θολώνει την ικανότητά μας να είμαστε λογικοί. Το κάνει όμως με ιδιαίτερα ενδιαφέροντα τρόπο: Ανοίγει ένα άμεσο κανάλι επικοινωνίας με τις προκαταλήψεις, τα ένστικτα και τις ασυνείδητες πεποιθήσεις μας, δηλαδή όλα τα «σχέδια εκτάκτου ανάγκης» του εγκεφάλου μας, υπερκαλύπτοντας την πιο ευγενική και λογική συνειδητή σκέψη μας.
Επομένως, όταν διαφωνείς με κάποιον ενώ είσαι θυμωμένος, η γνώμη σου για το άτομο εκείνη τη στιγμή είναι ότι είναι «ηλίθιο» ή «αναξιόπιστο» και αυτό υπερκαλύπτει οτιδήποτε έξυπνο ή αληθινό μπορεί ο άλλος άνθρωπος να λέει. Από την άλλη πλευρά, εάν προσπαθείς να παραμείνεις εστιασμένος στη δική σου πλευρά ενός προβλήματος, ενώ μπροστά σου έχεις ένα χαρισματικό και πειστικό άτομο, ο θυμός σου μπορεί να σε κάνει πιο εύπιστο.
Μπορούμε να διαφωνούμε όταν είμαστε λυπημένοι και να παραμένουμε λογικοί. Αλλά διαφωνώντας ενώ είμαστε θυμωμένοι, βάζουμε στη θέση του οδηγού τον ερπετοειδή εγκέφαλο και συνήθως έτσι «πετάμε στα σκουπίδια» το αληθινό συμφέρον μας.