Πολιτική

Το QE και... η παγίδα στο Eurogroup


Η κυβέρνηση καλείται να συναινέσει στην έναρξη διαπραγμάτευσης για μέτρα μετά το 2018 αλλά παραμένει «θολό» το τοπίο για την ποσοτική χαλάρωση και την επάνοδο στις αγορές.

 

Με ημερήσια διάταξη που κρύβει μια επικίνδυνη παγίδα για την ελληνική πλευρά, συνεδριάζει σήμερα το Eurogroup: η κυβέρνηση καλείται να συναινέσει στην έναρξη διαπραγμάτευσης για τα μέτρα που θα εφαρμοσθούν μετά το 2018, αλλά παραμένει μετέωρο το αίτημά της για μια συνολική πολιτική συμφωνία, που θα εγγυάται την ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ και την επιστροφή στις αγορές.

Μετά τη σφοδρή επίθεση που έχει δεχθεί το ΔΝΤ από τους Ευρωπαίους για τους αμφισβητούμενους υπολογισμούς και τις απαισιόδοξες εκτιμήσεις του, η απαίτηση των Ευρωπαίων για μέτρα 3,6 δισ. ευρώ, με μείωση αφορολόγητου και συντάξεων, έχει «νερωθεί» αρκετά, όχι όμως και στο βαθμό που να εγκαταλείπουν την αξίωση για την προκαταβολική νομοθέτηση μέτρων μετά το 2018.

Περιγράφοντας το νέο πλαίσιο που έχει διαμορφωθεί, ο επικεφαλής του Euro Working Group, Τόμας Βίζερ, ξεκαθάρισε (μιλώντας στο «Πρώτο Θέμα») ότι «δεν χρειάζεται να επιτευχθεί συμφωνία (σ.σ.: στο Eurogroup) για το ποιο θα είναι το τελικό αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων, αλλά θα πρέπει να υπάρχει συμφωνία πάνω σε ένα καλό σημείο εκκίνησης για τις συζητήσεις και τις διαπραγματεύσεις των αποστολών στην Αθήνα. Η ανάγκη συμφωνίας για ένα καλό σημείο εκκίνησης οδηγεί ορισμένους ανθρώπους στο λάθος συμπέρασμα να πιστεύουν ότι πρέπει να συμφωνηθεί από τώρα η τελική λύση. Αυτό δεν έχει καμία σχέση με το ζήτημα που εξετάζουμε εδώ και αφορά μόνο το σημείο εκκίνησης».

Αυτό το «σημείο εκκίνησης» της διαπραγμάτευσης, όπως το περιγράφει ο Βίζερ, θα μπορούσε να πάρει στο τελικό ανακοινωθέν του Eurogroup τη μορφή μιας εντολής των υπουργών Οικονομικών στους επικεφαλής των Θεσμών να επιστρέψουν στην Αθήνα για να καταλήξουν με την ελληνική κυβέρνηση στα μέτρα που θα απαιτηθούν για να διασφαλισθεί η επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου.

Θα μπορούσε, με άλλα λόγια, να δοθεί μια γενική και αρκετά ελαστική εντολή για διαπραγμάτευση, χωρίς να προκαθορίζεται ότι τα μέτρα θα έχουν στόχο εξοικονόμησης 2% του ΑΕΠ (3,6 δισ. ευρώ), που θα μοιράζεται εξίσου στη μείωση του αφορολόγητου ορίου και των συντάξεων.

Μια τέτοια γενικόλογη συμφωνία θα μπορούσε να εξυπηρετεί την επιδίωξη της κυβέρνησης να συνεχίσει τη διαπραγμάτευση σε τεχνικό επίπεδο, αξιοποιώντας τα πολύ θετικά στοιχεία για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2016, κατά τρόπον ώστε να περιορίσει ακόμη περισσότερο το στόχο εξοικονόμησης, που ήδη έχει μειωθεί από τα 4,5 δισ. ευρώ, που ζητούσε αρχικά το Ταμείο, στα 3,6 δισ. ευρώ.

Η συνολική συμφωνία

Όμως, το πρόβλημα σε αυτή τη διαπραγμάτευση είναι πώς θα επιτύχει η κυβέρνηση το στόχο της για μια συνολική πολιτική συμφωνία, που δεν θα περιλαμβάνει μόνο τις δικές της υποχρεώσεις για μέτρα, αλλά και κάποιου είδους δέσμευση των εταίρων για τα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα, η οποία θα επιτρέπει στην ΕΚΤ να θεωρήσει βιώσιμο το χρέος και να εντάξει τα ομόλογα στο QE.

Προϋπόθεση για τη συμμετοχή στο QE, μέσω της οποίας εκτιμάται η ΕΚΤ μπορεί να αγοράσει φέτος ομόλογα αξίας 4 δισ. ευρώ και να δώσει ένα σαφές σήμα στους επενδυτές για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στους ελληνικούς τίτλους, είναι, ως γνωστόν, όχι μόνο το κλείσιμο της αξιολόγησης, αλλά και να εκτιμηθεί ανεξάρτητα από την ΕΚΤ ότι το χρέος είναι βιώσιμο και δεν κρύβει κινδύνους για την κεντρική τράπεζα.

Οι αναλυτές του ιδιωτικού τομέα έχουν περιγράψει αρκετά καθαρά τη συμβιβαστική λύση που θα μπορούσε να δοθεί σε αυτό το πρόβλημα, χωρίς να χρειασθεί οι κυβερνήσεις της ευρωζώνης να εγκρίνουν άμεσα μια μεγάλη ελάφρυνση χρέους, όπως θα την ήθελε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Σε πρόσφατη ανάλυσή της, η JP Morgan τόνιζε ότι «ο ESM βρίσκεται στη διαδικασία υλοποίησης των βραχυπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους και το Eurogroup, κατά πάσα πιθανότητα, θα περιγράψει με κάποια σαφήνεια ή θα επαναλάβει τη δέσμευσή του να εξασφαλίσει τη βιωσιμότητα του χρέους σε μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη βάση, μετά την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης».

Όπως εκτιμά ο αμερικανικός οίκος, αυτός ο συνδυασμός βραχυπρόθεσμων μέτρων και ανάληψης σαφών δεσμεύσεων για τα μεσοπρόθεσμα και τα μακροπρόθεσμα από το Eurogroup μπορούν να γίνουν το «κλειδί» για να εντάξει η ΕΚΤ τα ομόλογα στο QE αμέσως μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης και να προχωρήσει αμέσως σε αγορές, για ένα διάστημα δύο μηνών, μέχρι να αρχίσει η διαδικασία της επόμενης αξιολόγησης.

Στόχος της κυβέρνησης στο σημερινό Eurogroup είναι να διασφαλίσει επαρκείς δεσμεύσεις ότι αυτό το μονοπάτι μπορεί να ακολουθηθεί. Αλλιώς κινδυνεύει να κάνει σοβαρές υποχωρήσεις για τα μέτρα της δεύτερης αξιολόγησης, χωρίς να φανεί στον ορίζοντα φως επανόδου στις αγορές, με μία ή δύο δοκιμαστικές εκδόσεις τίτλων, που θα διοργανώσει η Rothchild. Σε αυτή την περίπτωση, η ανάγκη για τέταρτο μνημόνιο θα έχει γίνει αναπόφευκτη...

Ακολουθήστε το Sofokleousin.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις