Στην πορεία της ζωής οι άνθρωποι συνήθως διανύουμε δύο άκρα: την πλήρη απουσία ελέγχου στην παιδική ηλικία και την υπερβολική επιθυμία για έλεγχο στην ενήλικη ζωή. Υπάρχει, όμως, και ένας τρίτος δρόμος, ο δρόμος της (αληθινής) ωριμότητας.
Η παιδική ηλικία χαρακτηρίζεται από την αποδοχή της εξάρτησης. Το παιδί ξυπνά κάθε πρωί χωρίς να έχει λόγο για το πού θα πάει ή τι θα συμβεί· αποδέχεται φυσικά ότι άλλοι είναι υπεύθυνοι για την πορεία της ημέρας του. Στον αντίποδα, ο ενήλικας αναλαμβάνει τον έλεγχο της ζωής του, αλλά συχνά παγιδεύεται στην ψευδαίσθηση ότι μπορεί -ή και οφείλει- να ελέγχει τα πάντα: το μέλλον, τις καταστάσεις, τις σχέσεις, το γέλιο και τη διασκέδασή του, ακόμη και την αντίληψη των άλλων για τον ίδιο.
Κάπου ανάμεσα, όμως, υπάρχει κάτι πιο βαθύ: μια μορφή ωριμότητας που δεν παλεύει να επιβληθεί στα πράγματα, αλλά ούτε τα αφήνει στην τύχη. Αυτό είναι το στοχαστικό μονοπάτι που προτείνει ο Βρετανός φιλόσοφος και συγγραφέας Oliver Burkeman, μιλώντας πρόσφατα στον Jonny Thomson και τη στήλη Mini Philosophy.
Ο Burkeman είναι γνωστός για το βιβλίο του "4000 Weeks: Time Management for Mortals" (4000 Εβδομάδες: Διαχείριση Χρόνου για Θνητούς"), στο οποίο μας υπενθυμίζει την απλή αλήθεια: η ζωή μας έχει πεπερασμένο χρόνο, περίπου 4000 εβδομάδες, κατά μέσο όρο. Και αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούμε να κάνουμε τα πάντα. Άρα, το ερώτημα δεν είναι πώς θα τα προλάβουμε όλα, αλλά πώς θα διαλέξουμε αυτά που μετράνε.
Όταν ο έλεγχος γίνεται εμπόδιο
Καθώς μεγαλώνουμε καλούμαστε να αποφασίζουμε, να προγραμματίζουμε, να διαχειριζόμαστε. Και κάπου εκεί, η ευθύνη μετατρέπεται σε άγχος. Διότι η ψευδαίσθηση του απόλυτου ελέγχου δεν αντέχει μπροστά στην πραγματικότητα της ευαλωτότητας και της τυχαιότητας.
Όπως λέει ο Burkeman, όσο περισσότερο προσπαθούμε να «μανατζάρουμε» τα πάντα, τόσο πιο πολύ συνειδητοποιούμε πόσα δεν ελέγχονται: η υγεία, η θνητότητα, οι άλλοι, οι συγκυρίες. Και αυτή η συνειδητοποίηση δεν μας απελευθερώνει, αντίθετα, μας γεμίζει άγχος. Το παράδοξο; Παλεύουμε να ελέγξουμε μια ζωή που από τη φύση της είναι ανεξέλεγκτη.
Σε έναν κόσμο που αποθεώνει την επίδραση, τη φήμη και τη «μεγάλη αλλαγή», έχουμε συνδέσει το νόημα με το θεαματικό. Ο Burkeman διαφωνεί. Όπως λέει στον Thomson, έχουμε αποκλείσει από τη σφαίρα του ουσιαστικού πράξεις όπως το να χαλαρώνεις κάνοντας "τίποτα", να πιάνεις κουβέντα στη γειτονιά, να σταθείς δίπλα σε έναν άνθρωπο που περνάει δύσκολα. Γιατί; Επειδή -λέει η σύγχρονη λογική- αυτά δεν θα αφήσουν «ίχνος στην Ιστορία».
Μα, ποιος είπε ότι το νόημα πρέπει να είναι διαχρονικό για να είναι αληθινό; Ίσως έχει μεγαλύτερη αξία ένα μικρό, ευγενικό έργο που δεν θα καταγραφεί ποτέ, από ένα μεγαλόπνοο project που αποξενώνει και εξαντλεί. Ο Burkeman μάς καλεί να δούμε αλλιώς την αξία του "λίγου".
"Ο χορευτής μοναχός"
Και εδώ έρχεται η πιο δυνατή του εικόνα: τρεις άνθρωποι χορεύουν σε έναν γάμο.
Ο πρώτος είναι παιδί. Χορεύει με χαρά, δίχως ντροπή και δίχως έλεγχο.
Ο δεύτερος, ένας ενήλικας, κινείται με αμηχανία, προσπαθώντας να δείξει "άνετος", χωρίς να εκτεθεί.
Ο τρίτος είναι ένας μοναχός. Χορεύει με την ίδια χαρά του παιδιού, χωρίς ντροπή και χωρίς περιττό έλεγχο, αλλά για άλλους λόγους: γιατί έχει καταλάβει ότι δεν μπορεί να ελέγξει τη γνώμη των άλλων - κι ούτε χρειάζεται. Ξέρει ότι αγαπά τον χορό. Και γι’ αυτό... χορεύει.
Ο «χορευτής μοναχός» γίνεται έτσι η φιγούρα της αληθινής ωριμότητας: ενεργεί με ελευθερία, αποδεχόμενος τα όριά του, χωρίς να κυνηγά την επιβεβαίωση ή την τελειότητα. Δεν ζει για να ελέγχει ή να αρέσει, ζει για να είναι παρών, να φροντίζει, να πράττει με αγάπη και συνέπεια.
Η αποδοχή ως επιλογή
Το μήνυμα του Burkeman είναι καθαρό και επίκαιρο: η ωριμότητα δεν βρίσκεται στην τελειότητα, αλλά στην αποδοχή. Όχι στην εγκατάλειψη της ευθύνης, αλλά στον συνειδητό περιορισμό της ματαιοδοξίας. Να ζούμε μέσα στα όριά μας, όχι σαν ήττα, αλλά ως επιλογή. Όχι για να μικρύνουμε, αλλά για να εστιάσουμε σε ό,τι έχει πραγματικά σημασία.
Ίσως τελικά η ευτυχία να μην είναι ούτε επιτυχία, ούτε απόδραση. Ίσως είναι κάτι πολύ πιο γήινο, ήσυχο και όμορφο: Ένας άνθρωπος που απλώς χορεύει αυθόρμητα.
Α.Ν