Την πρόθεση της κυβέρνησης να επιμείνει στην πολιτική της δημοσιονομικής πειθαρχίας, όπως στη στήριξη της οικονομικής ελευθερίας, υπογράμμισε ο υπουργός Επικρατείας, Μάκης Βορίδης, μιλώντας, χθες, στην πρωτοχρονιάτικη εκδήλωση του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου, που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα.
Ειδικότερα, σύμφωνα με ανακοίνωση του επιμελητηρίου, υπουργός Επικρατείας, ανέφερε: «δεν θα παρασυρθούμε σε χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής. Οι κίνδυνοι για την οικονομία παραμένουν και γι΄ αυτό επιβάλλεται να μην ακούσουμε τις «σειρήνες» που υποστηρίζουν ότι πρέπει να δοθούν περισσότερες παροχές. Δεν θα υποκύψουμε σε ανάλογες πιέσεις».
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι κύρια πολιτική της κυβέρνησης είναι να διατηρήσει τη δημοσιονομική πειθαρχία, διασφαλίζοντας την ομαλή πορεία της οικονομίας. «Θα επιμείνουμε στην προσπάθειά μας για τη φορολογική συμμόρφωση, την πάταξη της φοροδιαφυγής και την επιστροφή στην κοινωνία κάθε διαθέσιμου μερίσματος», τόνισε ο υπουργός.
Σε άλλο σημείο της ομιλίας του υπογράμμισε, ότι η κυβέρνηση θα επιδιώξει να υλοποιήσει σειρά παρεμβάσεων που στόχο θα έχουν την ενίσχυση της οικονομικής ελευθερίας. «Έχουμε ακόμη πολλά να κάνουμε προς αυτή την κατεύθυνση» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Σχολιάζοντας τις εξαγγελίες του νέου προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλτ Τραμπ, περί επιβολής δασμών σε βάρος της Ευρώπης σημείωσε, ότι εφόσον εφαρμοστούν θα οδηγήσουν σε ένα ιδιότυπο καθεστώς προστατευτισμού ή και απομονωτισμού, με συνέπεια την επιβράδυνση της διεθνούς οικονομίας. Αν ο Αμερικανός πρόεδρος επιμείνει στις προθέσεις του, η Ε.Ε. δεν μπορεί παρά να αντιδράσει επιβάλλοντας ανάλογους δασμούς στις Ηνωμένες Πολιτείες, με αποτέλεσμα τη μερική ανάσχεση της παγκόσμιας οικονομίας, επεσήμανε ο κ. Βορίδης.
Για την ευρωπαϊκή πολιτική άμυνας, ο υπουργός υπογράμμισε την πεποίθηση του Πρωθυπουργού ότι η Ευρώπη επιβάλλεται να αποκτήσει αμυντική αυτονομία, με τις σχετικές δαπάνες να μην προσμετρώνται στα δημοσιονομικά, ενώ για τα περιβαλλοντικά θέματα, τόνισε ότι «οφείλουμε να μην εγκαταλείψουμε τις πράσινες πολιτικές, αλλά να τις προσαρμόσουμε προκειμένου να αποφευχθεί η υποβάθμιση, η υπονόμευση της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων».