Πολιτική

Ανοίγει πάλι η “πληγή” του Μακεδονικού- Η στάση της κυβέρνησης και το πρόβλημα για τη ΝΔ


 Σχεδόν έξι χρόνια μετά την υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών, που αποτέλεσε αντικείμενο οξύτατων πολιτικών-κομματικών αντιπαραθέσεων, επηρεάζοντας σε σημαντικό βαθμό την έκβαση των εθνικών εκλογών του 2019, το “μακεδονικό” επανέρχεται στο προσκήνιο ως “πληγή” που ξανανοίγει.
  Είναι το παρεπόμενο αποτέλεσμα της πολιτικής αλλαγής στη Βόρεια Μακεδονία, όπου τη διακυβέρνηση  αναλαμβάνει το εθνικιστικό κόμμα VMRO, που έχει αντιταχθεί σθεναρά στη Συμφωνία των Πρεσπών και έχει υποσχεθεί να την ακυρώσει ή να την τροποποιήσει εκ βάθρων.

Η εξέλιξη αυτή προκαλεί προβληματισμό και συγκρατημένη ανησυχία στην Αθήνα, που φοβάται ότι ανοίγει ένα νέο μέτωπο στην εξωτερική πολιτική και παράλληλα δημιουργείται μία ακόμη πηγή αστάθειας και αβεβαιότητας στα Βαλκάνια, την ώρα που οι σχέσεις μας με τη γειτονική Αλβανία επιδεινώνονται, ενώ με τον Ερντογάν στον προεδρικό θώκο της Αγκυρας κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για το τι “τέξεται η επιούσα” στα ελληνοτουρκικά.

Μπροστά σε δίλημμα

 Η ελληνική πλευρά είναι υποχρεωμένη τώρα να ακολουθήσει μιά πολιτική λεπτών διπλωματικών χειρισμών, αναμένοντας “δείγματα γραφής” από την νέα πολιτική και πολιτειακή ηγεσία των Σκοπίων, η οποία έσπευσε ήδη να αποσαφηνίσει ότι δεν αποδέχεται τον όρο “Βόρεια Μακεδονία” ως συνταγματική ονομασία της χώρας.

Μέχρι στιγμής τα Σκόπια δεν τηρούν τους όρους της Συμφωνίας: Την επιτήρηση του εναέριου χώρου του - που θα είχε η Ελλάδα - την πήρε τελικά η Ιταλία.  Στα κρατική έγγραφα η συνταγματική ονομασία δεν έχει αλλάξει. Οι συμπεφωνημένες αλλαγές στα σχολικά βιβλία δεν έχουν γίνει.

ΟΙ Αμερικανοί που “εποπτεύουν” ατύπως  την εφαρμογή της Συμφωνίας, παρακολουθούν άπρακτοι.

Εάν η νέα κυβέρνηση του VMRO δεν δείξει διάθεση προσαρμογής στις νέες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί και επιμείνει στις προεκλογικές διακηρύξεις της, η ελληνική πλευρά θα βρεθεί σε  πολύ δυσχερή θέση: Θα έχει να επιλέξει

  • αν θα αφήσει τους Σκοπιανούς να τορπιλίσουν τη Συμφωνία των Πρεσπών
  • ή αν θα επιδιώξει παντί τρόπω να τη διατηρήσει σε ισχύ, πιέζοντας τους γείτονες να την εφαρμόσουν – με αλλαγές στο σύνταγμα τους, στα εθνόσημα, στα σχολικά τους βιβλία, στα ταξιδιωτικά έγγραφα κλπ.

Θα υπερασπισθεί ό,τι πολεμούσε;

Δυσκολίες θα αντιμετωπίσει σε πολιτικό επίπεδο και η ΝΔ, η οποία πρωτοστάτησε στις κινητοποιήσεις κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών και τώρα η κυβέρνηση της θα βρεθεί υποχρεωμένη να την υπερασπισθεί.

 Ως αξιωματική αντιπολίτευση το 2018 η ΝΔ είχε συμπαραταχθεί με τους “μακεδονομάχους” στα συλλαλητήρια, ενώ ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατήγγειλε απερίφραστα τη Συμφωνία των Πρεσπών ως επιζήμια για τη χώρα, κατορθώνοντας έτσι να κερδίσει ψήφους από τον ακροδεξιό και τον “εθνικοπατριωτικό” χώρο.

Τώρα που η εκ δεξιών απειλή μεγαλώνει για τη ΝΔ και η “Ελληνική Λύση” του Βελόπουλου συσπειρώνει τους πρώην “μακεδονομάχους”, η στάση της κυβέρνησης και της ΝΔ στο μακεδονικό μπορεί να αποδειχθεί καθοριστική για το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών.

 Οι εξελίξεις δίνουν τη δυνατότητα στο Κ. Μητσοτάκη και στη ΝΔ ως κυβέρνηση, να τηρήσουν όσα έλεγαν για το “μακεδονικό” και τη Συμφωνία των Πρεσπών. Μπορούν να καταστήσουν “νεκρό γράμμα” την Συμφωνία, χωρίς μάλιστα να αναλάβουν καμία πρωτοβουλία και χωρίς να εκτεθεί η χώρα. Αφήνοντας μόνον τη νέα σκοπιανή ηγεσία να παραβιάζει τους όρους, ώστε να την ακυρώσει de facto – και η Ελλάδα απλώς να “νίψει τας χείρας”.

Πιέσεις μέσω ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και ΕΕ

Η κυβέρνηση δεν πρόκειται βέβαια να χειριστεί το θέμα με τέτοια επιπολαιότητα, που θα εξέθετε τη χώρα στα μάτια φίλων και συμμάχων – κυρίως απέναντι στις ΗΠΑ, στο ΝΑΤΟ και στη Γερμανία, που επιδεικνύουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη Βόρεια Μακεδονία και φοβούνται αύξηση της ρωσικής επιρροής.

 Ακόμη και με πολιτικό-εκλογικό κόστος θα υποχρεωθεί εκ των πραγμάτων να εμφανιστεί ως υπέρμαχος της Συμφωνίας, πιέζοντας τα Σκόπια να την τηρήσουν. Εχει άλλωστε πολλούς τρόπους να ασκήσει πίεση:

- Κατά πρώτο θέτοντας εμπόδια στην πρόοδο της προενταξιακής διαδικασίας της Β. Μακεδονίας.

- Και κατά δεύτερο λόγο εκβιάζοντας παρέμβαση του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ.

  • Από την Ουάσιγκτον μπορεί να ζητήσει ενεργοποίηση του νόμου που υιοθετήθηκε από το Κογκρέσο τον Ιούνιο 2021 και προβλέπει κυρώσεις σε περίπτωση αμφισβήτησης/παραβίασης της Συμφωνίας των Πρεσπών.
  • Στο ΝΑΤΟ μπορεί να υποβάλει αίτημα αποπομπής των Σκοπίων από τη Συμμαχία

Είναι βέβαια ακραίες λύσεις, στις οποίες μάλλον δεν πρόκειται να προσφύγει η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Αλλωστε, δεν είναι ακόμη σίγουρη αν η πλειοψηφία των στελεχών και η εκλογική βάση της ΝΔ θέλουν τη Συμφωνία των Πρεσπών ή όχι...

Ακολουθήστε το Sofokleousin.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Σχετικά Άρθρα